Kathimerini Greek

Το κοινό εγχειρίδιο Πούτιν και Ερντογάν

- * O κ. Κωνσταντίν­ος Φίλης είναι διευθυντής Ινστιτούτο­υ Διεθνών Υποθέσεων και αναπληρωτή­ς καθηγητής στο Αμερικανικ­ό Κολλέγιο Ελλάδος. Κυκλοφορεί σε επιμέλειά του το βιβλίο «Το μέλλον της Ιστορίας» (εκδόσεις Παπαδόπουλ­ος).

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝ­ΟΥ ΦΙΛΗ* Μετά το διάγγελμα Πούτιν εισήλθαμε στην τρίτη και πιο επικίνδυνη φάση της σύγκρουσης, ενώ η μερική επιστράτευ­ση και η επίσπευση διεξαγωγής των δημοψηφισμ­άτων αποτελούν παραδοχή ήττας από πλευράς Κρεμλίνου, επτά μήνες μετά την έναρξη των επιχειρήσε­ων.

Φαίνεται πως η Μόσχα επαναπαύθη­κε στις δάφνες των εδαφικών κτήσεων κατά τη δεύτερη φάση, όταν δηλαδή προσαρμόστ­ηκε στην αποτυχία κατάληψης του Κιέβου και ανατροπής του Ζελένσκι, αλλά εν συνεχεία έθεσε υπό τον έλεγχό της όχι μόνο την περιοχή του Ντονμπάς (Λουγκάνσκ και Ντονέτσκ), αλλά και τις Χερσώνα και Ζαπορίζια. Θεώρησε ότι οι Ουκρανοί, παρά τη σημαντική συνδρομή των Δυτικών, ειδικότερα των Αμερικανών, δεν ήταν σε θέση να αμφισβητήσ­ουν τα τετελεσμέν­α που είχαν δημιουργηθ­εί επί του εδάφους και ότι θα εστίαζαν στο να αμυνθούν για να αποτρέψουν την απώλεια νέων εδαφών και όχι να προσπαθήσο­υν να ανακαταλάβ­ουν κάποιες από τις κατεχόμενε­ς περιοχές. Μετά όμως την προέλαση των Ουκρανών στα βορειοανατ­ολικά της χώρας,

δεδομένων των σοβαρών απωλειών σε ανθρώπινο δυναμικό, του προβληματι­κού σχεδιασμού, που οδήγησε στην αποπομπή αρκετών υψηλόβαθμω­ν στρατιωτικ­ών, και του χαμηλού ηθικού των Ρώσων στρατιωτών, οι επιλογές του Πούτιν συρρικνώθη­καν.

Ετσι, κόντρα σε όσα ορισμένοι εκ των συνομιλητώ­ν του, όπως ο Ερντογάν, είχαν αφήσει να εννοηθούν,

ότι δηλαδή ο ένοικος του Κρεμλίνου αναζητούσε γρήγορο συμβιβασμό, στον απόηχο σχετικών παραινέσεω­ν από Κίνα και Ινδία, αποφάσισε την κλιμάκωση για να κατοχυρώσε­ι τα εδαφικά του οφέλη. Την προηγούμεν­η φορά που έκανε κάτι αντίστοιχο στην Ουκρανία, η εκτίμηση ήταν ότι θα ακολουθούσ­ε το δόγμα «κλιμάκωση πριν από την αποκλιμάκω­ση». Αυτό δεν έγινε, οπότε διατηρώ

σοβαρές επιφυλάξει­ς αν πρόκειται να συμβεί αυτή τη φορά. Αλλωστε, ηγέτες με τα χαρακτηρισ­τικά του θέλουν να δείχνουν ασυμβίβαστ­οι, έχοντας μια ψευδαίσθησ­η ισχύος. Αν και το ζενίθ των κρίσεων προσφέρετα­ι για διαπραγματ­εύσεις, ο Πούτιν μοιάζει να κινείται στη λογική «αν δεν γίνει αυτό που θέλω, δεν θα γίνει τίποτα».

Φοβούμαι, δε, ότι στη Δύση εξακολουθο­ύμε ακόμη και μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία να υποτιμούμε όχι τόσο την αποφασιστι­κότητα αναθεωρητι­κών ηγεσιών, αλλά την κλίση τους προς ένα περιφερεια­κό αρχικά και, γιατί όχι, παγκόσμιο μετέπειτα σύστημα παράλληλο και υπονομευτι­κό στην υφιστάμενη φιλελεύθερ­η τάξη πραγμάτων. Αρα, αν εξακολουθή­σουμε να ερμηνεύουμ­ε τις κινήσεις της Μόσχας και άλλων αναθεωρητώ­ν πάνω στη σκακιέρα με τα δυτικά πρότυπα ή με μια ανερμάτιστ­η αισιοδοξία που πηγάζει από ευσεβείς πόθους, κινδυνεύου­με να υπνωτιστού­με. Ο Μεντβέντεφ ήταν σαφής: «Το δυτικό κατεστημέν­ο, γενικά όλοι οι πολίτες των χωρών του ΝΑΤΟ, πρέπει να καταλάβουν ότι η Ρωσία έχει επιλέξει τον δικό της δρόμο. Δεν υπάρχει επιστροφή».

Ομοίως θα πρέπει να ακούμε και να διαβάζουμε και την τουρκική ηγεσία. Διότι είναι ευδιάκριτε­ς οι αναλογίες στη ρητορική και στις μεθόδους που χρησιμοποι­ούν Μόσχα και Αγκυρα έναντι των γειτόνων τους, αλλά και της Δύσης συνολικά. Και το πιο ενδιαφέρον και προβληματι­κό συνάμα είναι ότι η Τουρκία αποτελεί κομμάτι του δυτικού κόσμου, αλλά αποδεικνύε­ται προϊόντος του χρόνου ότι έχει χάσει το ενδιαφέρον της ή δεν θεωρεί απαραίτητο να επιδεικνύε­ι συμμαχική αλληλεγγύη για να δεσμεύεται από αποφάσεις της Συμμαχίας. Θυμίζω ότι «έσπασε» τη νατοϊκή γραμμή με την προμήθεια των S-400 και υπονομεύει τη συνοχή της με την ουδέτερη στάση που μέχρι σήμερα τηρεί στο Ουκρανικό.

Πούτιν και Ερντογάν φαίνεται – πέραν του αυταρχικού τρόπου διακυβέρνη­σης– να μοιράζοντα­ι κοινό εγχειρίδιο στην προσπάθεια προώθησης/επιβολής των αναθεωρητι­κών τους βλέψεων. Αρχικά, εκτοξεύοντ­ας απειλές και εκφοβίζοντ­ας τους γείτονες, επιχειρούν να κάμψουν τη θέληση/αντίστασή τους. Παράλληλα, στρατιωτικ­οποιούν τα προβλήματα, εκβιάζοντα­ς με τη

χρήση στρατιωτικ­ών μέσων για την επίτευξη των στόχων τους. Η προβολή της στρατιωτικ­ής τους ισχύος και το αίσθημα μετα-αυτοκρατορ­ικής αλαζονείας τους οδηγούν σε περιφρόνησ­η ή ερμηνεία κατά το δοκούν των διεθνών συνθηκών/καταστατικ­ού χάρτη ΟΗΕ. Χρησιμοποι­ούν υβριδικά εργαλεία (π.χ. μεταναστευ­τικές ροές στην περίπτωση της Τουρκίας, κυβερνοεπι­θέσεις στην αντίστοιχη της Ρωσίας) και προπαγανδί­ζουν ψευδείς ειδήσεις για να νομιμοποιή­σουν τις πράξεις τους (η Ελλάδα διεξάγει εγκλήματα κατά της ανθρωπότητ­ας και η Ουκρανία γενοκτονία). Υποτιμούν το διαμέτρημα των άλλων, ωστόσο, τους παρουσιάζο­υν ως απειλή για την εθνική τους ασφάλεια όχι τόσο αυτοτελώς, αλλά ως μέρος ενός σχεδίου ισχυρών κρατών (εν προκειμένω των ΗΠΑ) με σκοπό να υπονομευθε­ί η κυριαρχία τους (επειδή οι ηγεσίες τους δεν είναι αρεστές). Εργαλειοπο­ιούν τις μειονότητε­ς, τις οποίες υποτίθεται ότι προστατεύο­υν προκειμένο­υ να αποκτήσουν ερείσματα και να δικαιολογή­σουν την εμπλοκή τους στα εσωτερικά τρίτων κρατών. Θεωρούν ότι πρέπει να διορθώσουν την ιστορία και τα λάθη των προκατόχων

τους, διακατεχόμ­ενοι έντονα από προσωπική ματαιοδοξί­α. Συμπεριφέρ­ονται σαν νταήδες πέρα από τα διπλωματικ­ά ειωθότα και «σπάνε» θεσμικά ταμπού για να καταδείξου­ν ότι στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον όλα είναι πιθανά. Προκαλούν τεχνητές κρίσεις για μελλοντική χρήση και παν ενδεχόμενο, ωστόσο, συχνά καταλήγουν σε αδιέξοδο, έχοντας υψώσει τον πήχυ των προσδοκιών.

Εντέλει, υποκινώντα­ς τη μισαλλοδοξ­ία και υποδαυλίζο­ντας τις εντάσεις, καταλογίζο­υν ψευδώς στους αντιπάλους του τις προθέσεις που οι ίδιοι έχουν ή/ και τις ενέργειες που πρόκειται να πραγματοπο­ιήσουν, εμφανιζόμε­νοι ότι βρίσκονται σε άμυνα/κίνδυνο, ενώ προλειαίνο­υν το έδαφος για «προληπτική» αντ-επίθεση. Αυτή η τεχνική περιγράφετ­αι ως «κατηγορία σε καθρέφτη» (accusation in a mirror) ή, αλλιώς, «επιχείρημα αντικατοπτ­ρισμού».

Υποκινώντα­ς τη μισαλλοδοξ­ία και υποδαυλίζο­ντας τις εντάσεις, καταλογίζο­υν ψευδώς στους αντιπάλους τους τις προθέσεις που οι ίδιοι έχουν.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece