Γιατρεύοντας τους ιστούς της Ιστορίας
Το Εργαστήριο Δομικών Υλικών του ΑΠΘ μελετάει τη φθορά των αρχαίων μνημείων και βρίσκει τρόπους αποκατάστασης
μνημείου που κρύβει στη σύστασή του κατασκευαστικά μυστικά αιώνων.
ΑΛΕΞΙΑΣ ΚΑΛΑΪΤΖΗ Η Μαρία Στεφανίδου σκύβει στο μικροσκόπιο. Αυτό που μελετάει φαίνεται σαν πέτρα. Στην πραγματικότητα όμως είναι ένα πολύτιμο θραύσμα από βυζαντινή τοιχοποιία που ήρθε στο φως στις ανασκαφές του σταθμού μετρό στη Βενιζέλου. Στην οθόνη του υπολογιστή, το κομμάτι αυτό που άντεξε στους αιώνες εμφανίζεται μεγεθυμένο αποκαλύπτοντας τα πρώτα μυστικά της σύστασής του.
Η «εξέταση» αυτή είναι το πρώτο βήμα για τη μελέτη κάθε μνημειακού υλικού που φτάνει στο Εργαστήριο Δομικών Υλικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από τους πάγκους του εργαστηρίου, που βρίσκεται στο ισόγειο της Πολυτεχνικής Σχολής, έχουν περάσει δείγματα από κάποια από τα σημαντικότερα μνημεία όλης της Ελλάδας: από τη Ροτόντα και τα αρχαία ευρήματα των σταθμών μετρό της Αγίας Σοφίας και της Βενιζέλου μέχρι το αρχαίο θέατρο της Θάσου, αλλά και νεότερα, όπως τα αρχοντικά της Δυτικής Μακεδονίας.
Το εργαστήριο μελετάει τα υλικά των μνημείων αυτών, καταγράφει τις φθορές που έχουν υποστεί από τον χρόνο και την κλιματική κρίση και παράλληλα προτείνει υλικά συμβατά για την αποκατάστασή τους.
Οπως εξηγεί η κ. Στεφανίδου, διευθύντρια του Εργαστηρίου και καθηγήτρια στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, το εργαστήριο έχει αυτή την ερευνητική κατεύθυνση στη μελέτη υλικών μνημείων και ιστορικών κτιρίων τα τελευταία τριάντα χρόνια. «Εχουμε κάνει δειγματοληψία σε έναν μεγάλο αριθμό μνημείων σε όλη την Ελλάδα και η μεθοδολογία αυτή έχει εφαρμοστεί και σε μνημεία του εξωτερικού», σημειώνει μιλώντας στην «Κ».
Τα δεδομένα που έχουν συγκεντρώσει οι επιστήμονες σε βάθος χρόνου αποτελούν και
τη μεγάλη τους περιουσία, καθώς μπορούν πλέον να κάνουν συγκρίσεις μεταξύ των διαφορετικών ετών και να διαπιστώνουν πόσο έχουν επηρεαστεί τα μνημεία από την κλιματική κρίση, η οποία αποτελεί πλέον έναν σημαντικό παράγοντα κινδύνου για τους πολιτισμικούς θησαυρούς της χώρας, καθώς και από άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες.
Σειρά μελετών αποδεικνύει πλέον τους τρόπους με τους οποίους η κλιματική κρίση προκαλεί φθορές στα μνημεία όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο. Η κ. Στεφανίδου αναφέρει πως η κλιματική αλλαγή έχει να κάνει με τη συχνότητα και τη βιαιότητα κάποιων φαινομένων, όπως οι πλημμύρες. Οταν λοιπόν, εξηγεί η ίδια, ένα υλικό εκτίθεται σε συχνότερους Τα νέα υλικά δοκιμάζονται για την αντοχή τους μπαίνοντας κάτω από μια πρέσα.
κύκλους ύγρανσης και ξήρανσης, που είναι διαβρωτικοί, τότε ο ιστός του μαλακώνει πιο εύκολα, η αντοχή του μειώνεται, αλλάζει ο τρόπος που συνδέονται τα υλικά μεταξύ τους, οπότε μπορεί να επηρεαστεί μέχρι και η στατικότητα του μνημείου. «Η αποτύπωση φθοράς μπορεί να είναι μια απλή χρωματική αλλαγή. Μπορεί ωστόσο να είναι και πιο σοβαρή, σε μεγαλύτερη κλίμακα, όπως για παράδειγμα να δημιουργηθούν ρωγμές στο υλικό, να υπάρχει χαλάρωση, απώλεια αντοχής και, τέλος, απώλεια του ίδιου του υλικού», επισημαίνει.
Ενα σημαντικό έργο στο οποίο θα συμμετάσχει άλλωστε είναι η επανατοποθέτηση των αρχαίων ευρημάτων στον σταθμό του μετρό στη Βενιζέλου. «Οποτε χρειαστεί ή φέρουν υλικό για επανατοποθέτηση, θα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε συμβατά υλικά για να συγκολληθούν τα θραύσματα που έχουν μεταφερθεί», τονίζει η ίδια.
Το υλικό αποκατάστασης που παράγουν οι ερευνητές δεν μιμείται το πρωταρχικό του μνημείου, αλλά μοιράζεται κάποια παρόμοια χαρακτηριστικά. Τα νέα αυτά υλικά περνούν από διάφορα τεστ για να διαπιστωθεί η αντοχή τους. Μια ερευνήτρια μας έδειξε
πώς δοκιμάζει την αντοχή ενός υλικού βάζοντας έναν κύβο κατασκευασμένο από αυτό κάτω από μια πρέσα που του ασκεί φορτία. Επειτα από κάποια λεπτά που δεχόταν πίεση, το φαινομενικά άφθαρτο υλικό άρχισε να δημιουργεί ρωγμές και έπειτα να διαλύεται. Η ερευνήτρια παρακολούθησε τη δοκιμασία με ψυχραιμία και έπειτα σημείωσε τις ανάλογες τιμές.
Θάλαμοι τεχνητής γήρανσης
Σε έναν άλλο χώρο του εργαστηρίου, υπάρχουν επίσης οι ειδικοί θάλαμοι τεχνητής γήρανσης, όπου τα καινούργια υλικά εκτίθενται σε κύκλους ψύξης και απόψυξης που γίνονται όλο και συχνότεροι εξαιτίας της κλιματικής κρίσης, σε αλατονέφωση, που προσομοιάζει στις συνθήκες που υποβάλλονται τα μνημεία που βρίσκονται παραλιακά, καθώς και σε συνθήκες όξινης βροχής, για να διαπιστωθεί η ταχύτητα με την οποία μπορεί να φθαρούν.
Οπως περιγράφει η κ. Στεφανίδου, το μυστικό των προγενέστερων, που συνδύαζαν συνήθως τον ασβέστη με την ποζολάνη, την ηφαιστειακή γη δηλαδή, ήταν η καλή ποιότητα των πρώτων υλών. «Ο,τι σχέδιο και να κάνουμε, όποια συνταγή και να δώσουμε, δεν θα επιτύχει αν δεν υπάρχουν καλές πρώτες ύλες». Γι' αυτό, το εργαστήριο προσπαθεί και –παρά την παντοδυναμία του τσιμέντου που έχει κυριεύσει την παραγωγή– έχει εντοπίσει και συνεργάζεται με συγκεκριμένους, τοπικούς, ασβεστοποιούς που συνεχίζουν και παράγουν ποιοτικό ασβέστη από τα Γιάννενα μέχρι και την Κρήτη. Για την ηφαιστειακή γη, η Ελλάδα είναι ευλογημένη να την έχει σε νησιά της όπως η Μήλος, η Σκύρος και η Κίμωλος.
Οπως συνηθίζει να λέει άλλωστε η καθηγήτρια, τα υλικά κρύβουν μαγεία και αν συνδυαστούν με την επιστήμη και τη μαεστρία, μπορούν να κάνουν θαύματα.
Αναζητούν τα κατάλληλα υλικά για να συγκολληθούν τα θραύσματα που έχουν μεταφερθεί από τον σταθμό Βενιζέλου του μετρό.