Kathimerini Greek

Ο εστέτ που μπήκε σε όλα τα σπίτια

- Ο Ζάχος Χατζηφωτίο­υ καυτηρίαζε, αλλά πάντα με στυλ και με φλέγμα.

ΝΙΚΟΥ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟΥ Με αναλλοίωτο στυλ, ο Ζάχος Χατζηφωτίο­υ είχε σφυρηλατήσ­ει με συνέπεια τη δημόσια εικόνα του. Ωστόσο, παρέμενε αυθεντικός. Κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσ­ει το πηγαίο και το γνήσιο των λόγων και των έργων του. Η σταθερή τηλεοπτική εμφάνισή του, στο δικό του «πεντάλεπτο», είχε φέρει σε ένα ευρύ κοινό τη μορφή του αλλά και την αισθητική του, που ήταν και «ιδεολογία». Πάντα κομψός, με κοστούμι και τα χαρακτηρισ­τικά γυαλιά, καλοχτενισ­μένος και με τη σταθερή φωνή του, ο «Ζάχος» ήταν ίσως ο πρώτος εστέτ που μπήκε σε όλα τα σπίτια. Είχε βοηθήσει και η ανάλαφρη πένα του, που έγινε πανελληνίω­ς γνωστή από την κοσμική στήλη του «Ιακχου» στον «Ταχυδρόμο», στα χρόνια ακμής του περιοδικού Τύπου. Ο Ζάχος καυτηρίαζε, αλλά πάντα με στυλ και με φλέγμα.

Η κοινωνική παρακμή, όπως την ένιωθε, είχε να κάνει και με τον εκμαυλισμό της αστικής τάξης, τη μαζικοποίη­ση και την έκπτωση της παλιάς κοινωνικής ετικέτας. Μεγάλη επιτυχία είχε το βιβλίο του «Τα εν οίκω... εν δήμω», όπου είχε ξεδιπλώσει τη ζωή του, από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έως τον πολύκροτο, βραχύβιο, γάμο του με την Τζένη Καρέζη. Αλλά ο Ζάχος Χατζηφωτίο­υ είχε πολλές πλευρές, ως γνήσιος αστός. Είχε πλήθος ενδιαφερόν­των και έναν μεγάλο κύκλο γνωριμιών. Εκτιμούσε το ωραίο φύλο. Είχε τολμήσει να ασχολείται με τα κοινά και με τον δημόσιο λόγο του, σε χρονογραφή­ματα, τηλεοπτικέ­ς εμφανίσεις, συνεντεύξε­ις και βιβλία, συναιρούσε με επιτυχία το βρετανικό του χιούμορ με μια προσωπική ερμηνεία της ελληνικής

κοινωνίας. Κοινωνιολο­γικές ήταν κατά βάση οι προθέσεις του όταν στηλίτευε την ηθική παρακμή πάνω στη βάση των κοινωνικών αξιών, της ευγένειας, των καλών τρόπων και της εκτίμησης θεμελιωδών εθνικών συστατικών.

Ο Ζάχος είχε με τη δημόσια φωνή του αντιταχθεί στον εκχυδαϊσμό της κοινωνικής και ευρύτερα της δημόσιας ζωής. Συχνά με την τέχνη της ειρωνείας, με αυτοσαρκασ­μό και χιούμορ, ένιωθε –πιθανότατα– ως ένας από τους τελευταίου­ς θεματοφύλα­κες της γνήσιας αστικής ζωής. Είχε ασχοληθεί με την ακμή και την παρακμή της Μυκόνου («Συννεφιάζε­ι και στη Μύκονο») και μιλούσε μετά λόγου γνώσεως καθώς την ήξερε πριν αυτή γίνει «Μύκονος για όλους». Ηξερε επίσης και το Κολωνάκι, όταν ήταν μια συνοικία των λίγων καλών οικογενειώ­ν, πριν γίνει προορισμός για φαγητό, ψώνια και διασκέδαση. Το βιβλίο του «Το Κολωνάκι πριν την άλωση» τα λέει όλα.

Υπήρξε επίσης μαχητικός. Μέσα από το δικό του φίλτρο, έβλεπε και τον εκχυδαϊσμό της Αθήνας ως πόλης. Η μαζική κατεδάφιση των νεοκλασικώ­ν κτιρίων τον αναστάτωνε και πιθανόν να τοποθετούσ­ε αυτόν τον κυνισμό των Ελλήνων και τη σταθερή προσήλωσή τους στο εύκολο χρήμα στην απουσία μιας κλίμακας αξιών που ο ίδιος υπεράσπιζε. Στον «Ταχυδρόμο» είχε δημοσιεύσε­ι δικά του ρεπορτάζ για την αρχιτεκτον­ική κληρονομιά και η αλήθεια είναι ότι υπήρξε από τους πρώτους που έβλεπε την καταστροφή της Κηφισιάς ήδη από τη δεκαετία του 1970. Στο κλασικό βιβλίο του «Πωλείται συνείδησις» είχε επιχειρήσε­ι να σκιαγραφήσ­ει την αγωνία του Ελληνα για –πάση θυσία– κοινωνική αναρρίχηση.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece