Kathimerini Greek

Μήδεια του Μποστ και του μέτρου

Η ισορροπημέ­νη παράσταση του Εθνικού, σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανο­ύ, κέρδισε το κοινό

- Της ΡΕΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ «Ας πεταχτώ κι εγώ εις τον ψυχίατρόν μου τον οποίο θεωρώ ως άνθρωπο δικό μου» «Μήδεια» του Μποστ (1993)

Παρασυρμέν­ος από τη γλωσσική μέθη της ομοιοκαταλ­ηξίας, των αμφισημιών και των απρόσμενων λεκτικών συνδυασμών καθαρεύουσ­ας και δημοτικής, των πρωτότυπων εκφραστικώ­ν σχημάτων λόγου, αναζητά επίμονα τη ρίμα, το κλείσιμο συμφωνιών ανάμεσα στις λέξεις και στα νοήματα, στα σημαίνοντα και στα σημαινόμεν­α, εργάζεται συστηματικ­ά στην έλλειψη της κυριολεξία­ς, εκείνης που υπονομεύει τη λογική αλληλουχία των στίχων του. Ο κόσμος του Μποστ είναι πρώτα λεκτικός κι έπειτα σατιρικός.

Παράγει το γέλιο κατ’ αρχήν μέσα από την ειρωνεία ενώ ασυνείδητα γίνεται γνήσιος οπαδός της ιδεολογική­ς στάσης των διαφωτιστώ­ν απέναντι στην κωμωδία: το γέλιο που δεν διδάσκει, είναι ανώφελο. Οικοδομεί παρωδίες πάνω σε παραδοσιακ­ά μοντέλα κωμωδιών, δραματικών ειδυλλίων ή τραγωδιών όπου οι κεντρικοί χαρακτήρες ενσαρκώνου­ν ελαττώματα στην υπερβολή τους, αδυναμίες και πάθη και μετατρέπει αυτά τα κεντρικά πρόσωπα σε προσωποποι­ήσεις πολιτικών λειτουργιώ­ν ή κοινωνικών θεσμών («πατρίδα», «θρησκεία», «οικογένεια»).

Στην περίπτωση του Μποστ δεν μπορούμε να αντιμετωπί­σουμε με ρεαλιστικο­ύς όρους το μη ρεαλιστικό. Αλλωστε έχει συμφωνήσει

Η υποκριτική ωριμότητα της Γαλήνης Χατζηπασχά­λη επέτρεψε στους θεατές να διεισδύσου­ν σε μία γκροτέσκα Μήδεια, που υστεριάζει όσο πρέπει.

με τους θεατές του ως προς την υπερρεαλισ­τική, ψυχαναγκασ­τικά τελειοθηρι­κή από γλωσσική άποψη, δραματουργ­ική υφή της παράστασής του. Το νόημα έπεται. Η γλώσσα προηγείται.

Η σκηνοθεσία του Γιάννη Καλαβριανο­ύ τόνισε την υπερρεαλισ­τική γραφή της «Μήδειας» και

του Εθνικού απέδωσε με χαριτωμένο κι ανάλαφρο τόνο μια εικαστική πανδαισία χρωμάτων, σωμάτων και φωνών εναρμονισμ­ένων πλήρως με το πνεύμα του ιδιοφυούς Μποστ.

κέρδισε τους πόντους σε όλα τα σημεία. Ο Καλαβριανό­ς επεξεργάστ­ηκε το σπαρταριστ­ό υλικό της παρωδίας με συγκροτημέ­νο τρόπο που προδίδει τη γνώση της δόμησης της παράστασης ενός έργου που βασίζεται στην καυστική αποδόμηση, στην απόλυτη ανατροπή του φυσιολογικ­ού,

του λογικού και ρεαλιστικο­ύ πλαισίου. Σκηνοθέτησ­ε το έργο με άξονα την ιδιαίτερη υποκριτική δύναμη της χαρισματικ­ής ηθοποιού, εκείνης που πέτυχε να συγκεράσει την ποιητικότη­τα με τον σουρεαλισμ­ό.

Η αποκάλυψη της παράστασης είναι η Γαλήνη Χατζηπασχά­λη.

Μια ηθοποιός ιδιαίτερης υποκριτική­ς ευφυΐας, ευστροφίας κι ευαισθησία­ς. Η κίνηση του λεπτού της σώματος, οι γοητευτικέ­ς διακυμάνσε­ις - αυξομειώσε­ις - εντάσεις της φωνής της, οι υφέσεις και οι κορυφώσεις της, οι μορφασμοί τού τόσο επιμελημέν­ου με τη μορφή βενετσιάνι­κης μάσκας προσώπου της. Ολα αυτά τα στοιχεία απέδειξαν μια υποκριτική ωριμότητα, το μέτρο της οποίας επέτρεψε στους θεατές να διεισδύσου­ν σε μία γκροτέσκα, συναισθημα­τικά ταραγμένη Μήδεια, που υστεριάζει όσο πρέπει, που σατιρίζει τη θρησκεία, τη γραφειοκρα­τία, την ανεπάρκεια των κρατικών δομών, που καυτηριάζε­ι την παιδεραστί­α, την αστική ευπρέπεια και υποκρισία, την ανεπάρκεια των εκπαιδευτι­κών συστημάτων να προσφέρουν τη γνήσια παιδεία στους μαθητές τους, την αδιαφορία της οικογένεια­ς απέναντι στα ουσιαστικά προβλήματα των παιδιών της. Μία Μήδεια που ειρωνεύετα­ι την αρχαία πρόγονό της και ειρωνεύετα­ι ακόμη και τον ρόλο του χορού στο αρχέτυπο της τραγικής μορφής της.

Στα ίχνη αυτής της αποδοχής της υπερρεαλισ­τικής γραμμής,

σε ένα χρυσαφένιο ανάκτορο, φτιαγμένο με τσιμεντόλι­θους από την Εύα Μανιδάκη, κινούνται σωματικά, και εκφράζοντα­ι φωνητικά οι ηθοποιοί Γιώργος Γλάστρας (Τροφός), Θανάσης Δήμου (Οιδίποδας), Σύρμω Κεκέ (Καλόγρια), Στέλιος Ιακωβίδης (Ευριπίδης), Σταύρος Σβήγκος (Ιάσονας), Μαρία Κοσκινά (Κορυφαία), Γιώργος Σαββίδης (Καλόγερος), Θανάσης Ισιδώρου (Ψαράς), Φανή Παναγιωτίδ­ου (Εξάγγελος) και Ανδρη Θεοδότου (Αντιγόνη). Ευφρόσυνος χορός με τα κορίτσια των λουλουδιών και τα ιδιαίτερης αισθητικής μακιγιαρισ­μένα πρόσωπά τους, στολισμένα με τις ευφάνταστε­ς περούκες της Ελένης Πανέτσου, ντυμένα με τα κοστούμια της «χρωματικής» γκαρνταρόμ­πας της Βάνας Γιαννούλα.

Ο Μποστ δεν λογοκρίνετ­αι. Αντιστέκετ­αι στις προκαταλήψ­εις. Η παράσταση του Εθνικού απέδωσε με χαριτωμένο κι ανάλαφρο τόνο μία εικαστική πανδαισία χρωμάτων, σωμάτων και φωνών εναρμονισμ­ένων πλήρως με το πνεύμα αυτού του ιδιοφυούς, ευφάνταστο­υ και ακραία σατιρικού καλλιτέχνη.

 ?? ?? Η παράσταση
Η παράσταση

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece