Η αντιμετώπιση της κατάθλιψης εν μέσω πανδημίας
Ηκατάθλιψη, μια ψυχιατρική διαταραχή που βασανίζει πολύ κόσμο όλων των ηλικιών, έχει εντυπωσιακή αύξηση τα τελευταία χρόνια και αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα στη δημόσια υγεία. Ηδη από το 2004 ο ΠΟΥ είχε προβλέψει ότι μέχρι το 2030 η κατάθλιψη θα οδηγούσε στη μεγαλύτερη αιτία «αναπηρίας» σε όλο τον κόσμο.
Το 2018, το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Αγγλίας χτύπησε το «καμπανάκι» για τα 70,9 εκατ. συνταγών για αντικαταθλιπτικά φάρμακα σε σύγκριση με τα 36 εκατ. συνταγογραφήσεις το 2008. Στις ΗΠΑ, ένας στους οκτώ Αμερικανούς ηλικίας άνω των 18 ετών παίρνει αντικαταθλιπτικά φάρμακα σύμφωνα με το CDC. Την περίοδο της πανδημίας παρατηρείται εντυπωσιακή αύξηση της κατάθλιψης και της αντιμετώπισής της με αντικαταθλιπτικά φάρμακα.
Ομως, μια πολύ πρόσφατη (20.4.2022) δημοσίευση με τίτλο «Αντικαταθλιπτικά και ποιότητα ζωής σε ασθενείς με κατάθλιψη» τάραξε πάλι τα νερά σε ένα θέμα που συζητιέται εδώ και καιρό για την πραγματική αποτελεσματικότητα των φαρμάκων αυτών στην κατάθλιψη.
Η μελέτη αυτή βασίσθηκε σε πάνω από 17 εκατ. Αμερικανούς με διάγνωση «κατάθλιψη» που
ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΙΝΟΥ*
παρακολουθούνταν ιατρικά για δύο χρόνια. Το 57,6% από αυτούς λάμβανε θεραπεία με αντικαταθλιπτικά φάρμακα ενώ οι υπόλοιποι όχι. Η στατιστική ανάλυση και σύγκριση των δύο ομάδων οδήγησε στο συμπέρασμα ότι «η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων δεν βελτιώνει την ποιότητα της ζωής των ασθενών με την πάροδο του χρόνου».
Σε ένα άρθρο στους New York Times πάνω στα αποτελέσματα αυτής της μελέτης αναφέρεται ότι «αν δεν περιμένουμε βελτίωση από τη χρήση των φαρμάκων αυτών, τότε η σωστή απόφαση είναι να σταματήσει η συνεχής χρήση τους». Ο καθηγητής Mark Horowitz από το University College του Λονδίνου τονίζει ότι «τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα έχουν οριακά αποτελέσματα όταν χορηγούνται για μικρό διάστημα σε σχέση με placebo». Επιπλέον, τονίζεται ότι τα φάρμακα αυτά έχουν και πολλές παρενέργειες, όπως αύξηση του κινδύνου για εγκεφαλικά επεισόδια, εμφράγματα, ακόμη και θανάτους.
Αν τα φάρμακα δεν βοηθούν, τι γνωρίζουμε σήμερα για τις εναλλακτικές μορφές αντιμετώπισης της κατάθλιψης; Στο ιατρικό περιοδικό British Medical Journal δημοσιεύεται μια σημαντική ανασκόπηση βασισμένη
σε 367 δημοσιευμένες προοπτικές τυχαιοποιημένες μελέτες που αναφέρονται στην αποτελεσματικότητα και στις επιπλοκές άλλων θεραπειών της κατάθλιψης χωρίς τη χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων. Οι συγγραφείς της μελέτης αυτής, που προέρχονται από τη Mayo Clinic, μελέτησαν τα αποτελέσματα σε 20.000 ασθενείς με κατάθλιψη που αντιμετωπίστηκαν με γνωσιακές συμπεριφορικές θεραπείες, φυσικοπαθητικές, ομοιοπαθητικές, αλλά και παρεμβάσεις με συστηματική σωματική άσκηση και φυσικές δραστηριότητες. Και στην ανασκόπηση αυτή, η αποτελεσματικότητα όλων αυτών των μη φαρμακολογικών θεραπειών της κατάθλιψης ήταν αμφίβολη, αν και η ασφάλειά τους ήταν καλύτερη από εκείνη της χρήσης των αντικαταθλιπτικών φαρμάκων.
Αν οι θεραπείες με φάρμακα και οι εναλλακτικές επιστημονικές θεραπείες χωρίς φάρμακα βοηθούν λίγο την κατάθλιψη, που ως γνωστόν οδηγεί σε συμπεριφορές που μπορούν να οδηγήσουν στον θάνατο από καταχρήσεις ναρκωτικών, αλκοόλ, αλλά και αυτοκτονίες, τι άλλη πρόταση υπάρχει στην ιατρική βιβλιογραφία;
Τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι καθαρά επιστημονικές
δημοσιεύσεις που δείχνουν ευεργετικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της κατάθλιψης με τη βοήθεια της θρησκευτικότητας και πνευματικότητας.
Σε πρόσφατη μελέτη από το Χάρβαρντ, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό JAMA Psychiatry, οι ερευνητές ανέλυσαν ευρήματα από 66.492 γυναίκες νοσηλεύτριες και 43.141 άνδρες λειτουργούς υγείας που όλοι είχαν διαγνωσθεί με κατάθλιψη. Τα ευρήματά τους έδειξαν ότι όσοι εξ αυτών παρακολουθούσαν τακτικά θρησκευτικές ακολουθίες είχαν στατιστικά σημαντικά μικρότερο κίνδυνο θανάτου από αυτοκτονία, ναρκωτικά, αλκοόλ από ό,τι εκείνοι που δεν πήγαιναν τακτικά στην εκκλησία. Στις γυναίκες το ποσοστό προστασίας από θάνατο απελπισίας, όπως αναφέρεται, είναι 68% ενώ στους άνδρες 33%. Οι ερευνητές από το Χάρβαρντ σημειώνουν ότι «η συμμετοχή σε θρησκευτικές δραστηριότητες μπορεί να λειτουργήσει ως σημαντικό αντίδοτο στην απελπισία και ως κεφάλαιο για τη διατήρηση της αίσθησης της ελπίδας και του νοήματος της ζωής».