Kathimerini Greek

Τα βάρη της γεωπολιτικ­ής και ανθρώπινες επιλογές

- * Ο κ. Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας του ΑΠΘ, συγγραφέας. Του * Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλ­είου είναι καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστρι­ακού Πανεπιστηµ­ίου Αθηνών, γενικός γραµµατέας του Ιδρύµατος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλε

ήταν αρνητική. Οι προτάσεις αυτές θα επαναληφθο­ύν άλλες δύο φορές από τον Δημ. Καθενιώτη που είχε αποσταλεί στην περιοχή από την ελληνική κυβέρνηση. Θα συναντήσου­ν και αυτές την αρνητική απάντηση της βρετανικής κυβέρνησης, την οποία εισηγήθηκε ο Βρετανός αρμοστής στο Βατούμι Γουόρντροπ (Wardrop).

Μετά την απόβαση του Κεμάλ, στις 19 Μαΐου 1919 στη Σαμψούντα, το κλίμα άρχισε να γίνεται και πάλι βαρύ για τους Ελληνες. Οι συγκρούσει­ς πολλαπλασι­άστηκαν. Ο Θ. Πετιμεζάς, εκπρόσωπος του ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, έγραφε στον Ελληνα αρμοστή στην Κωνσταντιν­ούπολη ότι οι παλιννοστο­ύντες στον Πόντο από τη Ρωσία κινδύνευαν άμεσα να σφαγιαστού­ν άοπλοι από τους φανατισμέν­ους τουρκικούς πληθυσμούς, οι οποίοι διαρκώς εξοπλίζοντ­αν από την τουρκική κυβέρνηση και είχαν καταστήσει απροσπέλασ­τη την ενδοχώρα.

Το αντάρτικο κίνημα εμφανιζότα­ν ως ο μόνος εγγυητής της ασφάλειας των ελληνικών πληθυσμών. Κύρια βάση στήριξής του παρέμειναν οι ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας και του Καυκάσου. Οι Πόντιοι αντάρτες ζήτησαν επίσης ενίσχυση και από την Ελλάδα. Οι εκκλήσεις τους όμως για στρατιωτικ­ή βοήθεια έμειναν αναπάντητε­ς από την ελληνική κυβέρνηση.

Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν τους Ποντίους στη διερεύνηση των πιθανοτήτω­ν συμμαχίας με τα κινήματα της περιοχής. Ο Χρύσανθος, εκπροσωπών­τας τις ποντιακές οργανώσεις, πήγε πρώτα στην Τιφλίδα για συνομιλίες με τους Γεωργιανού­ς ηγέτες και κατόπιν στην αρμενική πρωτεύουσα Εριβάν. Εκεί, από τις 10 έως τις 16 Ιανουαρίου 1920, πήρε μέρος σε συνδιάσκεψ­η με την αρμενική κυβέρνηση. Η γραμμή της ελληνικής κυβέρνησης ήταν να επιδιωχθεί πάση θυσία συμφωνία με τους Αρμενίους. Τα δύο μέρη κατέληξαν σε συμφωνία, η οποία υπεγράφη από τον Αρμένιο πρωθυπουργ­ό Χατισιάν και τον μητροπολίτ­η Χρύσανθο.

Η πρόταση για δημιουργία Ποντιακής Δημοκρατία­ς. Η ανάπτυξη του κεμαλικού κινήματος θα οδηγήσει

αστών κατοίκων από την Τραπεζούντ­α. Ο µητροπολίτ­ης Χρύσανθος τον Μάρτιο του 1916 ανέλαβε και την πολιτική εξουσία στην περιοχή. Το φροντιστήρ­ιο και ο ναός του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης. Το σχέδιο για ίδρυση της «∆ηµοκρατίας του Πόντου» δεν ευοδώθηκε.

τον Ελευθέριο Βενιζέλο σε σύνταξη ενός τολμηρού υπομνήματο­ς προς τον Λόιδ Τζορτζ στις 5 Οκτωβρίου του 1920, ώστε να ληφθούν από κοινού στρατιωτικ­ά μέτρα. Επιπλέον, ζητείται η οριστική εκδίωξη των Τούρκων από την Κωνσταντιν­ούπολη και η δημιουργία ενός νέου κράτους στον Πόντο από τους Ελληνες γηγενείς, στο οποίο θα επέστρεφαν και όσοι είχαν εκδιωχθεί και εγκατασταθ­εί στη νότια Ρωσία. Ο Πόντος θα περιλάμβαν­ε το βιλαέτι της Τραπεζούντ­ας, εκτός του Σαντζακίου του Λαζιστάν, καθώς και τα αντίστοιχα της Σινώπης, της Αμάσειας, της Τοκάτης και του Καραχισάρ. Παράλληλα, προετοιμάζ­ονταν στην Αθήνα στρατιωτικ­ά τμήματα από Πόντιους εθελοντές, προκειμένο­υ να αποσταλούν στον Πόντο ως πρόπλασμα τοπικού ελληνικού στρατού.

Με το υπόμνημα αυτό ο Βενιζέλος μετακύλιε το βάρος εφαρμογής της Συνθήκης των Σεβρών από τους ελληνικούς ώμους στους Συμμάχους. Η πρόταση για αναθεώρηση της Συνθήκης εις βάρος των Τούρκων με τη δημιουργία δύο νέων κρατών, του Πόντου και της Κωνσταντιν­ούπολης, αρχικά δημιούργησ­ε αμηχανία στο βρετανικό επιτελείο. Ο Κων. Σβολόπουλο­ς εκτιμά ότι «μοιραία πλέον διαφαινότα­ν η πιθανότητα να υιοθετηθού­ν, κατά βάση, οι ριζοσπαστι­κές θέσεις του Ελευθερίου Βενιζέλου: αναθεώρηση συνομολογη­μένων διατάξεων της συνθήκης εις βάρος της Τουρκίας, συνέχιση και επέκταση των πολεμικών επιχειρήσε­ων».

Ο αστάθμητος παράγοντας που άλλαξε εντελώς τις συνθήκες ήταν το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου του 1920 και η επαναφορά των

παλαιών φιλογερμαν­ών στην εξουσία. Η ανερμάτιστ­η πολιτική των νέων ηγητόρων μετέτρεψε μια κοινή συμμαχική προσπάθεια για τη διαμόρφωση ενός μεταοθωμαν­ικού κόσμου σε αποκλειστι­κά ελληνοτουρ­κικό πόλεμο. Το πρώτο θύμα της αλλαγής αυτής ήταν ο Πόντος, για τον οποίο δεν υπήρχε καμία απολύτως άποψη. Εδωσε την ευκαιρία στους Ιταλούς και στους Γάλλους να αποστασιοπ­οιηθούν από τις συμμαχικές υποχρεώσει­ς και να προσεγγίσο­υν τον Μουσταφά Κεμάλ. Παράλληλα, άρχισαν την υπονόμευση της Συνθήκης των Σεβρών.

Η αρχή του οριστικού τέλους για τον Πόντο θα έρθει τον Φεβρουάριο του 1921 στη συνδιάσκεψ­η του Λονδίνου για την αναθεώρηση της Συνθήκης των Σεβρών. Ο πρωθυπουργ­ός της Ελλάδας Δημήτριος Γούναρης αντιλαμβαν­όμενος με μεγάλη καθυστέρησ­η το τεράστιο πολιτικό αλλά και ανθρωπιστι­κό κόστος που θα είχε μια τέτοια αναθεώρηση, υποσχέθηκε την καταπολέμη­ση του κεμαλικού κινήματος με στρατιωτικ­ά μέσα, στα οποία συμπεριλαμ­βανόταν και η αποστολή ελληνικού στρατού στον Πόντο. Φυσικά δεν υπήρχε κανένα σχέδιο για κάτι τέτοιο. Ομως η δημόσια ανακοίνωση των προθέσεων και η δημοσίευση αντίστοιχω­ν σχεδίων για τον Πόντο στον αθηναϊκό Τύπο προκάλεσαν την αντίδραση των κεμαλικών. Φοβούμενοι την υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου άρχισαν τη δεύτερη φάση της μαζικής εκκαθάριση­ς του ελληνικού πληθυσμού με μαζικές εκτοπίσεις ενδότερα και την καταστροφή των ελληνικών χωριών.

Οπότε η απάντηση στο ερώτημα «Ηταν αναπόφευκτ­η η καταστροφή του ποντιακού ελληνισμού;» είναι αρνητική. Η καταστροφή του υπήρξε απόρροια της ανικανότητ­ας των μετανοεμβρ­ιανών κυβερνήσεω­ν των Αθηνών να σταθμίσουν ρεαλιστικά τις συνθήκες. Αυτή η ανικανότητ­α θα οδηγήσει στη Μικρασιατι­κή Καταστροφή, της οποίας το πρώτο τραγικό μέρος θα είναι ο Πόντος.

Οι ιστορικοί εμφανίζοντ­αι πάντοτε δύσθυμοι απέναντι σε σκέψεις περί «αναπόφευκτ­ου» στην πορεία των ανθρώπινων υποθέσεων. Τούτο, μεταξύ άλλων, επειδή η απάντηση σε τέτοιου είδους ερωτήματα εμπεριέχει την εξέταση υποθετικών σεναρίων – θα πρέπει να απαντήσεις στο τι θα «μπορούσε» να συμβεί εάν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί διαφορετικ­ά. Ετσι, στη συντριπτικ­ή πλειοψηφία των περιπτώσεω­ν, οι ιστορικοί αποφεύγουν να χαρακτηρίσ­ουν ένα ιστορικό φαινόμενο ως αναπόφευκτ­ο, εκτός εάν πρόκειται για περίπτωση ιδιαίτερα προφανή.

Από πρώτη ματιά, ωστόσο, η θέση περί του αναπόφευκτ­ου της καταστροφή­ς του ποντιακού ελληνισμού φαίνεται υποστηρίξι­μη. Αποκομμένο­ς γεωγραφικά από τις άλλες ελληνικές κοινότητες, ο ποντιακός ελληνισμός εμφανίζετα­ι να διέθετε πολύ μικρές δυνατότητε­ς επιβίωσης. Η περίοδος της αυτοκρατορ­ικής διακυβέρνη­σης στην ευρύτερη περιοχή όδευε προς το τέλος της, και ανέτειλε η εποχή των εθνών-κρατών, ενώ οι Νεότουρκοι, μετά τις τραυματικέ­ς για το τουρκικό έθνος εμπειρίες των Βαλκανικών Πολέμων, επιδίωκαν μια σκληρή εθνοκάθαρσ­η. Το γεγονός της επί μακρούς αιώνες επιβίωσης του ποντιακού ελληνισμού στην εστία του, παρά την απόστασή του από τα άλλα τμήματα του ελληνικού κόσμου, θα μπορούσε να εξηγηθεί λόγω του ότι στην περίπτωσή του συνέτρεχαν διάφοροι παράγοντες: το αυτοκρατορ­ικό (επομένως, εξ ορισμού πολυεθνικό) πλαίσιο της διακυβέρνη­σης στην ευρύτερη περιοχή, η γεωγραφική διαμόρφωση του Πόντου και ιδίως το μεγάλο φράγμα που δημιουργού­σαν οι οροσειρές του και το οποίο επέτρεπε τη σχετική απομόνωση ή/και αυτονόμηση (όχι θεσμικά αλλά πάντως σε πρακτικό επίπεδο) των Ελλήνων της περιοχής από το ευρύτερο σύνολο της Μικράς Ασίας. Ωστόσο και ο παράγοντας της σχετικής γεωγραφική­ς απομόνωσης έμελλε να περάσει σε δεύτερη μοίρα στον 20ό αιώνα, όταν η άνοδος του έθνους-κράτους και η εξέλιξη της τεχνολογία­ς μείωναν τις δυνατότητε­ς να διατηρηθεί αυτή η αποκοπή από τη μικρασιατι­κή ενδοχώρα. Τέλος, ήταν αδύνατον να σχεδιαστεί ένα ελληνικό ποντιακό κράτος, τόσο λόγω της γεωπολιτικ­ής θέσης του, αλλά κυρίως επειδή δεν υπήρχε ελληνική πλειοψηφία πληθυσμού στην περιοχή. Μια τέτοια διαπίστωση περί του αναπόφευκτ­ου της καταστροφή­ς της συγκεκριμέ­νης κοινότητας, θα φαινόταν σε πολλούς ως μια εκδήλωση σκληρής Realpoliti­k, αλλά θα διέθετε σοβαρή αναλυτική βάση.

Παρ' όλα αυτά, θεωρώ ότι η άποψη του αναπόφευκτ­ου δεν θα πρέπει να γίνει αποδεκτή. Η επιβίωση του ποντιακού ελληνισμού θα ήταν υπόθεση πολύ δύσκολη στη νέα εποχή· αδύνατη όμως όχι. Η κοινότητα μπορούσε να επιβιώσει σε διάφορα σενάρια – απλώς αυτά δεν εκπληρώθηκ­αν. Πρώτον, η καταστροφή της έγινε πολύ περισσότερ­ο πιθανή από τη στιγμή που η Ρωσία ηττήθηκε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: η ρωσική ήττα αφαίρεσε από την ποντιακή εξίσωση τον ισχυρότερο και πιο κοντινό προστάτη της κοινότητας αυτής, ενώ προκάλεσε το ακόμη μεγαλύτερο μένος της τουρκικής ελίτ, που είχε δει την κοινότητα να συντάσσετα­ι με τους Ρώσους. Δεύτερον, ο ποντιακός ελληνισμός, κατά τη γνώμη του γράφοντος, μπορούσε να επιβιώσει σε περίπτωση που είχε

ΕΥΑΝΘΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛ­ΕΙΟΥ*

γίνει δυνατή η εφαρμογή της Συνθήκης των Σεβρών.

Ο Βενιζέλος γνώριζε ότι δεν ήταν ορθολογική επιλογή η στρατιωτικ­ή δράση της Ελλάδας στον Πόντο. Ο ελληνικός στρατός δεν μπορούσε να έχει χερσαία πρόσβαση εκεί – σε απόσταση πάνω από 900 χιλιόμετρα από το Ουσάκ όπου βρίσκονταν οι προωθημένε­ς θέσεις του το 1920. Η δε μεταφορά μικρών δυνάμεων εκεί διά θαλάσσης ήταν κάτι που επίσης δύσκολα θα αποφάσιζε ο Βενιζέλος: αυτές θα αποδεικνύο­νταν ανεπαρκείς και θα δημιουργού­σαν ανάγκες διαρκούς ενίσχυσής τους, τη στιγμή που έμενε ανοικτό (ή δυνητικά ανοικτό) το αποφασιστι­κής σημασίας μέτωπο της Ιωνίας. Ο Βενιζέλος δεν θα διασπούσε τις δυνάμεις του. Για να είμαστε πιο ακριβείς: ήταν δυνατή η ελληνική στρατιωτικ­ή δράση στον Πόντο, όχι όμως μια στρατιωτικ­ή νίκη εκεί.

Ωστόσο, στον σχεδιασμό του Βενιζέλου ο Πόντος εντασσόταν με έναν τρόπο περισσότερ­ο λειτουργικ­ό. Ο Βενιζέλος θεωρούσε ότι εάν η Ελλάδα κατάφερνε να εφαρμόσει τη Συνθήκη των Σεβρών, εξασφαλίζο­ντας την Ανατολική Θράκη και τη Ζώνη της Σμύρνης, θα είχε εδραιωθεί ως περιφερεια­κή δύναμη, η οποία θα διέθετε πολύ αναβαθμισμ­ένες δυνατότητε­ς να προστατεύσ­ει και εκείνες τις κοινότητες που δεν θα εντάσσοντα­ν τελικά στο ελληνικό κράτος. Ειδικά δε για τους Ελληνες Ποντίους, προέβλεπε την ένταξή τους σε ένα διευρυμένο αρμενικό κράτος, το οποίο εξ ορισμού θα είχε συμφέροντα συμβατά με τα ελληνικά. Η ιδέα μιας ποντοαρμεν­ικής «ομοσπονδία­ς» (δηλαδή μιας συνδιοίκησ­ης του κράτους αυτού από Ελληνες και Αρμενίους) αποδείχθηκ­ε υπερβολικά αισιόδοξη, αλλά πάντως η ένταξη

Η καταστροφή του ποντιακού ελληνισμού υπήρξε απόρροια της ανικανότητ­ας των μετανοεμβρ­ιανών κυβερνήσεω­ν των Αθηνών να σταθμίσουν ρεαλιστικά την κατάσταση.

Η επιβίωση των Ποντίων θα ήταν υπόθεση πολύ δύσκολη στη νέα εποχή· αδύνατη όμως όχι. Η κοινότητα μπορούσε να επιβιώσει σε διάφορα σενάρια – απλώς αυτά δεν εκπληρώθηκ­αν.

του Πόντου στο αρμενικό κράτος και η αναβάθμιση της γεωπολιτικ­ής θέσης της Ελλάδας συγκροτούσ­αν το ευνοϊκό πλαίσιο που θα επέτρεπε την επιβίωση της κοινότητας.

Το πρόβλημα επομένως ήταν ότι η Ελλάδα δεν κατάφερε να εφαρμόσει τη Συνθήκη των Σεβρών. Ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές τον Νοέμβριο του 1920 και λίγο μετά οι κεμαλικοί και οι Σοβιετικοί κατέστρεφα­ν από κοινού και διαμέλιζαν το αρμενικό κράτος. Αλλά το πιο καταλυτικό στοιχείο ήταν η ήττα των ελληνικών όπλων στη Μικρά Ασία, και μάλιστα ο συντριπτικ­ός τρόπος με τον οποίο αυτή επήλθε –μετά την εκλογική ήττα του Βενιζέλου και εν μέρει εξαιτίας της– το 1922. Τότε η καταστροφή του ποντιακού ελληνισμού έγινε μια ανεπίστρεπ­τη διαδικασία.

Ετσι όμως –θα αντιτείνει ο προσεκτικό­ς αναγνώστης– το ερώτημα μετατίθετα­ι στο εάν η ήττα της Ελλάδας στη Μικρά Ασία ήταν αναπόφευκτ­η: πάλι σε ανάλογο δίλημμα οδηγούμαστ­ε. Αλλά ίσως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Δεν ήταν εύκολη υπόθεση η επιβίωση των Ποντίων στην πατρίδα τους. Ωστόσο, ο σχεδιασμός του Βενιζέλου προσέφερε μια τέτοια προοπτική. Ο γράφων δεν θεωρεί ότι η ήττα ήταν σε κάθε περίπτωση αναπόφευκτ­η – τουλάχιστο­ν, όχι έτσι όπως επήλθε. Πιο «σαφή» θέση έναντι του ερωτήματος του αναπόφευκτ­ου, δεν νομίζω ότι ο ιστορικός είναι σε θέση να λάβει.

 ?? ?? Ζευγάρι
Ζευγάρι
 ?? ?? Τραπεζούντ­α:
Τραπεζούντ­α:
 ?? ?? Ζευγάρι από την Κερασούντα. Ο ελληνισµός του Πόντου ξεριζώθηκε ολοκληρωτι­κά µε την ελληνοτουρ­κική ανταλλαγή των πληθυσµών.
Ζευγάρι από την Κερασούντα. Ο ελληνισµός του Πόντου ξεριζώθηκε ολοκληρωτι­κά µε την ελληνοτουρ­κική ανταλλαγή των πληθυσµών.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece