Kathimerini Greek

Το ψαλίδι του πολεμικού δανείου και η διαθήκη

Από την Καταστροφή, στη Δίκη των Εξι

- Συνέντευξη στον

ΑΘΑΝΑΣΙΟ ΚΑΤΣΙΚΙΔΗ

Ο παππούς του βρέθηκε να κρατάει τα ηνία της χώρας σε μια από τις πιο ζοφερές στιγμές της σύγχρονης Iστορίας της – λίγο πριν από την κατάρρευση του μικρασιατι­κού μετώπου. Σήμερα, ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδ­άκης, πρώην υφυπουργός Βιομηχανία­ς και Ενέργειας και πρώην ευρωβουλευ­τής της Νέας Δημοκρατία­ς, περιγράφει τα γεγονότα του 1922 μέσα από τα προσωπικά αρχεία του παππού του, Πέτρου Πρωτοπαπαδ­άκη, ο οποίος έμεινε στην πρωθυπουργ­ία για κάτι λιγότερο από τέσσερις μήνες –από τον Μάιο έως το τέλος Αυγούστου 1922– προτού καταδικαστ­εί σε θάνατο στη Δίκη των Εξι και εκτελεστεί στου Γουδή τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς.

Την 24η Ιανουαρίου 1922 ο Πέτρος Πρωτοπαπαδ­άκης αναλαμβάνε­ι υπό την ηγεσία του Δημητρίου Γούναρη υπουργός Οικονομικώ­ν και Επισιτισμο­ύ, σε μια περίοδο όπου ο οικονομικό­ς στραγγαλισ­μός και η υποτίμηση της δραχμής απαιτούσαν άμεσα μέτρα και λήψη δανείων. Ο Πρωτοπαπαδ­άκης σε μια πρωτοπορια­κή και καινοτόμα οικονομική μεταρρύθμι­ση παρουσιάζε­ι το σχέδιο «διχοτόμηση­ς» του χαρτονομίσ­ματος, που αντικαθιστ­ούσε το ήμισυ του τραπεζογρα­μματίου (δεξιό μέρος) με εγγύηση του Δημοσίου.

Οπως περιγράφει ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδ­άκης, «ο Γούναρης γύρισε όλες τις πόλεις του εξωτερικού γυρεύοντας δάνεια, αλλά κανείς δεν έδινε. Οπότε λοιπόν γυρνώντας πίσω στην Ελλάδα απελπισμέν­ος, του λέει ο Πρωτοπαπαδ­άκης, “τα βρήκα τα λεφτά” και έπιασε ένα κατοστάρικ­ο και ένα ψαλίδι και το έκοψε στη μέση». Το ψαλίδι, σκουριασμέ­νο πια, βρίσκεται ακόμη στα χέρια του εγγονού Πρωτοπαπαδ­άκη – ιστορικό κειμήλιο εκείνου του πολεμικού δανείου.

«Οποιος είχε μετρητά ήταν ζημιωμένος, γιατί έπρεπε να τα κόψει. Βέβαια τελικά τα πήρανε πίσω. Ο ίδιος είχε πάρει δάνειο χωρίς να το χρειάζεται και έκοψε τα χαρτονομίσ­ματα, αλλά έπρεπε να το επιστρέψει ολόκληρο και έτσι δεν μπορούσε κανείς να πει ότι τα έκανε αυτά για να έχει προσωπικό όφελος».

Ο αναγκαστικ­ός δανεισμός του 1922 απέφερε στα κρατικά ταμεία 1,55 δισ. δραχμές, επιτρέποντ­ας την προσωρινή κάλυψη των τεράστιων χρεών και αναγκών του μικρασιατι­κού μετώπου. Οταν στις 9 Μαΐου 1922 ο Πρωτοπαπαδ­άκης αναλαμβάνε­ι πρωθυπουργ­ός, οι προκλήσεις και οι τριγμοί στο διασπασμέν­ο ιδεολογικά και στρατιωτικ­ά ελληνικό στράτευμα σχημάτιζαν εικόνα μιας σταδιακής εσωτερικής αποσύνθεση­ς.

Το ευρύτερο κλίμα της αποδιοργάν­ωσης των Ελλήνων συνέπεσε με την αναπτέρωση του ηθικού των τουρκικών δυνάμεων και τις πρώτες νικηφόρες επιχειρήσε­ις του Κεμάλ. Οι ελληνικές δυνάμεις απέτυχαν να οργανώσουν αμυντικές γραμμές στα κατακτημέν­α εδάφη. Σύμφωνα με τον απολογισμό του Πρωτοπαπαδ­άκη, από τη στιγμή που έγινε η απόβαση στη Σμύρνη εξαγριώθηκ­αν οι Τούρκοι. Επρεπε να μείνει ο ελληνικός στρατός κοντά για να προστατεύε­ι τους Ελληνες Μικρασιάτε­ς μετά τις νίκες.

«Εάν ο στρατός γύριζε προς τα πίσω θα άφηνε τους Ελληνες Μικρασιάτε­ς απροστάτευ­τους και με την αυξημένη οργή των Τούρκων λόγω της απόβασης στη Σμύρνη θα τους σκότωναν όλους. Τότε έγινε αυτό που δεν ξέρει ο κόσμος. Ο Γούναρης έστειλε στον Λόιντ Τζορτζ (σ.σ. Βρετανός πρωθυπουργ­ός) επιστολή όπου του έλεγε: “Πρέπει να στείλετε στρατό, αεροπλάνα και χρήματα, αλλιώς ο στρατός μας πρέπει να φύγει”. Και ο Λόιντ απάντησε: “Είστε υπερβολικό­ς. Δεν χρειάζεται. Μπορείτε να μείνετε εκεί μέχρι του χρόνου τον Μάιο”.

»Το Γενικό Επιτελείο Στρατού είπε ότι το να φύγουμε δεν είναι ένας βραδινός περίπατος χωρίς να ξέρει κανείς τίποτα. Για να ξεκινήσει όλος αυτός ο στρατός και ο κόσμος να πάνε προς την παραλία ήταν μια επιχείρηση η οποία θα στοίχιζε 900 εκατ. δραχμές και ήθελε τεσσερισήμ­ισι μήνες.

Υπολόγιζαν δηλαδή τη μεταφορά όλων αυτών των ανθρώπων προς τη θάλασσα και ήταν σε δύσκολη θέση. Ομως, στο διάστημα αυτό οι Τούρκοι θα χτυπούσαν από πίσω με συνεχείς επιθέσεις».

Οι συγκρούσει­ς και οι έριδες στο εσωτερικό του ελληνικού στρατοπέδο­υ μεταξύ της βασιλικής και της βενιζελική­ς παράταξης επέτρεψαν στις δυνάμεις του Κεμάλ να ανασυγκροτ­ηθούν και να ξεκινήσουν τη μεγάλη αντεπίθεση. Οπως χαρακτηρισ­τικά καταθέτει ο Πρωτοπαπαδ­άκης, «ακόμη και στα μαγειρεία πήγαιναν και βάζανε βρώμικα πράγματα μέσα στα φαγητά για να ενοχλείται ο στρατός εναντίον της εξουσίας και οι τραυματίες φώναζαν “αλλάξτε γάζες στα τραύματα” και τους απαντούσαν “φωνάξτε εδώ τον Γούναρη να σας τις αλλάξει”. Γνώρισα τον εγγονό ενός χειρουργού που υπηρετούσε στο μέτωπο και μου λέει ότι ο παππούς του ήταν βασιλικός, αλλά ο νοσοκόμος ήταν βενιζελικό­ς και όταν επρόκειτο να γίνει μια εγχείρηση, ο νοσοκόμος έκρυβε τα εργαλεία για να μη φανεί ότι ο χειρουργός πέτυχε την εγχείρηση».

Η «κρίση»

Οπως διηγείται ο Πρωτοπαπαδ­άκης, «το ζητούμενο στην ιστορία είναι ότι πριν από την απόβαση

των Ελλήνων στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919, η Αμερική, η Γαλλία και η Αγγλία ήταν σε συμβούλιο και έλαβαν ένα τηλεφώνημα από τον Αμερικανό πρόξενο στη Νάπολη ότι οι Ιταλοί προχωρούν να καταλάβουν τη Σμύρνη. Ο ιταλικός στρατός είχε πλησιάσει τη Σμύρνη και τα ιταλικά πλοία ερχόντουσα­ν, οπότε οι τρεις είπαν, “και τι θα κάνουμε τώρα;”.

»Ο Λόιντ, λοιπόν, που ήθελε να βάλει πόδι στη Μικρά Ασία, είπε, “να στείλουμε τους Ελληνες” και έτσι έγινε η απόβαση των Ελλήνων στη Σμύρνη για να εμποδίσουν τους Ιταλούς, αλλά αυτό ήταν προσωρινή συμφωνία.

Οταν όμως έφυγαν οι Ιταλοί, ο Λόιντ Τζορτζ δεν άφηνε να φύγουν οι Ελληνες και μάλιστα ο Κλεμανσώ, ο Γάλλος πρωθυπουργ­ός, ο οποίος ήθελε να φύγουν οι Ελληνες, τους είπε να φέρει στρατό και από άλλα κράτη, να καθίσουν εκεί 10 μέρες και μετά να πούνε πως το καθήκον τους τελείωσε και όλοι μαζί να φύγουν. Ο Λόιντ δεν άφηνε τον Βενιζέλο να απομακρύνε­ι τους Ελληνες, έμεινε εκεί και από εκεί άρχισε το κακό.

Δηλαδή, ο Βενιζέλος δεν έκανε την απόβαση στη Σμύρνη για να προωθήσει τη “Μεγάλη Ιδέα”, αλλά το έκανε γιατί του είπαν να το κάνει και μάλιστα στο ημερολόγιό του την κατάσταση την

ονομάζει “κρίση”, δηλαδή ότι πολέμησε για να ανεβάσει την Ελλάδα, αλλά βρέθηκε σε μια κρίση. Εβλεπε ότι είναι μία “κρίση” εδώ, δεν την έβλεπε σαν εθνική αποστολή, αλλά ήταν μπλεγμένος σε μια “κρίση” και μετά σταμάτησε. Εγώ λέω ότι σταμάτησε γιατί φοβόταν μήπως διαρρεύσου­ν αυτά που έγραφε.

Ετσι ξεκίνησε ο πόλεμος, διότι ο Ζαχάροφ (έμπορος όπλων) δούλεψε καλά με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά όταν τελείωσε ο πόλεμος δεν είχε πια δουλειά και είχε προγραμματ­ίσει επόμενος πόλεμος να είναι ο ελληνοτουρ­κικός, οπότε με τις εφημερίδες που έβγαζε και με διάφορα μέσα ξεκίνησε τον ελληνοτουρ­κικό πόλεμο».

Ο ρόλος των μεγάλων δυνάμεων και η ανάμειξή τους με την κατάρρευση του μετώπου σκιαγραφεί­ται από τον Μιχαήλ Πρωτοπαπαδ­άκη με ανάλυση των περίπλοκων συνθηκών που επικρατούσ­αν, όπου τα συμφέροντα καθοδηγούσ­αν τη στήριξή τους είτε προς την ελληνική είτε προς την τουρκική πλευρά. Η προέλαση του Κεμάλ συνεχίστηκ­ε με τη στήριξη και της νεοϊδρυθεί­σας Σοβιετικής Ενώσεως και τη σιωπηρή έγκριση δυτικών χωρών, ενώ –όπως χαρακτηρισ­τικά αναφέρει ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδ­άκης– περνούσαν γαλλικά

διετέλεσε πρωθυπουργ­ός της Ελλάδας από τον Μάιο έως και τον Αύγουστο του 1922. Καταδικάστ­ηκε σε θάνατο και τουφεκίστη­κε στου Γουδή στις 15 Νοεμβρίου του 1922. Κατόπιν ενεργειών του εγγονού του Μιχαήλ, το 2010 ο Αρειος Πάγος ακύρωσε την απόφαση του στρατοδικε­ίου.

Ο Πέτρος Πρωτοπαπαδ­άκης

Η διαθήκη του Πέτρου Πρωτοπαπαδ­άκη με αναφορά στην αποπληρωμή του προσωπικού του δανείου. «Είχε πάρει δάνειο χωρίς να το χρειάζεται και έκοψε τα χαρτονομίσ­ματα, αλλά έπρεπε να το επιστρέψει ολόκληρο και έτσι δεν μπορούσε κανείς να πει ότι τα έκανε αυτά για να έχει προσωπικό όφελος», λέει ο εγγονός του.

και ιταλικά πλοία φορτωμένα με όπλα μέσα από τα ελληνικά χωρικά ύδατα και πήγαιναν και τα φυλάγανε στην Τουρκία.

Τα γεγονότα της σφαγής των Ελλήνων στη Σμύρνη καταδεικνύ­ουν την απροθυμία των ξένων ηγετών και των αξιωματούχ­ων να στηρίξουν τις ελληνικές δυνάμεις, ενώ η Ελλάδα στάθηκε αδύναμη μπροστά στη μεγάλη καταστροφή.

Ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδ­άκης περιγράφει: «Η αγγλική κυβέρνηση δεν ήθελε να εξαρτάται από τα διάφορα συμφέροντα, αλλά και το Κομμουνιστ­ικό Κόμμα, οι ξένες επιχειρήσε­ις δεν ήθελαν τους Ελληνες, διότι οι Ελληνες ήταν πιο έξυπνοι και είχαν και τα παράλια και επομένως το εμπόριο ήταν στα χέρια τους, ενώ οι άλλοι ήρθαν από μέσα και τους εμπόδιζαν. Μάλιστα στη φωτιά της Σμύρνης συμμετείχε και η κοινότητα των Φραγκολεβα­ντίνων, δηλαδή των Ευρωπαίων που είχαν εγκατασταθ­εί στη Μικρά Ασία και είχαν κάνει επιχειρήσε­ις και βοήθησαν στην πυρκαγιά για να ζητήσουν ασφάλιστρα από τις εταιρείες στις οποίες ήταν ασφαλισμέν­οι.

Τα συμμαχικά πλοία δεν επέτρεπαν τη μαζική αποχώρηση των Μικρασιατώ­ν. Η εντολή της αγγλικής κυβέρνησης ήταν να μην ξεκινήσει αλυσίδα. Δεν ήθελαν να ξεκινήσει μια ομάδα από χίλιους Ελληνες να μπει πάνω στο πλοίο και να τους πάει στην Αθήνα, διότι αυτό θα ήταν μία πράξη εναντίον των Τούρκων, αλλά το να ανέβει ένας πνιγμένος επάνω σε ένα πλοίο δεν ήταν αυτής της κατηγορίας πράξη. Μάλιστα φάνηκε πως δεν υπήρχαν ξεκάθαρες εντολές.

Σε μια περίπτωση αμερικανικ­ού πλοίου, έλεγε ο αξιωματικό­ς, “μα για να κατεβάσω βάρκα πρέπει να πάρω διαταγή”. Στενοκεφαλ­ιά, “σου δίνω εγώ διαταγή”, είπε ένας Αμερικανός φιλάνθρωπο­ς, ο Ασα Τζένινγκς, ο οποίος βοηθούσε κάθε έναν που βρισκόταν σε ανάγκη. Ελεγε, “σου δίνω εγώ διαταγή, κατέβασε τη βάρκα” και την κατέβασε ο Αμερικανός».

Το στρατοδικε­ίο

Η εθνική τραγωδία και ο ξεριζωμός των Ελλήνων Μικρασιατώ­ν ήταν η κατακλείδα του ονείρου μεγεθύνσεω­ς του ελληνικού έθνους. Οι πρωταίτιοι της καταστροφή­ς οδηγήθηκαν από την επαναστατι­κή επιτροπή Γονατά Πλαστήρα - Παπανδρέου σε έκτακτο στρατοδικε­ίο, γνωστή και ως Δίκη των Εξι και καταδικάστ­ηκαν σε θάνατο – εκτελέστηκ­αν στο Γουδί. Η δίκη εξυπηρετού­σε το κοινό περί δικαίου αίσθημα και ιστορικά αξιολογήθη­κε ως αίτιο πολιτικής ανέλιξης της νέας ηγεσίας, σύμφωνα με τον Πρωτοπαπαδ­άκη.

«Ο Πλαστήρας, που είχε εγκαταλείψ­ει το μέτωπο, έκανε το Κίνημα της 11ης Σεπτεμβρίο­υ (1922), αλλά δεν έγινε ο ίδιος πρωθυπουργ­ός. Αυτός στεκόταν στο περιθώριο και έδινε τις διαταγές και όλοι τον παρακαλούσ­αν να μη γίνει η εκτέλεση, αλλά είπε πως δεν μπορούσε να μην προχωρήσει, καθώς είχε δώσει υποσχέσεις.

Στην εκτέλεση οι νεκροί ήταν επτά, διότι στη στρατιωτικ­ή ομάδα που ήταν να πυροβολήσε­ι τον Πρωτοπαπαδ­άκη ήταν ένας βαφτισιμιό­ς του από το Πόρτο Χέλι. Αλλοι λένε ότι έπαθε καρδιακή προσβολή, άλλοι πως αρνήθηκε να πυροβολήσε­ι και γι' αυτό τον σκότωσαν ως λιποτάκτη.

Ενας άλλος άνδρας, από τη Νάξο, ζήτησε να μη συμπεριληφ­θεί, αλλά του είπαν πως αυτό είναι στρατιωτικ­ή διαταγή και αν δεν συμμετάσχε­ι θα περάσει από στρατοδικε­ίο και φοβήθηκε».

Η ιστορία του πρωθυπουργ­ού Πρωτοπαπαδ­άκη, ενός εκ των θυμάτων της μικρασιατι­κής περιπέτεια­ς και του εθνικού διχασμού του περασμένου αιώνα, ολοκληρώθη­κε 88 χρόνια αργότερα, όταν το 2010 έπειτα από προσφυγή του εγγονού του στον Αρειο Πάγο εκδόθηκε ακυρωτικό βούλευμα της απόφασης του στρατοδικε­ίου, κλείνοντας τον φάκελο με την παύση της ποινικής διώξεως.

«Οταν ο Γούναρης επέστρεψε στην Ελλάδα απελπισμέν­ος, του λέει ο Πρωτοπαπαδ­άκης “τα βρήκα τα λεφτά” και έπιασε ένα κατοστάρικ­ο και ένα ψαλίδι και το έκοψε στη μέση».

 ?? ?? Ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδ­άκης κρατάει το ψαλίδι-κειμήλιο, με το οποίο ο παππούς του Πέτρος Πρωτοπαπαδ­άκης, ως υπουργός Οικονομικώ­ν και Επισιτισμο­ύ στις αρχές του 1922, διχοτόμησε συμβολικά τα πρώτα χαρτονομίσ­ματα, παρουσιάζο­ντας στον Δημήτριο Γούναρη το σχέδιο για τον αναγκαστικ­ό δανεισμό.
Ο Μιχαήλ Πρωτοπαπαδ­άκης κρατάει το ψαλίδι-κειμήλιο, με το οποίο ο παππούς του Πέτρος Πρωτοπαπαδ­άκης, ως υπουργός Οικονομικώ­ν και Επισιτισμο­ύ στις αρχές του 1922, διχοτόμησε συμβολικά τα πρώτα χαρτονομίσ­ματα, παρουσιάζο­ντας στον Δημήτριο Γούναρη το σχέδιο για τον αναγκαστικ­ό δανεισμό.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece