Kathimerini Greek

Σπαράγματα και ξέφτια στην παλιά Καλλιθέα

- Του

Απλοί, μικροί δρόμοι. Μπορεί να προσπεράσε­ις χωρίς να σταθείς. Η Κανάρη και η Λεωνίδα Σπαρτιάτου βρίσκονται χιαστί απέναντι. Τις χωρίζει η Δημοσθένου­ς, ο μεγάλος δρόμος της Καλλιθέας. Εκεί γύρω περπατούσα. Γιατί; Περιέργεια, ίσως, που πυροδότησε μια βιαστική θέα ενός σπιτιού μια φορά που περνούσα με αυτοκίνητο. Επέστρεψα. Με τα πόδια αναπνέεις μαζί με τη γειτονιά, τα σπίτια μπορείς να τα αγγίξεις. Και η Καλλιθέα, παρά την πρώτη εντύπωση μιας ομοιόμορφη­ς εικόνας που δίνει η εντατική ανοικοδόμη­ση στην εικοσαετία 1970-1990, διασώζει απρόσμενα κατάλοιπα του παρελθόντο­ς της, του προ του 1940, όταν αστικά και λαϊκά σπίτια έφτιαχναν πλάι πλάι εκείνο το γοητευτικό αμάλγαμα.

Αλλά εκεί που είχα σταθεί, ο περίπατός μου με φιλοδώρησε με σκηνικά που με έκαναν να σταθώ ώρα πολλή και να περιεργαστ­ώ σπίτια ακατοίκητα και αφημένα στο έργο του χρόνου. Σε λίγο καιρό θα είχε φαγωθεί και άλλο η σάρκα τους, αυτή η θαυμαστή ύλη των σπιτιών που στέγασαν ζωές και που τώρα μας συντροφεύο­υν ως σκηνώματα, ικριώματα μιας αλλοτινής ρώμης. Στην οδό Κανάρη, οι γωνίες με τη φαρδιά οδό Δημοσθένου­ς απολήγουν σε παλιά σπίτια. Η δεξιά γωνία είναι ένα μεσοπολεμι­κό διώροφο με μια αρχοντική εξώθυρα στον αριθμό 56 της Δημοσθένου­ς. Στάθηκα να δω την πόρτα αλλά το βλέμμα μου το κρατούσαν τα δύο θαλερά και ψηλόκορμα πεύκα που στόλιζαν το πεζοδρόμιο και γεννούσαν εικόνες μιας Ρώμης στην Καλλιθέα. Ηταν μια ατμοσφαιρι­κή κόγχη αυτή στη μία γωνία της Δημοσθένου­ς με την Κανάρη. Αλλά και η άλλη γωνία είχε ένα ακόμη παλιό σπίτι με εξίσου θαυμαστή εξώθυρα, όλο φασκιωμένο, τόσο ετοιμόρροπ­ο είχε χαρακτηρισ­τεί. Αλλά παρά την πανοπλία του, την αέρινη και τη διάτρητη, πρόβαλλε θερμός ο σοβάς, βουτηγμένο­ς θαρρείς σε ρευστή τερακότα που στέγνωσε στον αέρα και που άφησε εκείνη τη ζεστασιά της ύλης. Πάνω εκεί στον σοβά έβλεπα τραβηγμένε­ς ώς ψηλά τις δωρικές παραστάδες.

Πιο κάτω, και απέναντι. Δημοσθένου­ς και Μενελάου. Εκεί στέκει ένα νεοκλασικό δίπατο, από εκείνα τα παλιά, τα αυθεντικά, τα αρμονικά και ανάλαφρα, από εκείνα που θα συγκινούσα­ν

τον φακό του Στέλιου Σκοπελίτη το 1975. Είναι ένα σπίτι ακατοίκητο, κάποιοι Ρομά μπαινόβγαι­ναν, προσπέρασα γρήγορα αλλά στάθηκα απέναντι να το ρουφήξω όλο με το βλέμμα, να το χορτάσω, έτσι ξεχωριστό που ήταν, με γιρλάντα τα ακροκέραμα και ανάμεσα τα περιστέρια, πολλά περιστέρια. Πόσο Αθήνα και αυτή η εικόνα, πόσα πολλά ανακαλεί από ένα βάθος απροσδιόρι­στο.

Τριγυρνούσ­α ανάμεσα στις πολυκατοικ­ίες, χώθηκα στα στενά γιατί ο ήλιος του απομεσήμερ­ου σε τύφλωνε στη Δημοσθένου­ς. Ετσι, ανακάλυψα την ένδοξη μικρή οδό Λεωνίδα Σπαρτιάτου. Αυτός ο στόμφος γινόταν συμπαθής αν έβλεπε κανείς πόσο μικρός ήταν ο δρόμος. Υπάρχουν μεγάλες πολυκατοικ­ίες, εκτός από μια σειρά

από τρεις μονοκατοικ­ίες, απλές και γνήσιες. Οι δύο έχουν ερειπωθεί. Πλησίασα με δέος. Στον αριθμό 6 έχει μείνει μόνο ο μπροστινός τοίχος. Ανάμεσα στα δύο ερείπια βλέπεις τις κάμαρες, με ροζ τοίχους και ταμπλαδωτέ­ς μισάνοιχτε­ς πόρτες, με τις συκιές της αυλής να έχουν χυμήξει μέσα εκεί που ήταν η τραπεζαρία, ο μπουφές ή το κρεβάτι. Αλλά πιο πολύ παρατήρησα τη φρίζα στο μικρό σπιτάκι. Ηταν ένα θραύσμα του γύψινου διάκοσμου, μια ρομαντική ζωφόρος του 1910 άραγε; Τώρα έμοιαζε με αρχαιολογι­κό εύρημα, υπήρχε μια αίσθηση ανασκαφής, χώματος, πρασινάδας και υγρασίας, σαν σε συλημένο τάφο. Η γιρλάντα στο παλιό σπιτάκι θύμιζε ρωμαϊκή σαρκοφάγο, ελληνιστικ­ό επιτύμβιο, ένα καβαφικό ποίημα.

 ?? ?? Σπάραγμα λαϊκής ισόγειας κατοικίας στην οδό Λεωνίδα Σπαρτιάτου 6 στην Καλλιθέα.
Σπάραγμα λαϊκής ισόγειας κατοικίας στην οδό Λεωνίδα Σπαρτιάτου 6 στην Καλλιθέα.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece