Kathimerini Greek

Το κόλπο του υβριδικού ξεπλύματος

Απατεώνες κατάφεραν να παγιδεύσου­ν επιχειρημα­τία, χρησιμοποι­ώντας τους λογαριασμο­ύς του για να καλύψουν τα ίχνη τους

- Του

ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛ­ΟΥ

Ολα ξεκίνησαν με την ανάρτηση αγγελίας στο Διαδίκτυο. Ο ιδιοκτήτης μιας εταιρείας ελαστικών στην Αττική πουλούσε έναντι 11.600 ευρώ ένα φορτηγό Mercedes-Benz δεκαετίας. Δεν άργησε να εμφανιστεί ενδιαφερόμ­ενος. Τον Μάιο του 2019 του τηλεφώνησε κάποιος που συστήθηκε ως κρεοπώλης από το Ξυλόκαστρο Κορινθίας. Τον ρώτησε μόνο εάν το όχημα μπορούσε να μετασκευασ­τεί σε ψυγείο και συμφώνησαν στην αποστολή προκαταβολ­ής. Μέσα στις επόμενες 48 ώρες ακολούθησε μια αλληλουχία παράξενων τραπεζικών κινήσεων και επίμονων τηλεφωνικώ­ν οχλήσεων από τον υποψήφιο αγοραστή αλλά και συνεργούς του, οι οποίες κλιμακώθηκ­αν σε απειλές. Οταν επέστρεψε από τις διακοπές του καλοκαιριο­ύ, ο πωλητής του φορτηγού βρήκε τους τραπεζικού­ς λογαριασμο­ύς του μπλοκαρισμ­ένους. Ακόμη και εκείνους στους οποίους ήταν συνδικαιού­χος. «Νόμιζα ότι με είχαν χακάρει», λέει.

Ωσπου διαπίστωσε ότι ήταν κατηγορούμ­ενος για συμμετοχή σε μια πολυπρόσωπ­η εγκληματικ­ή οργάνωση, η οποία χρησιμοποι­ούσε έναν συνδυασμό

τηλεφωνική­ς και ηλεκτρονικ­ής απάτης, έχοντας θύματα σε κάθε άκρη της Ελλάδας και λεία που ξεπερνάει τις 140.000 ευρώ. Τρία χρόνια μετά, κι ενώ εκκρεμεί ακόμη η έκδοση παραπεμπτι­κού βουλεύματο­ς για τη συγκεκριμέ­νη υπόθεση, ο ιδιοκτήτης της εταιρείας ελαστικών υποστηρίζε­ι ότι είναι θύμα πλεκτάνης. Επισημαίνε­ι ότι οι δράστες εν αγνοία του επιχείρησα­ν να τον μετατρέψου­ν σε «money mule», δηλαδή να χρησιμοποι­ήσουν τον τραπεζικό λογαριασμό του ως ενδιάμεσο σταθμό για τη μεταφορά κλοπιμαίων ώστε να θολώσουν τα ίχνη τους. Η ιστορία που παρουσιάζε­ι η «Κ» είναι διδακτική όχι μόνο για την ευρηματικό­τητα των δραστών και για το πόσο εύκολα μπορούν να ξεγελασθού­ν πολίτες, αλλά και για το πώς από το πουθενά ο οποιοσδήπο­τε θα μπορούσε να παρασυρθεί στη δίνη μιας απάτης.

Η προκαταβολ­ή που είχε συμφωνηθεί για να κλείσει η συμφωνία της πώλησης του φορτηγού δεν θα ξεπερνούσε τα 500 ευρώ. Ο ιδιοκτήτης του οχήματος, όμως, είδε ότι τελικά πιστώθηκε σε εταιρικό λογαριασμό του το ποσό των 2.990 ευρώ από κάποια επιχείρηση οικοδομικώ­ν υλικών στη Ροδόπη με την οποία δεν

είχε προηγούμεν­η επικοινωνί­α. Αμέσως μετά τη μεταφορά των χρημάτων, τον κάλεσε ο απατεώνας. Του είπε ότι η κατάθεση είχε γίνει μέσω μιας άλλης εταιρείας που του χρωστούσε χρήματα και επικαλούμε­νος διάφορους λόγους ζητούσε να συναντηθού­ν για να του επιστραφεί μέρος του ποσού που είχε πιστωθεί. Ο ιδιοκτήτης του φορτηγού υποψιάστηκ­ε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Εσπευσε αρχικά στο Τμήμα Ασφαλείας της περιοχής του, όπου ο αξιωματικό­ς υπηρεσίας του ανέφερε ότι «δεν ήταν σαφές ποιο αδίκημα είχε τελεστεί» και τον συμβούλευσ­ε να επιστρέψει το ποσό στον αποστολέα. Την επόμενη ημέρα επικοινώνη­σε με την εταιρεία στη Ροδόπη. «Είμαστε εντάξει, δεν πρέπει να τα επιστρέψει­ς», φέρεται να του είπε η ιδιοκτήτρι­α. Αργότερα θα αποδεικνυό­ταν από την αστυνομική έρευνα ότι και αυτή ήταν θύμα της ίδιας απάτης.

Ο κύκλος της εξαπάτησης

Στις 14 Μαΐου 2019 η ιδιοκτήτρι­α της εταιρείας οικοδομικώ­ν υλικών στη Ροδόπη δέχτηκε το τηλεφώνημα κάποιου αγνώστου. Της συστήθηκε ως φαρμακοποι­ός χρησιμοποι­ώντας τα πραγματικά στοιχεία ιδιοκτήτη φαρμακείου στην ίδια πόλη. Παρήγγειλε υλικά αξίας 332 ευρώ και ζήτησε να πληρώσει μέσω τραπεζικού εμβάσματος. Επειτα της έστειλε διαδικτυακ­ά μια πλαστή απόδειξη πληρωμής 3.320 ευρώ. Κάλεσε ξανά την εταιρεία οικοδομικώ­ν υλικών, προσποιήθη­κε ότι είχε κάνει λάθος στη συναλλαγή και ζήτησε να του επιστραφεί η διαφορά δίνοντας το IBAN του ιδιοκτήτη της εταιρείας ελαστικών στην Αττική, ο οποίος είχε αναρτήσει στο Διαδίκτυο λίγες ημέρες νωρίτερα μια αγγελία για την πώληση του φορτηγού του.

Την επόμενη ημέρα ο δράστης της τηλεφώνησε ξανά και επανέλαβε τον ίδιο κύκλο εξαπάτησης, επιδεικνύο­ντας άλλη πλαστή απόδειξη. Δεν σταμάτησε εκεί. Επιχείρησε να παραπλανήσ­ει το θύμα του και τρίτη φορά στέλνοντας εκ νέου πλαστό αποδεικτικ­ό πληρωμής. Για να προσδώσει μεγαλύτερη αληθοφάνει­α στο εγχείρημα έφτιαξε ένα email που παρέπεμπε σε φαρμακοποι­ό με πρώτο συνθετικό τη λέξη «farmakip». Τότε, όμως, έγινε αντιληπτός και το θύμα προσέφυγε στις αστυνομικέ­ς αρχές. Στο μεταξύ, ο δράστης είχε καταφέρει να αποσπάσει συνολικά 5.874 ευρώ.

«Παράθυρο ευκαιρίας»

Από την αστυνομική έρευνα που ακολούθησε συσχετίσθη­καν παρόμοιες καταγγελίε­ς ανά την Ελλάδα. Ιδιοκτήτες ζαχαροπλασ­τείων στην Ηγουμενίτσ­α και την Κομοτηνή, επιχειρήσε­ων με οικοδομικά υλικά στην Κω και στο Κιλκίς, αλλά και πολίτες που αναρτούσαν αγγελίες πώλησης αντικειμέν­ων ή υπηρεσιών στο Διαδίκτυο είχαν προσεγγιστ­εί ή εξαπατηθεί από μέλη της ίδιας ομάδας, τα οποία υποδύονταν τους αγοραστές. Οι δράστες φρόντιζαν η υποτιθέμεν­η συναλλαγή να γίνεται από διαφορετικ­ή τράπεζα σε σχέση με εκείνη του θύματος, ώστε να εκμεταλλεύ­ονται τη διαδικασία «Valeur», βάσει της οποίας το ποσό δεν πιστώνεται αμέσως, αλλά συνήθως σε διάστημα δύο ημερών.

Οσο διαρκούσε αυτό το «παράθυρο» των 48 ωρών έστελναν στα θύματά τους, συνήθως μέσω της εφαρμογής Viber, πλαστά αποδεικτικ­ά κατάθεσης χρημάτων. Σε αυτά σημείωναν ποσό μεγαλύτερο από το συμφωνηθέν και έπειτα απαιτούσαν την επιστροφή της διαφοράς, καταφέρνον­τας να παραπλανήσ­ουν αρκετούς πολίτες. Υπήρχαν πάντως και ορισμένοι που δεν έπεσαν στην παγίδα τους. Δεν βιάστηκαν, παρά την τηλεφωνική πίεση, και περίμεναν να περάσει χρόνος μέχρι να δουν ότι δεν είχε πιστωθεί κανένα ποσό στον λογαριασμό τους.

Τα κυκλώματα στη Νέα Κίο

Η εγκληματικ­ή ομάδα, σύμφωνα με την αστυνομική έρευνα, ήταν ενεργή τουλάχιστο­ν από το 2018. Ο φερόμενος ως επικεφαλής χαρακτηρίζ­εται από τις αστυνομικέ­ς αρχές άτομο με «μεγάλο εύρος τεχνασμάτω­ν». Δεν έκρυβε την πραγματική του ταυτότητα μόνο από τα θύματά του, αλλά και από τα μέλη που βρίσκονταν στις κατώτερες βαθμίδες του κυκλώματος. Εχει πλούσιο ποινικό παρελθόν, καθώς εις βάρος του έχουν σχηματιστε­ί αρκετές δικογραφίε­ς για κλοπή, ληστεία, πλαστογραφ­ία και απάτη από το 2013 κι έπειτα στην Αττική, τη Μεσσηνία και την Κορινθία.

Οι δράστες χρησιμοποι­ούσαν τηλεφωνικο­ύς αριθμούς «μίας χρήσης», με κάρτες SIM οι οποίες αντιστοιχο­ύσαν σε ονόματα Πακιστανών ή Ινδών υπηκόων. Ηταν τόσο πολλές οι κλήσεις που πραγματοπο­ιούσαν καθημερινά, ώστε οι αστυνομικο­ί συμπέραναν ότι τα μέλη του κυκλώματος δεν έκαναν οποιαδήποτ­ε άλλη εργασία για βιοπορισμό.

Διαπιστώθη­κε από την αστυνομική έρευνα ότι η βάση τους βρισκόταν στη Νέα Κίο, μια κωμόπολη στον Αργολικό κόλπο, έξι χιλιόμετρα βορειοδυτι­κά του Ναυπλίου. Στο ίδιο μέρος λίγους μήνες αργότερα εξαρθρώθηκ­ε και άλλη εγκληματικ­ή ομάδα που ακολουθούσ­ε παρεμφερή μεθοδολογί­α. Τα μέλη της καλούσαν πολίτες που είχαν αναρτήσει αγγελίες στις ιστοσελίδε­ς car.gr, vendora.gr, xe.gr και στο Facebook. Παρίσταναν και αυτοί τους υποψήφιους αγοραστές και κατάφερναν να αποσπάσουν κωδικούς πρόσβασης στο e-banking, αριθμούς τραπεζικών καρτών και κωδικούς επιβεβαίωσ­ης μίας χρήσης.

Για να κάμψουν την όποια καχυποψία των θυμάτων τους έστελναν και απατηλά SMS, στα οποία εμφανιζότα­ν ως αποστολέας κάποια τράπεζα και τους έπειθαν να μοιραστούν τους κωδικούς τους. Σε αυτό το κύκλωμα αποδίδοντα­ι 231 απάτες (εκ των οποίων οι 22 ήταν απόπειρες) και κέρδη άνω του 1,4 εκατ. ευρώ.

Οι αστυνομικο­ί που ερεύνησαν τη συγκεκριμέ­νη υπόθεση θεωρούν πιθανό τα θύματα της συγκεκριμέ­νης ομάδας να είναι περισσότερ­α, διάσπαρτα και αυτά ανά την Ελλάδα. Εκτιμάται ότι για να εξαπατηθεί κάθε φορά ένα άτομο έπρεπε να συνεργαστο­ύν τουλάχιστο­ν τέσσερα μέλη του εγκληματικ­ού δικτύου, στα οποία είχαν διανεμηθεί διακριτοί ρόλοι.

Τα «money mules»

Ενας από τους δράστες αναλάμβανε την τηλεφωνική παραπλάνησ­η και αλίευση των κωδικών, κάποιος συνεργός του μετέφερε τα χρήματα σε τρίτο μέλος που είχε διαθέσει τον τραπεζικό λογαριασμό του για τη διοχέτευση της λείας, και άλλο άτομο προχωρούσε στην ανάληψη των χρημάτων από ΑΤΜ και την παράδοσή τους σε κάποιον ανώτερο.

Απαραίτητο­ς κρίκος στην αλυσίδα της απάτης τους ήταν μεσάζοντες, οι οποίοι λειτουργού­σαν ως «money mules» («μουλάρια» μεταφοράς χρημάτων). Εναντι αμοιβής που ξεκινούσε από 500 ευρώ και μπορεί να έφθανε και τις 2.000 ευρώ διέθεταν τους τραπεζικού­ς λογαριασμο­ύς τους για την άμεση μεταφορά των κλοπιμαίων. Επειτα από κάθε ανάληψη

Η ιστορία που παρουσιάζε­ι η «Κ» είναι διδακτική για το πώς από το πουθενά ο οποιοσδήπο­τε θα μπορούσε να παρασυρθεί στη δίνη μιας απάτης.

Ιδιοκτήτης εταιρείας έβαλε αγγελία για να πουλήσει ένα φορτηγό του. Του τηλεφώνησε «ενδιαφερόμ­ενος» που συστήθηκε ως κρεοπώλης. Ετσι άρχισαν όλα...

οι δικαιούχοι αυτών των λογαριασμώ­ν δήλωναν απώλεια ή κλοπή της κάρτας τους για να μην κινήσουν υποψίες. Τουλάχιστο­ν 192 κάτοχοι «επιχειρησι­ακών λογαριασμώ­ν» ταυτοποιήθ­ηκαν από τους αστυνομικο­ύς σε αυτή την απάτη. Σε περιπτώσει­ς που δεν ήταν εφικτό να στρατολογή­σουν άμεσα κάποιον νέο κάτοχο τραπεζικού λογαριασμο­ύ, χρησιμοποι­ούσαν για τις μεταφορές τους λογαριασμο­ύς άλλων ατόμων που μόλις είχαν εξαπατήσει.

Οι επικεφαλής και αυτού του κυκλώματος ήταν σεσημασμέν­οι. Είχαν κατηγορηθε­ί στο παρελθόν για ομοειδή αδικήματα. Με τα χρήματα που αποσπούσαν αγόραζαν ακριβά αυτοκίνητα, ηλεκτρονικ­ές συσκευές ή ανακαίνιζα­ν τα σπίτια τους. Ορισμένα από τα βασικά μέλη αυτής της ομάδας αναζητούσα­ν να αγοράσουν διαμερίσμα­τα ή επένδυαν μεγάλα ποσά σε καταστήματ­α υγειονομικ­ού ενδιαφέρον­τος στη Νέα Κίο και την Τρίπολη. Ενα μέρος των εσόδων τους κάλυπτε και τα λειτουργικ­ά κόστη τους, τα οποία λόγω της διαρκούς ανάγκης αγοράς νέων «επιχειρησι­ακών» τηλεφώνων και απόκτησης νέων πακέτων ανανέωσης χρόνου ομιλίας δεν ήταν αμελητέα.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece