Αυθαίρετοι και ομορφάντρες
Οι αναπαραστάσεις του δαιμόνιου Ελληνα στην τηλεόραση, όπου συνήθως διακωμωδείται.
«Η εγχώρια δημοφιλής κουλτούρα ασχολείται με το ελληνικό δαιμόνιο μέσα από δύο επιδιώξεις», λέει ο αναπληρωτής καθηγητής της Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας του ΑΠΘ Βασίλης Βαμβακάς, που στο «Demon Entrepreneurs» μελετάει τις αναπαραστάσεις του δαιμόνιου Ελληνα στην τηλεόραση, τα τραγούδια και το Διαδίκτυο, από τη Μεταπολίτευση και έπειτα. «Πρώτον», συνεχίζει ο καθηγητής, «μέσα από την εξιδανίκευση μιας εθνικής ιδιαιτερότητας, που μας καθιστά επιχειρηματικά ευφυείς και ικανούς να μετατρέπουμε τα μειονεκτήματά μας σε πλεονεκτήματα· και δεύτερον, μέσα από ένα ερώτημα για το αν αυτές οι ιδιότητες έχουν προσδιορίσει την εθνική μας ταυτότητα με εποικοδομητικό τρόπο».
Και οι δύο τρόποι, εξηγεί ο κ. Βαμβακάς, έχουν χιουμοριστικούς κώδικες, κάτι που προσδίδει μια αμφισημία στις αφηγήσεις, ενώ υπογραμμίζεται και η τάση των Ελλήνων, ως ατόμων και επαγγελματιών, να έχουν αντικρουόμενα πρότυπα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η σειρά «Οι Αυθαίρετοι», που προβλήθηκε από τα τέλη του 1989 στην ιδιωτική τηλεόραση. «Εδώ συνθέτονται
δύο πεδία απεικόνισης της ελληνικής πραγματικότητας: το “περίεργο” επιχειρείν των μεσαίων στρωμάτων και η οικογενειακή ένταση που προκαλεί. Εκείνη την εποχή συνεχιζόταν η συζήτηση για την ευρωπαϊκότητα της Ελλάδας και η σειρά συμβάλλει στη διακωμώδηση του καταφερτζή, που νομίζει ότι μπορεί να εξαπατήσει τους άλλους, αλλά οδηγείται στην καταστροφή. Οι πρωταγωνιστές κινούνται μεταξύ μοντέρνου και παραδοσιακού, ηθικού και ανήθικου, ατομικού και συλλογικού, κάτι που οδηγεί σε τραγελαφικές συμπεριφορές». Και ενώ οι «Αυθαίρετοι» πλαισιώνονται από την πολιτική συγκυρία (θυμίζουμε ότι πρωταγωνιστούσε ένας «Κώστας» και ένας «Ανδρέας»), ο περίφημος «Ακάλυπτος», από τη σειρά «Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή», που έκανε πρεμιέρα το 1997, σηματοδοτεί
μια στροφή του δαιμόνιου προς την ιδιωτική σφαίρα. «Εξ ου και το στοιχείο της υπερσεξουαλικότητας του πρωταγωνιστή», σημειώνει ο κ. Βαμβακάς, «η οποία συνδυάζεται με τη γενικότερη “free rider” ηθική του, του τζαμπατζή, του τύπου που για να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του είναι ικανός να πουλήσει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ο “Ακάλυπτος” δεν εντάσσεται σε ιστορικό ή πολιτικό πλαίσιο, αλλά σε μια συζήτηση για την κοινωνία της μεγάλης ευημερίας, που προσπαθεί να ικανοποιήσει κάθε επιθυμία της σε ατομικιστικό πλαίσιο».
Ο κ. Βαμβακάς μελετάει ακόμα ορισμένες διαφημίσεις (όπως εκείνη με τον καντινιέρη, ο οποίος προσφέρει χοτ-ντογκ με μια μεγάλη ποικιλία από σάλτσες και κολακεύει τον πελάτη του ως... «ομορφάντρα»), οι οποίες επιβεβαιώνουν ότι το ελληνικό δαιμόνιο, ειδικά μετά τη Μεταπολίτευση, εκδημοκρατίζεται και αποδίδεται κυρίως στις λαϊκές τάξεις. Εστω κι έτσι, δεν αφορά τους πάντες: οι περισσότερες αναπαραστάσεις του περιγράφουν μια ιδιότητα ανδρική, η οποία, πάντως, συνήθως παρωδείται.