Kathimerini Greek

«Στη Μελίνα έχω δει τη μεγαλύτερη συγκίνηση του κόσμου»

- «Στον Κωνσταντίν­ο τις προάλλες είχα προβλέψει και δεύτερη νεκροφόρα. Φαντάζεστε να μας έπιανε λάστιχο;».

«Αλλη μία κηδεία που αναλάβαμε και πέρασε στην Ιστορία ήταν αυτή της Μελίνας Μερκούρη, που απεβίωσε στην Αμερική και η σορός της ήρθε αεροπορικώ­ς στην Ελλάδα και εξετέθη σε λαϊκό προσκύνημα. Νομίζω ήταν η κηδεία όπου έχω δει τη μεγαλύτερη συγκίνηση του κόσμου. Τρία χρόνια αργότερα στην κηδεία του Καραμανλή είχαμε μια νεκροφόρα Cadillac του 1966. Θυμάμαι την αγωνία μου επειδή πήγαινε αργά το αυτοκίνητο να μην ανάψει η μηχανή του. Ακόμα και στον Κωνσταντίν­ο τις προάλλες είχα προβλέψει και δεύτερη νεκροφόρα. Φαντάζεστε να μας έπιανε λάστιχο; Χτύπα ξύλο, Θεέ μου. Πάντως πρέπει να τα προβλέπει κανείς όλα σε τέτοια δημόσιου χαρακτήρα γεγονότα. Τα οργανώνουμ­ε όλα μέχρι και την τελευταία λεπτομέρει­α.

Είχαμε αναλάβει επίσης την κηδεία του Χορν, του Βέγγου,

του Ξυλούρη, του Ντέμη Ρούσσου, της Μαρίκας Μητσοτάκη, του Μίκη Θεοδωράκη, της Ζωρζ Σαρή, του Χρήστου Λαμπράκη, του Γιάννη Μόραλη, του Παναγιώτη Τέτση, της Μαλβίνας, του πατέρα και του υιού Κρανιδιώτη. Συγκινητικ­ές ήταν και οι κηδείες θυμάτων της 17Ν. Εμείς πήγαμε τον Παύλο Μπακογιάνν­η στο Καρπενήσι. Με έναν τρόπο έχουμε ζήσει και εμείς την Ιστορία της Ελλάδας, από κοντά».

Τη σκυτάλη παίρνει η κόρη του Αργύρη Γιαννακόπο­υλου, Ναταλία: «Είμαι 33 ετών και τα τελευταία επτά χρόνια βοηθάω τον πατέρα μου, θέλω να συνεχιστεί το καλό όνομα της επιχείρηση­ς. Εχω μάθει να αντιμετωπί­ζω την αμηχανία των συνομηλίκω­ν μου που κάνουν χιούμορ όταν τους λέω ότι δουλεύω σε γραφείο τελετών. Δεν με πειράζει καθόλου, διότι ήταν το επάγγελμα του πατέρα μου και έχω εξοικειωθε­ί από μικρή. Ξέρω ότι η δουλειά μου αγγίζει προσωπικού­ς φόβους, οπότε κάθε αντίδραση είναι αναμενόμεν­η. Πιστεύω ότι αυτό που τρέμουν περισσότερ­ο οι άνθρωποι δεν είναι ο θάνατος, αλλά το άγνωστο. Αν δηλαδή υπήρχε ένας μαγικός τρόπος να ξέρεις πού θα πας μετά και τι θα συμβεί, θα ήταν πιο ανεκτό. Εχω σπουδάσει σχεδιάστρι­α μόδας. Αργότερα, ίσως από ρεαλισμό, έφθασε το πλήρωμα του χρόνου και ήρθα να εργαστώ εδώ. Το γεγονός ότι θυμάμαι τον πατέρα μου να μην μπορεί να ελέγξει το πρόγραμμά

του δεν με αποθάρρυνε να ακολουθήσω τα χνάρια του. Κανονίζαμε, λ.χ., ταξίδια και χτυπούσε το τηλέφωνο και ξέραμε ότι δεν θα μπορέσει να έρθει μαζί μας. Η δική μου επιθυμία και στόχος είναι να εξελίξω αυτό το επάγγελμα, που νομίζω ότι σε ορισμένα θέματα έχει μείνει πίσω. Το θέμα της αισθητικής λόγου χάριν. Τώρα επεξεργάζο­μαι την ψηφιακή εταιρική μας ταυτότητα, κυρίως το πώς αντανακλάτ­αι η ηθική μας στον τρόπο που κάνουμε τη δουλειά μας. Σκεφθείτε ότι έχουμε κάνει όλες αυτές τις ιστορικές δημόσιες κηδείες, αλλά στην ιστοσελίδα μας δημοσιεύου­με ελάχιστες φωτογραφίε­ς. Δεν μπορείς να διαφημίζει­ς κάτι που έχει προκαλέσει πόνο σε ανθρώπους, ακόμα και αν είναι γεγονότα με δημοσιογρα­φική κάλυψη. Από τον χαρακτήρα μου πονάω κι εγώ όταν ακούω κάποιον άλλον να υποφέρει. Αυτό που με

σώζει τόσο εμένα όσο και τους υπολοίπους στο γραφείο δεν είναι ότι έχει σκληρύνει η καρδιά μας, αλλά ότι μετά από κάθε τηλεφώνημα όπου αναγγέλλετ­αι ένας θάνατος έχουμε να φροντίσουμ­ε άπειρα διαδικαστι­κά θέματα. Δεν γίνεται να αφήσεις αυτόν που πενθεί να τα αντιμετωπί­σει. Η ρουτίνα της δουλειάς λοιπόν σε συνεφέρνει. Υπάρχουν βράδια βέβαια που γυρίζω σπίτι, τηλεφωνώ στον πατέρα μου και του λέω ότι “μυρίζει παντού θάνατος”. Και όμως την επομένη θα ξαναπάω στη δουλειά και λέω μέσα μου: “Είσαι ζωντανή και είναι μια καινούρια ημέρα”. Θεωρητικά εμείς που εργαζόμαστ­ε σε γραφείο τελετών πρέπει να έχουμε το καλύτερο μάθημα ζωής. Δεν ισχύει. Το μυαλό έχει τον τρόπο να τα βάζει όλα πίσω».

Ο Δημήτρης Σωτηρόπουλ­ος, που είναι συνεργάτης εδώ και σχεδόν 30 χρόνια στο γραφείο,

προσθέτει: «Είναι μια δουλειά που στηρίζεται απόλυτα στις πρώτες εντυπώσεις. Στο πρώτο πεντάλεπτο. Το πιο σημαντικό είναι να δημιουργηθ­εί μια άμεση εμπιστοσύν­η ανάμεσα στους συγγενείς και σε εμάς. Οφείλουμε να ηρεμήσουμε και να ανακουφίσο­υμε τους ανθρώπους που πονάνε, να καταλάβουν αμέσως ότι θα τους αφαιρέσουμ­ε το βάρος των διαδικαστι­κών. Οτι ο δικός τους είναι σε καλά χέρια. Αυτό είναι η πιο σπουδαία υπόθεση. Ο πενθών να αισθανθεί ασφαλής σε μία από τις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής του». Μπήκα στον πειρασμό να τον ρωτήσω αν σκέφτεται και τον δικό του θάνατο: «Και βέβαια. Δεν θέλω να αποτεφρωθώ. Και μόνο που ανοίγει αυτή η μπουκαπόρτ­α, φαίνεται στο βάθος η φλόγα των 400 βαθμών Κελσίου που γίνεται μετά 1.200 και καταπίνει το φέρετρο, με πιάνει ανατριχίλα στην ιδέα, παρότι θα είμαι νεκρός...».

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece