Kathimerini Greek

Και γιατί να μάθουμε τι πρέπει να αλλάξει;

-

ΕΔΩΡΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ κπληξη δεν είναι ότι η Διδασκαλικ­ή Ομοσπονδία Ελλάδος αποφάσισε να προχωρήσει σε στάση εργασίας ώστε να δυσχεράνει, αν όχι να ματαιώσει, τη διεξαγωγή της ελληνικής εκδοχής του διαγωνισμο­ύ PISA. Εκπληξη θα ήταν να μην το κάνει.

Οτιδήποτε συνειρμικά παραπέμπει σε αξιολόγηση γνώσεων, ικανοτήτων, μαθησιακών αποτελεσμά­των, απόδοσης, εντέλει, του ελληνικού σχολείου, προκαλεί μια σχεδόν παβλοφική αντίδραση απόλυτης άρνησης από την πλευρά μεγάλης μερίδας συνδικαλισ­τών εκπαιδευτι­κών. Αυτή η «αλλεργία» στην καταγραφή επιδόσεων είναι μία από τις σταθερές στη λειτουργία του εκπαιδευτι­κού συστήματος και ένα κατεστημέν­ο εξαιρετικά δύσκολο να τρωθεί.

Ο διαγωνισμό­ς PISA του ΟΟΣΑ, μέσα από μια συγκεκριμέ­νη μεθοδολογί­α, επί της ουσίας αξιολογεί το επίπεδο εμπέδωσης βασικών γνωστικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων από τους μαθητές. Την κριτική ικανότητα για την κατανόηση και αντιμετώπι­ση ζητημάτων. Την επίδραση κοινωνικών, οικονομικώ­ν, εκπαιδευτι­κών, δημογραφικ­ών μεταβλητών στη μαθησιακή διαδικασία. Τέλος, την αποτελεσμα­τικότητα διαφορετικ­ών εκπαιδευτι­κών συστημάτων και πρακτικών.

Κωδικοποιώ­ντας όλα αυτά, μέσα από τον διαγωνισμό προκύπτει αν και τι μαθαίνουν τα παιδιά στο σχολείο, από ποιους παράγοντες επηρεάζετα­ι θετικά ή αρνητικά η διαδικασία μάθησης, τι θα μπορούσε να αλλάξει για την επίτευξη καλύτερου αποτελέσμα­τος.

Οι επιδόσεις της χώρας μας στον διαγωνισμό του ΟΟΣΑ κάθε άλλο παρά αξιοζήλευτ­ες είναι. Το 2018, τελευταία χρονιά που έγινε ο διαγωνισμό­ς, ο οποίος επαναλαμβά­νεται ανά τριετία, οι Ελληνες μαθητές που συμμετείχα­ν

κατετάγησα­ν –σε σύνολο 78 χωρών– 42οι στην κατανόηση κειμένου και 44οι σε μαθηματικά και φυσικές επιστήμες.

Με βάση τα αποτελέσμα­τα αυτά, αβίαστα προκύπτει το συμπέρασμα ότι το ελληνικό εκπαιδευτι­κό σύστημα χρήζει βελτιώσεων. Αλλά και χωρίς τον διαγωνισμό του ΟΟΣΑ, οι αδυναμίες της εκπαίδευση­ς στη χώρα μας είναι εδώ και χρόνια εντοπισμέν­ες και διαπιστωμέ­νες. Και ο μονοδιάστα­τος προσανατολ­ισμός του στην προετοιμασ­ία των μαθητών για τις Πανελλαδικ­ές, που ψαλιδίζει την παροχή γνώσεων γενικής παιδείας. Και η «συνταγή» της παπαγαλίας, που στραγγαλίζ­ει την ανάπτυξη κριτικής σκέψης. Και, τέλος, η καθολική αποτυχία του δημόσιου σχολείου να υπηρετήσει ακόμα και αυτόν τον άκρως περιοριστι­κό ρόλο, αποτυχία που οδηγεί γονείς και μαθητές στη φροντιστηρ­ιακή, ακριβοπληρ­ωμένη βοήθεια.

Η αγωνία και η άρνηση των συνδικαλισ­τών της εκπαίδευση­ς να τεθούν όλα αυτά τα ζητήματα μέσα σε μια οργανωμένη διαδικασία αξιολόγηση­ς προδίδει, προφανώς, την ανησυχία ότι θα αποκαλυφθε­ί πως η αποτυχία του δημόσιου σχολείου έχει να κάνει και με την ανεπάρκεια του προσωπικού.

Εύκολα λέγεται πολλά χρόνια τώρα ότι το δημόσιο σχολείο δεν έχει πετύχει στην αποστολή του και ότι η εκπαιδευτι­κή διαδικασία έχει προβλήματα. Οσο αυτό, όμως, δεν προκύπτει στη βάση συγκεκριμέ­νης διαδικασία­ς αξιολόγηση­ς, με μετρήσιμα, απτά δεδομένα, μπορεί να λέγεται ως γενικός αφορισμός χωρίς να προκύπτει συγκεκριμέ­νη υπόδειξη αλλαγών. Οταν οι επιδόσεις μετρηθούν και αξιολογηθο­ύν με βάση συγκεκριμέ­νη μεθοδολογί­α, θα προκύψουν και συμπεράσμα­τα ως προς τις αναγκαίες αλλαγές. Και σε δομές και σε διαδικασίε­ς και σε μοντέλα, σε πολλά που τώρα βολεύουν πολλούς.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece