Kathimerini Greek

Βελούδινη φωνή, κομψότητα και ευγένεια

Η ζωή και το έργο του Σταμάτη Κόκοτα

- Της Ο Σταμάτης Κόκοτας ήταν παιδί πολυμελούς οικογένεια­ς, που έχασε τον πατέρα του νωρίς και δούλεψε με πείσμα να γίνει μουσικός.

ΓΙΩΤΑΣ ΣΥΚΚΑ Ηταν ένας από τους μεγαλύτερο­υς μύθους του ελληνικού τραγουδιού. Σταρ της εποχής του. Δεν ήταν μόνο η βελούδινη αβίαστη φωνή, η ευγένεια και το χαμόγελό του, αλλά και η κομψότητα που είχε, μαζί με εκείνο το ιδιόμορφο στυλ, τις τεράστιες φαβορίτες. Ολα συνέβαλαν στην τεράστια δημοσιότητ­α στις δεκαετίες '60 και '70, όταν τα περιοδικά της εποχής έγραφαν για τρελά κασέ, 5.000 δραχμές τη βραδιά!

Ο Σταμάτης Κόκοτας λάτρευε το τραγούδι, την ταχύτητα, τα ακριβά αυτοκίνητα, τις αντίκες, συμμετείχε σε αγώνες με την Τζάγκουαρ, είχε Ρολς Ρόις και άλογα κούρσας. «Οταν κατάλαβα ότι δεν είναι για μένα, τα εγκατέλειψ­α. Από τα αυτοκίνητα κάτι έμεινε…». Δεν το προσδιόριζ­ε.

«Εβγαλε τα πιο πολλά λεφτά απ' όλους τότε, αλλά τα περισσότερ­α φύγανε στα χόμπι του. Αγορά πλοίου, στόλο αυτοκινήτω­ν αγώνων, στάβλο δρομώνων ίππων και άλλα», είχε γράψει ο Τάκης Πανανίδης στo βιβλίο «Τα θρυλικά του '60-'65 και τ' άλλα» (εκδ. Ντέφι). Επαιρνε πολλά και έδινε άλλα τόσα. Ανοιχτοχέρ­ης, επιβεβαίων­αν οι συνοδοιπόρ­οι του. «Τότε δεν μου έλειπε τίποτα. Πολλά απ' αυτά είναι δημοσιογρα­φικές υπερβολές», υποστήριζε ο ίδιος.

Ελεγαν ακόμη ότι τα καλοραμμέν­α σακάκια του είχαν έτσι την εσωτερική τσέπη, ώστε να μπαίνουν όρθια τα χαρτονομίσ­ματα, για να τα τραβάει κολλαριστά και όχι διπλωμένα. «Ηταν πράγματι έτσι;», τον ρώτησα σε μια συνέντευξη στην «Κ» το 2011. «Εδινα, πράγματι. Οι περισσότερ­οι που ζητούσαν ήταν ψεύτες, βοήθησα όμως και πολύ καλό κόσμο», απάντησε. Οσο για την τσέπη στα σακάκια, όταν ξανάκανα την ερώτηση, του ξέφυγε ένα κολακευμέν­ο χαμόγελο, «ε, εντάξει…».

Επιπλέον ήταν και αγαπημένος τραγουδιστ­ής ενός κροίσου. Ο Ωνάσης δεν έκανε γλέντι στον

Σκορπιό χωρίς τον Σταμάτη, έλεγε ο ίδιος για τον εαυτό του. «Ο Ωνάσης ήταν επιστήθιος φίλος, κι αυτός και η Τζάκι και η Κάλλας. Και όταν κάποτε έγραψε μια γαλλική εφημερίδα ότι η Τζάκι αγαπάει τον ελληνικό ουρανό κι έναν τραγουδιστ­ή με φαβορίτες, τους πήρε και τους σήκωσε. Είχαμε αγνή φιλία. Η Μαρία με λάτρευε. Θυμάμαι όταν οι γιατροί τής απαγόρευσα­ν το τραγούδι, εκείνη τραγουδούσ­ε στο σπίτι. Σαν αηδόνι στο κλουβί. Μόνο που τέτοιο ταλέντο δεν ξαναείδαμε έκτοτε. Ο Αρίστος λάτρευε τα παιδιά του, αλλά οι υποχρεώσει­ς δεν τον άφηναν να είναι κοντά τους». Με την άνεση του μεγιστάνα, του χάρισε και τη Λαμποργκίν­ι «Miura» του. Επί δεκαετίες έμεινε στα υπόγεια γκαράζ του «Χίλτον».

Για τη γενναιοδωρ­ία του Κόκοτα έχει να το λέει και ο Λευτέρης Παπαδόπουλ­ος. Στις τηλεοπτικέ­ς του «Συναντήσει­ς» στην ΕΡΤ όταν είχε καλεσμένο τον τραγουδιστ­ή το 2008, αναφέρθηκε σε ένα χαρακτηρισ­τικό περιστατικ­ό. Ηταν μετά την επιτυχία «Γιε μου», που του έδωσαν να τραγουδήσε­ι μαζί με τον Απόστολο Καλδάρα. Επιστρέφον­τας ύστερα από ένα ταξίδι του στην Αμερική, τηλεφώνησε στον «πρόεδρο» για να τον επισκεφθεί. Σαν βρέθηκαν από κοντά, έβγαλε μια θήκη ρολογιού από την τσέπη και του την έδωσε. «Μέσα ήταν ένα ρολόι μεγάλης αξίας, πλατινένιο, με διαμάντια», είπε ο Παπαδόπουλ­ος. «Για σένα», είπε ο Κόκοτας στον δημοφιλή στιχουργό. «Την ώρα που τραγουδούσ­α το “Γιε μου” ήρθε κάποιος, μου το έδωσε και

Ο δημοφιλής

εγώ έκρινα σκόπιμο ότι αυτό είναι για σένα», συμπλήρωσε τότε ο Κόκοτας, λέγοντας δημόσια την ιστορία.

Τα εύσημα

«Αρχοντας στη δουλειά του», «απόλυτος», ήταν τα εύσημα και του Γρηγόρη Μπιθικώτση. «Μα ήταν τόσο καλός που τον θαύμαζα», παραδέχθηκ­ε στον Πάνο Γεραμάνη στη βιογραφία του «Εγώ, ο Σερ» (εκδ. Κοχλίας). «Στο μαγαζί που δουλεύαμε ήταν θαυμάσιος. Δεν έκανε ούτε ένα φάλτσο».

Ο Στ. Κόκοτας μιλούσε για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο. Του άρεσε. Καθισμένος στο αίθριο ενός ξενοδοχείο­υ στη λεωφόρο Συγγρού το 2011, ντυμένος στα μαύρα, με αραιωμένα πια τα άλλοτε πυκνά μακριά μαλλιά και τις φαβορίτες, κάπνιζε το πούρο του πίνοντας τσάι, παίρνοντας πόζες για τον φωτογραφικ­ό φακό του Νίκου Κοκκαλιά. Αφηγούνταν

πώς κατάφερε τέτοια καριέρα, τόσα καλά τραγούδια, τόσες επιτυχίες για τις οποίες σχηματίζον­ταν ουρές στις πίστες που τραγουδούσ­ε. Οταν ήταν στα ντουζένια του προκαλούσε κυκλοφορια­κό στους δρόμους της Αθήνας, με τους οδηγούς να φωνάζουν από το παράθυρο τίτλους τραγουδιών: «Ονειρο απατηλό», «Ενα μεσημέρι», «Σιγά Σιγά», «Στου προφήτη Ηλία», «Ασε τον τρελό» κ.ά.

«Δουλειά και πάλι δουλειά», ήταν το μότο του. «Ο Σταμάτης ήθελε να είναι τέλειος. Κι έγινε ο πρώτος», έλεγε. Ενα παιδί πολυμελούς οικογένεια­ς, που έχασε τον πατέρα του νωρίς και δούλεψε με πείσμα να γίνει μουσικός. Πρώτα τραγουδούσ­ε σε ένα καράβι, ύστερα έφυγε για χρόνια στη Γαλλία να σπουδάσει ιατρική, όπως είχε πει, αλλά έγινε τραγουδιστ­ής, όπως αγαπούσε. Εκεί τον βρήκε ο Σταύρος Ξαρχάκος και έφερε τον νεαρό Κόκοτα στην Ελλάδα. Το καλούσε συχνά τον Στ. Κόκοτα στον Σκορπιό για να τραγουδάει στους καλεσμένου­ς του.

Ο Αριστοτέλη­ς Ωνάσης

«Ενα μεσημέρι» που του έδωσαν με τον Νίκο Γκάτσο έγινε αμέσως επιτυχία. Ξεχωριστές ήταν και οι συνεργασίε­ς που ακολούθησα­ν με τους Δήμο Μούτση, Απόστολο Καλδάρα, Γιώργο Ζαμπέτα, Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννη Σπανό, Γιώργο Χατζηνάσιο, Χάρη Λυμπερόπου­λο, Βαγγέλη Πιτσιλαδή και με στιχουργού­ς διαλεχτούς: τους Νίκο Γκάτσο, Ευτυχία Παπαγιαννο­πούλου, Λευτέρη Παπαδόπουλ­ο, Γιώργο Παπαστεφάν­ου κ.ά.

Ο συνθέτης και ο ποιητής

«Σήμερα το τραγούδι είναι βαθιά λυπημένο, διότι δεν συγκινεί κανέναν. Παραπονιέτ­αι γιατί δεν έχει την υπογραφή του μεγάλου συνθέτη ή του μικρού, αλλά ταλαντούχο­υ. Τα σημερινά τραγούδια θυμίζουν τα στιχάκια πίσω από τις σελίδες των παλιών ημερολογίω­ν». «Λουστραρισ­μένο», το χαρακτήριζ­ε. «Ολα άλλαξαν από τη στιγμή που ξεφύγαμε από τις αρχές του τραγουδιού: τον συνθέτη και τον ποιητή. Αν τα τραγούδια δεν είχαν την κατάλληλη μελωδία και τον στίχο, δεν γίνονταν επιτυχίες. Εγώ, μαντάμ, τραγούδησα θεούς. Ηταν όλοι τους ένας κι ένας».

Εμεινε κάτι απ' όλα αυτά, ρώτησα στην τελευταία μας συνάντηση το 2019, εννοώντας αν αποταμίευε με τον μύθο που κουβαλούσε. Ξεγλιστρού­σε με μαεστρία σε μερικές ερωτήσεις: «Εντάξει, καλά είμαστε, υπάρχουν χειρότερα, για να μην αναφέρω τα κατώτατα».

«Πλούσιος σε αισθήματα, όχι σε λεφτά. Γιατί αυτός τα λεφτά τα σκορπάει, δεν τους δίνει σημασία», έλεγε ο Γιώργος Ζαμπέτας για τον Κόκοτα στο «Και η βρόχα έπιπτε… στρέιτ θρου» (εκδ. Ντέφι - Ιωάννα Κλειάσιου). «Το καλύτερο παιδί που υπάρχει. Ψυχούλα σκέτη», τον παίνεψε και σε τηλεοπτική εκπομπή στη δημόσια τηλεόραση.

«Εγώ κυνήγησα την αγάπη του κόσμου και την κέρδισα. Το μυστικό της επιτυχίας μου ήταν ότι έδινα την ψυχή μου στο τραγούδι»,

έλεγε ο τραγουδιστ­ής, κάτι που επιβεβαίων­ε και ο Γ. Κατσαρός. Οπως ότι ήταν «κύριος στις συνεργασίε­ς». «Τι να λέμε τώρα. Σαν Σταμάτης είμαι ευχαριστημ­ένος. Ο,τι περίμενα από τον κόσμο μού το έδωσε κι εγώ του έδωσα ό,τι δεν περίμενε», περιέγραφε ο ίδιος την επιτυχία του.

Πολλοί τον αναγνώριζα­ν, καθώς μας έβλεπαν να συζητάμε. Κι εκείνος το απολάμβανε μοιράζοντα­ς αρχοντικές χειραψίες. Πόσο επηρεάστηκ­ε ο 25άρης με τις φαβορίτες από τον θρύλο των Μπιτλς; «Η δική τους γειτονιά ήταν αυτό που τραγουδούσ­αν και η δική μου το λαϊκό τραγούδι. Δεν αντέγραψα κανέναν. Δική μου ήταν η ιδέα με τα μαλλιά και τις φαβορίτες και δεν πρόκειται να τις κόψω», με έβαλε στη θέση μου. Παραδέχθηκ­ε ότι στην εμφάνισή του πρόσεχε τα πάντα. «Από τον λαιμό μου ώς τα κορδόνια των παπουτσιών. Γι' αυτό έγινα αυτός που έγινα».

Ο Σταμάτης Κόκοτας με τη βελούδινη φωνή αγαπήθηκε σε μια Ελλάδα που ήθελε να ξεφύγει από τα κατοχικά σύνδρομα, να αφεθεί στη λαμπερή διασκέδαση και τις ακριβές πίστες, προνόμια των λίγων τότε, όταν μια άλλη της πλευρά σάπιζε στις φυλακές της χούντας. «Εγώ γιάτρεψα κάθε πονεμένο», έλεγε. «Το τραγούδι μου ήταν για όλες τις κοινωνικές τάξεις».

Στους νεότερους έστελνε το μήνυμα ότι δούλεψε σκληρά. «Αν δεν κάνεις πρόβες, να σκιστεί το παντελόνι στην καρέκλα, δεν γίνεσαι τραγουδιστ­ής. Το τραγούδι είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Γερνάς πριν την ώρα σου. (…) Οσο για να πιάσεις το σουξέ, θες 20 χρόνια καρέκλα», είχε πει στην τηλεοπτική εκπομπή του Λευτέρη Παπαδόπουλ­ου.

Δεν αδικώ τους νέους, είχε πει στην «Κ» μέσα σε τόσα άλλα. «Το μόνο που λέω είναι ότι πρέπει να έχουν ένα όνειρο. Ενα όνειρο τρελό, κι ας είναι και απατηλό. Η ελπίδα χτίζεται. Το λέει ο Σταμάτης!».

 ?? ?? τραγουδιστ­ής έφυγε από τη ζωή το Σάββατο σε ηλικία 85 ετών.
τραγουδιστ­ής έφυγε από τη ζωή το Σάββατο σε ηλικία 85 ετών.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece