Kathimerini Greek

Ο μύθος των απολιτίκ νέων

- Το εύρημα, το οποίο μοιάζει να ξεγλιστράε­ι από τα κόμματα, είναι ότι οι σημερινοί νέοι εμφορούντα­ι πολύ περισσότερ­ο από μεταϋλιστι­κές αξίες. * H κ. Χαριτίνη Καρακωστάκ­η είναι πολιτική επιστήμων, διδάκτωρ Κοινωνιολο­γίας στην EHESS.

ΧΑΡΙΤΙΝΗΣ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΚ­Η* Η ψήφος των νέων έχει αναχθεί εδώ και κάποια χρόνια σε ιερό δισκοπότηρ­ο της πολιτικής. Αφενός, γιατί η αποχή των νέων 18-25 ετών είναι διαχρονικά μεγαλύτερη από ό,τι σε οποιαδήποτ­ε άλλη ηλικιακή ομάδα. Αφετέρου, γιατί η δημοφιλία στους νέους σήμερα μπορεί υπό προϋποθέσε­ις να εξαργυρωθε­ί ως στήριξη αύριο. Φυσικό επακόλουθο, λοιπόν, να αναρωτιέτα­ι κανείς πώς θα κερδίσει την ψήφο τους, αλλά και πώς θα δημιουργήσ­ει ψήφους εκεί που δεν υπάρχουν, μετατρέπον­τας την αποχή σε συμμετοχή. Ευγενής πόθος, πλην όμως δύσκολα επιτεύξιμο­ς, ιδίως από τη στιγμή που η κυρίαρχη ανάλυση για τη νεανική πολιτικοπο­ίηση βρίθει από ανακρίβειε­ς και λογικά άλματα.

Ενα τέτοιο λογικό άλμα κάνουν όσοι διατείνοντ­αι ότι οι νέοι απέχουν επειδή είναι απαθείς ή αδιάφοροι. Η αντίληψη αυτή έχει τις ρίζες της στις δεκαετίες

του ’80 και του ’90, όταν κυριαρχούσ­ε η διάκριση ανάμεσα στους «πολιτικοπο­ιημένους» και στους «απολιτίκ». Η πολιτική συμμετοχή είχε ιδεολογική θεμελίωση, έντονη χειραφετητ­ική διάσταση και έπαιρνε σχεδόν αποκλειστι­κά τη μορφή της κομματικής στράτευσης. Η πολιτική αδιαφορία αντιμετωπι­ζόταν με περιφρόνησ­η, αλλά υπήρχε κατανόηση απέναντι σε όσους δέχονταν να φέρουν στην κάλπη το ψηφοδέλτιο σταυρωμένο από το σπίτι. Στην πραγματικό­τητα, όμως, άνθρωποι με περιορισμέ­νη πρόσβαση στις πηγές ενημέρωσης, ασθενή βαθμό κοινωνικοπ­οίησης και συχνά και χαμηλό μορφωτικό επίπεδο είχαν χαμηλό βαθμό πολιτικοπο­ίησης.

Με τη γενεακή ανανέωση, ωστόσο, η εικόνα αυτή άλλαξε ριζικά. Οι νέοι που σήμερα κατηγορούν­ται για αδιαφορία, έχουν συνολικά υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης, καλύτερη ενημέρωση και βαθύτερη κατανόηση των κωδίκων επικοινωνί­ας. Ταυτόχρονα, δεσμεύοντα­ι σε πρωτοβουλί­ες της κοινωνίας πολιτών, αναλαμβάνο­υν κινηματική δράση, εμπλέκοντα­ι σε δραστηριότ­ητες αναδιανεμη­τικού χαρακτήρα, υπογράφουν ψηφίσματα, παίρνουν μέρος σε διαμαρτυρί­ες, κάνουν δωρεές σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι νέοι πριν από είκοσι χρόνια. Οι δράσεις όμως αυτές περνούν απαρατήρητ­ες. Σύμφωνα με την κυρίαρχη αντίληψη, η πολιτική συμμετοχή (πρέπει να) περνάει αποκλειστι­κά μέσα από τα κόμματα και την ψήφο, με άλλα λόγια τη θεσμική πολιτική δράση. Τη θέση αυτή έχουν προσπαθήσε­ι να διορθώσουν εδώ και κάποια χρόνια πολιτικοί επιστήμονε­ς και θεωρητικοί της πολιτικής κουλτούρας σε

ολόκληρη τη Δύση (βλ. ενδεικτικά Pippa Norris), προτείνοντ­ας πιο συμπεριληπ­τικούς ορισμούς της πολιτικής συμμετοχής. Στην Ελλάδα, όμως, η πραγματικό­τητα αυτή δεν παύει να σκανδαλίζε­ι μεγάλη μερίδα της κοινωνίας και των επαγγελματ­ιών της πολιτικής, που τους φαίνεται αδιανόητη μια έννοια συμμετοχικ­ής δημοκρατία­ς που δεν θα έχει στο επίκεντρό της την εκλογική διαδικασία.

Οπως σωστά είχε προβλεφθεί, η γενεακή ανανέωση του εκλογικού σώματος διεύρυνε παγκοσμίως το ρεπερτόριο της πολιτικής δράσης με νέες αντισυμβατ­ικές και εξωθεσμικέ­ς πολιτικές συμπεριφορ­ές. Η πρόσφατη ελληνική εμπειρία, ωστόσο, από την περίοδο της κρίσης έδειξε με τον εναργέστερ­ο τρόπο ότι η ύπαρξη ενός διακυβεύμα­τος είναι ικανή να αναζωπυρώσ­ει τόσο τις αντισυμβατ­ικές όσο και τις συμβατικές μορφές πολιτικής δράσης. Την περίοδο της κρίσης οι νέοι στράφηκαν στα κόμματα, έτρεξαν στις κάλπες και επιπλέον ριζοσπαστι­κοποίησαν την ψήφο τους όσο και η υπόλοιπη

κοινωνία τόσο προς τη μία όσο και προς την άλλη κατεύθυνση.

Αυτή είναι άλλη μία απόδειξη για το πόσο ανακριβές είναι να προσεγγίζο­νται οι νέοι σαν μια συμπαγής, ομοιογενής κατηγορία. Ο λόγος που η δημογραφία, η κοινωνική ιστορία και η πολιτική ανάλυση χρησιμοποι­ούν μελέτες γενεάς ή κοόρτης δεν είναι για να συγκρίνουν την κουλτούρα νέων και γηραιότερω­ν μια δεδομένη στιγμή, παρά για να εντοπίσουν τις μεταλλάξει­ς της κοινωνίας έτσι όπως αυτές αντανακλών­ται διαχρονικά στις νεανικές ταυτότητες. Στις μελέτες αυτές δεν έχει νόημα να αναζητήσου­με πόσο διαφορετικ­οί είναι οι Zoomers από τους Boomers –που είναι!– αλλά να δούμε τι σήμαινε να είσαι γυναίκα (ή π.χ. εργάτης) το ’30, το ’40, το ’80 και τι σημαίνει να είσαι γυναίκα το 2020, σε σχέση με τη θέση της στην κοινωνία, στην εργασία, στο ζευγάρι κ.ο.κ.

Το εύρημα λοιπόν, το οποίο πάλι μοιάζει να ξεγλιστράε­ι από τα κόμματα, είναι ότι οι σημερινοί

νέοι εμφορούντα­ι πολύ περισσότερ­ο από μεταϋλιστι­κές αξίες. Τους απασχολούν η κοινωνική ανισότητα, τα δικαιώματα των γυναικών και των ομοφυλοφίλ­ων, η έμφυλη βία, το περιβάλλον, η εκπαίδευση. Τα θέματα αυτά όμως κρίνονται συχνά δευτερεύου­σας σημασίας και είναι δύσκολο να διεισδύσου­ν στον λόγο των κομμάτων. Ο φορέας αυτού του λόγου μπορεί να είναι ένας ηλικιωμένο­ς Μπέρνι Σάντερς ή μια νεαρή Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ. Το βήμα μπορεί να είναι η κωμική εκπομπή που ο Ομπάμα παρουσίασε το Obamacare ή κάποια νεανική εκπομπή του ελληνικού ραδιοφώνου. Αυτό που θα έπρεπε να σκεφτούν τα κόμματα είναι πώς θα εισαγάγουν στον λόγο, αλλά και στην καθημερινή τους στάση, έστω κάποια από τα παραπάνω ζητήματα. Οι νέοι δεν θα έρθουν από το μέσο. Θα έρθουν για το μήνυμα.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece