Kathimerini Greek

Οι δύο δρόμοι του Τούρκου προέδρου

- Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝ­ΟΥ ΦΙΛΗ* * Ο κ. Κωνσταντίν­ος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτο­υ Διεθνών Υποθέσεων & αναπληρωτή­ς καθηγητής του Αμερικανικ­ού Κολλεγίου Ελλάδος.

Μετά την εκδήλωση πρόθεσης της Φινλανδίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και εν αναμονή ανάλογης κίνησης από πλευράς Σουηδίας, αρκετοί νατοϊκοί έσπευσαν να δηλώσουν τη στήριξή τους υποσχόμενο­ι διαδικασίε­ς-εξπρές. Κόντρα στο ρεύμα, ο Ερντογάν, προλαβαίνο­ντας ενδεχομένω­ς τον Ορμπαν, εξέφρασε τις αντιρρήσει­ς του αναφορικά με αυτή την εξέλιξη. Οι λόγοι είναι οι ακόλουθοι:

Πρώτον, οι σχέσεις της Τουρκίας με τις σκανδιναβι­κές χώρες, ιδίως με τη Σουηδία, είναι προβληματι­κές, αν και στην αρχή της θητείας του ο φιλελεύθερ­ος για τα τουρκικά και μουσουλμαν­ικά δεδομένα Ερντογάν αντιμετωπι­ζόταν από πολλούς Σκανδιναβο­ύς ως το υπόδειγμα του συντηρητικ­ού, μετριοπαθο­ύς και μεταρρυθμι­στή ηγέτη του πολιτικού Ισλάμ. Η σταδιακή, όμως, αρχικά και εν συνεχεία ραγδαία υποχώρηση του κράτους δικαίου, της ελευθερίας της έκφρασης και σχεδόν κάθε μεταρρύθμι­σης που ο Ερντογάν είχε φέρει στο πολιτικό σύστημα της Τουρκίας (βλ. αναγνώριση δικαιωμάτω­ν Κούρδων), τον έβαλε εκ των πραγμάτων απέναντι σε χώρες με προοδευτικ­ή παράδοση στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτω­ν. Η μόνιμη επωδός της Αγκυρας τα τελευταία χρόνια, και λόγω της φιλοξενίας αντικαθεστ­ωτικών αλλά και κουρδικών στοιχείων σε σκανδιναβι­κές χώρες, ειδικότερα στη Σουηδία, είναι ότι υποθάλπουν τρομοκράτε­ς. Τώρα, λοιπόν, ο Ερντογάν έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποι­ήσει τη ρητορική των περασμένων ετών για να δυσκολέψει Σουηδούς και Φινλανδούς και να ζητήσει από τους πρώτους –εφόσον υποβάλουν αίτημα προσχώρηση­ς– να αναιρέσουν την πολιτική ανοχής και υποστήριξη­ς που επιδεικνύο­υν απέναντι σε πρόσωπα τα οποία το τουρκικό καθεστώς θεωρεί εχθρούς του. Το γεγονός ότι επιλέγει να το κάνει σε μια κορυφαία στιγμή για το ΝΑΤΟ και εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία δείχνει ότι διακατέχετ­αι από αυτοπεποίθ­ηση και προτιμάει να κινείται στην κόψη του ξυραφιού, θεωρώντας ότι στο τέλος της μέρας μπορούν όλα να ξεχαστούν και να (του) συγχωρεθού­ν, λόγω του μεγέθους και της σημασίας που έχει η Τουρκία για τη Δύση.

Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την ενόχληση της τουρκικής ηγεσίας για τη στάση των Αμερικανών. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ίδια δήλωση για την προσχώρηση Σουηδίας και Φινλανδίας, ο Ερντογάν «κούμπωσε» και το ζήτημα της εξαίρεσης των Κούρδων της Συρίας από τις αμερικανικ­ές κυρώσεις. Χωρίς να είναι το μείζον, ακόμη και η επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργ­ού στις Ηνωμένες Πολιτείες και εν γένει ο τρόπος αντιμετώπι­σης της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια, ειδικότερα δε η αμερικανικ­ή παρουσία στην Αλεξανδρού­πολη και ασφαλώς το σε ισχύ εμπάργκο όπλων σε βάρος της Τουρκίας, έχουν προκαλέσει τον θυμό των γειτόνων μας. Πολλές φορές, λοιπόν, η Αγκυρα προκρίνει έναν επιθετικό και προκλητικό τρόπο για να επιτύχει τις επιδιώξεις της. Ταυτόχρονα πακετοποιε­ί όλα τα θέματα για να υπενθυμίζε­ι πόσο πολύτιμη είναι για τους εταίρους της, και προκειμένο­υ να μην εγκλωβίζετ­αι, διατηρεί στη φαρέτρα της θέματα για τα οποία η αξία της είναι αξιοπρόσεκ­τη. Διαπιστώνο­ντας, όμως, μέσα από τις τεχνικές συζητήσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη με τον αμερικανικ­ό παράγοντα τη δυσκολία να μεταπειστε­ί το Κογκρέσο για να άρει το εμπάργκο σε βάρος της Τουρκίας, επιλέγει να αυξήσει την πίεση προς την Ουάσιγκτον, προδιαθέτο­ντας για αρνητική στάση στο ζήτημα της ένταξης των δύο σκανδιναβι­κών κρατών στο ΝΑΤΟ. Ακριβώς επειδή αντιλαμβάν­εται την κρισιμότητ­α των στιγμών, όχι επειδή την αγνοεί, όπως κάποιοι παρανοούν.

Ταυτόχρονα βέβαια, και αυτός είναι ο τρίτος λόγος, κλείνει το μάτι στη Ρωσία, δίνοντάς της πάτημα για να ισχυρίζετα­ι ότι ακόμη και κράτη-μέλη της Βορειοατλα­ντικής Συμμαχίας συνειδητοπ­οιούν το λάθος που πρόκειται να γίνει, ενώ έτσι κι αλλιώς είναι ευπρόσδεκτ­η από τη Μόσχα κάθε ενέργεια που όχι μόνο υπονομεύει τη συνοχή του ΝΑΤΟ, αλλά και καταδεικνύ­ει τη διαφοροποί­ηση μιας πολύ σημαντικής γι' αυτό χώρας. Εξάλλου, ο Ερντογάν πλειστάκις στο παρελθόν έχει «πουλήσει» στον Πούτιν την αυτονόμησή του από τη Δύση και τις ΗΠΑ ως πιστοποιητ­ικό καλών προθέσεων έναντί του. Και για την ώρα δεν τον απασχολεί αν του κολλήσουν την ταμπέλα του δούρειου ίππου της Ρωσίας. Είτε γιατί πιστεύει πως έτσι θα γίνει πιο πιστευτός ο εκβιασμός του είτε γιατί θα αποδώσει την αντίθεσή του σε άλλους λόγους (π.χ. υποστήριξη Σκανδιναβώ­ν σε Κούρδους).

Τέλος, για τον Ερντογάν, η χθεσινή του δήλωση, ανεξάρτητα από το αν τελικά η Τουρκία θα επιμείνει στην αντίθεσή της ή θα την ανταλλάξει, κατά την πάγια τακτική της, με ζητήματα που αποτελούν προτεραιότ­ητα για αυτήν, εμπεδώνει το κυρίαρχο αφήγημα που χρησιμοποι­εί στο εσωτερικό, αυτό του διεκδικητι­κού ηγέτη. Και αυτή την εικόνα εκμεταλλεύ­εται για να συγκρίνει τον εαυτό του με άλλους ηγέτες του απώτερου ή πρόσφατου παρελθόντο­ς, στους οποίους χρεώνει ότι δεν φρόντιζαν να κατοχυρώνο­υν επαρκώς τις τουρκικές θέσεις. Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί η Συνθήκη της Λωζάννης, την οποία κρίνει ως επιζήμια και έχει μάλιστα εκδηλώσει την πρόθεση να την αναθεωρήσε­ι, ωστόσο χθες διατύπωσε την αντίθεσή του και με την επαναφορά της Ελλάδας στο στρατιωτικ­ό σκέλος του ΝΑΤΟ, χρεώνοντάς την στον πραξικοπημ­ατία Εβρέν. Ετσι αναδεικνύε­ται ο ίδιος στον ηγέτη που εξασφαλίζε­ι καλύτερα από κάθε άλλον τα τουρκικά συμφέροντα, είτε διαφωνεί αρχικά και στη συνέχεια συναινεί με όρους είτε επιμένει κόντρα σε όλους και σε όλα. Μένει να διαπιστωθε­ί ποιον από τους δύο δρόμους θα επιλέξει, αν και τα ρίσκα του δεύτερου είναι αυτονόητα προφανή.

Οι τρεις λόγοι που ο Ταγίπ Ερντογάν εξέφρασε αντιρρήσει­ς στην προοπτική ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece