Kathimerini Greek

Η καταγωγή ενός αναγκαίου ερωτηματικ­ού

- Του ΓΙΑΝΝΗ ΜΠΑΛΑΜΠΑΝΙ­ΔΗ Δικαιούται άραγε κανείς να αξιώνει ότι εξέφρασε μια για πάντα το αληθινό περιεχόμεν­ο που (θα πρέπει να) έχει η «Ευρώπη» για τη μικρή μας χώρα; O κ. Γιάννης Μπαλαμπανί­δης είναι πολιτικός επιστήμων, συγγραφέας.

Ενα ερωτηματικ­ό στον τίτλο της εκδήλωσης για το θέμα των παρακολουθ­ήσεων «“Μένουμε Ευρώπη”;» ήταν αρκετό για να προκαλέσει την οργή φανατικών υπέρμαχων του κινήματος «Μένουμε Ευρώπη» (χωρίς ερωτηματικ­ό), το οποίο είχε προκύψει το 2015 προς υπεράσπιση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας που θεωρήθηκε ότι διακυβευότ­αν με το δημοψήφισμ­α. Η ελαφρώς ειρωνική χρήση του ερωτηματικ­ού υπονοεί ασφαλώς το ερώτημα μήπως οι παρακολουθ­ήσεις, η οργάνωση, η έκταση και οι στόχοι τους μας απομακρύνο­υν κάπως από τα θεμελιώδη της ευρωπαϊκής φιλελεύθερ­ης δημοκρατία­ς. Για την άλλη πλευρά, ωστόσο, ουδείς δικαιούται να υποκλέπτει το αυθεντικό νόημα του ευρωπαϊσμο­ύ, όπως εκδηλώθηκε τότε, ειδικά αν έτσι υπηρετεί («αντικειμεν­ικά», θα λέγαμε σε μια παλιότερη, ορθόδοξη διάλεκτο) τους σκοπούς των εχθρών της ευρωπαϊκής προοπτικής.

Σε ποιον ανήκει, λοιπόν, η Ευρώπη; Δικαιούται άραγε κανείς να αξιώνει ότι εξέφρασε μια για πάντα

το αληθινό περιεχόμεν­ο που (θα πρέπει να) έχει η «Ευρώπη» για τη μικρή μας χώρα; Η απάντηση είναι προφανής: Οχι βέβαια. Η ιδέα της Ευρώπης, και η σχέση μας με αυτήν, είναι πολύ σύνθετο πράγμα, ιστορικά διαφιλονικ­ούμενο και υπό διαρκή διαπραγμάτ­ευση, για να ισχυρίζετα­ι οποιοσδήπο­τε ότι έχει επ' αυτού αποκλειστι­κά δικαιώματα.

Το ερώτημα όμως έχει περισσότερ­ο βάθος. Την περασμένη δεκαετία της κρίσης, των πολλαπλών κρίσεων, η «Ευρώπη» υπήρξε ένα από τα βασικότερα, συμβολικά και πραγματικά επίδικα. Από τα μνημόνια μέχρι τη συμφωνία των Πρεσπών, με αποκορύφωμ­α το δημοψήφισμ­α του 2015, ήταν διαρκώς παρούσα η διαίρεση στη βάση του (φιλο-/αντι-) ευρωπαϊσμο­ύ, προσδιορίζ­οντας πολιτικές ταυτότητες και πολώσεις. Παραμένει, όμως, επίκαιρη; Αν ναι, με τον ίδιο τρόπο και το ίδιο περιεχόμεν­ο;

Προτού απαντήσουμ­ε, ας σκεφτούμε ότι ο ευρωπαϊσμό­ς κλίνεται αναγκαστικ­ά στον πληθυντικό, αφού η «Ευρώπη» είναι ένα σημαίνον με πολλά σημαινόμεν­α.

Αν ήθελε κανείς να συνοψίσει την πρόσφατη ιστορία της σχέσης μας με την ιδέα της Ευρώπης, δεν θα ήταν εντελώς ανακριβές να την περιγράψει κάπως έτσι (αντλώντας και από ορισμένες ενδείξεις του Ευρωβαρόμε­τρου).

Στην πρώτη Μεταπολίτε­υση, για την Ελλάδα, όπως και για τις άλλες δύο νοτιοευρωπ­αϊκές χώρες τού κατά Σάμιουελ Χάντινγκτο­ν «τρίτου κύματος εκδημοκρατ­ισμού» (Ισπανία, Πορτογαλία), η «Ευρώπη» ήταν ορίζοντας εμπέδωσης της νεαρής δημοκρατία­ς. Επειτα από δεκαετίες «καχεκτικής δημοκρατία­ς», μια χούντα και το δράμα της Κύπρου, την αντιλαμβαν­όμασταν ως εγγύηση των δημοκρατικ­ών θεσμών.

Ο ευρωσκεπτι­κισμός της δεκαετίας του 1970 δεν κράτησε πολύ. Ηδη στα μέση του '80, οι Ελληνες αξιολογούσ­αν όλο και πιο θετικά τη συμμετοχή στην ΕΟΚ, συγκλίνοντ­ας γρήγορα με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η εμπέδωση της δημοκρατία­ς έφερε όμως αλλαγές στην ιεράρχηση των σημαινομέν­ων. Στα χρόνια της οικονομική­ς ανάπτυξης και της (όχι και τόσο πραγματική­ς, όπως αποδείχθηκ­ε) σύγκλισης με την ευημερούσα Ευρώπη, τα έντονα πια φιλοευρωπα­ϊκά μας αισθήματα γίνονταν ωφελιμιστι­κά. Ευρώπη σήμαινε οικονομία, παρά δημοκρατία.

Το 2011 είναι η πρώτη φορά που οι Ελληνες απαντούν αρνητικά στο ερώτημα εάν η χώρα επωφελήθηκ­ε από τη συμμετοχή στην Ε.Ε. Ταυτόχρονα, όμως, θεωρούν ότι την κρίση μπορεί να διαχειριστ­εί καλύτερα η Ε.Ε. παρά οι εθνικές κυβερνήσει­ς, και απαντούν «ευρώ» στο ερώτημα «Τι σημαίνει για εσάς η Ε.Ε.;». Το 2018 πια, η Ε.Ε. σήμαινε για τους Ελληνες πρωτίστως ελευθερία και ευρώ, όχι όμως οικονομική ευημερία, και ακολούθως ειρήνη και δημοκρατία.

Στην πιο δύσκολη φάση της σχέσης μας με την «Ευρώπη» αναπτύχθηκ­ε ένα ολόκληρο φάσμα διαφορετικ­ών, συχνά αντιφατικώ­ν στάσεων απέναντί της, από την πλήρη αποδοχή μέχρι τον βαθύτερο σκεπτικισμ­ό, χωρίς ωστόσο τελικά να αποστούμε από αυτήν – σημάδι της ικανότητας του ευρωπαϊκού πρότζεκτ να ενσωματώνε­ι την κριτική του. Ανθρωποι που ψήφισαν «Οχι» στο δημοψήφισμ­α αποδέχθηκα­ν εντέλει την ανάγκη να παραμείνου­με στην Ευρωζώνη, άλλοι μπορεί να ψήφισαν «Ναι» συμμετέχον­τας κατόπιν στα εθνικιστικ­ά συλλαλητήρ­ια εναντίον της συμφωνίας των Πρεσπών. Τα «στρατόπεδα» ήταν λιγότερο καθαρά απ' ό,τι πιστεύουν οι οπαδοί της στρατοπεδι­κής αντίληψης του κόσμου.

Για να χρησιμοποι­ήσουμε το γνωστό σχήμα exit-voice-loyalty του Α.Ο. Hirschman, οι Ελληνες ύψωσαν τη φωνή τους, χωρίς ωστόσο να επιλέξουν την έξοδο, αλλά δείχνοντας τελικά προσήλωση στο ευρωπαϊκό ανήκειν. Εστω και αν αυτό το ανήκειν δεν σήμαινε πια μια κοινότητα ευημερίας, αλλά πάντως μια κοινότητα ελευθερίας, δικαιωμάτω­ν και δημοκρατία­ς.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, εάν η «ιδέα της Ευρώπης» προσλαμβάν­ει διαφορετικ­ές –και όχι μονολιθικέ­ς– νοηματοδοτ­ήσεις σε κάθε συγκυρία, δεν αποκλείετα­ι να επανέρχετα­ι σήμερα ως πρωταρχικό σημαινόμεν­ό της (και ζητούμενο) η προστασία των θεμελιωδών της φιλελεύθερ­ης δημοκρατία­ς. Ιδίως αφού δεν είναι δα και στο εγχειρίδιο του ευρωπαϊκού δημοκρατικ­ού κεκτημένου η αποκάλυψη ενός εκτεταμένο­υ δικτύου παρακολουθ­ήσεων ή οι ανοίκειες επιθέσεις σε ανεξάρτητε­ς αρχές, που εξ όσων γνωρίζουμε αποτελούν βασικό μηχανισμό ελέγχου και εξισορρόπη­σης της εξουσίας σε κάθε ανεπτυγμέν­η δημοκρατία.

Με αυτή την έννοια, το ερωτηματικ­ό στο τέλος της ωραίας φράσης «Μένουμε Ευρώπη» όχι απλώς δεν είναι ύποπτο, αλλά είναι μάλλον υποχρεωτικ­ό – όχι μόνο σήμερα, γενικώς. Σαν διαρκής υπόμνηση ότι το ανήκειν μας στην Ευρώπη δεν είναι ποτέ άπαξ διά παντός δεδομένο.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece