Οι νέοι πύραυλοι στην Ευρώπη αλλάζουν τον συσχετισμό ισχύος
Οι δυτικές ανασφάλειες κορυφώθηκαν στα τέλη του 1979, πρώτα στο ζήτημα της ανάπτυξης από τους Σοβιετικούς των νέων πυραύλων μέσου βεληνεκούς SS-20: οι νέοι πύραυλοι ήταν κινητοί, επομένως όχι εύκολα εντοπίσιμοι, ενώ διέθεταν τρεις πυρηνικές κεφαλές, η καθεμιά με δυνατότητα να πλήξει διαφορετικό στόχο. Αλλαξαν τους συσχετισμούς ισχύος στην Ευρώπη και έφεραν στο προσκήνιο παλιές και βαθιά ριζωμένες ανασφάλειες των Δυτικοευρωπαίων, δημιουργώντας ένα υπαρξιακό πρόβλημα στο ΝΑΤΟ. Εάν η Σοβιετική Ενωση, με τους νέους πυραύλους, μπορούσε να εξοντώσει τη Δυτική Ευρώπη, θα θυσίαζαν άραγε οι Αμερικανοί τη Νέα Υόρκη ή την Ουάσιγκτον για χάρη μιας Φρανκφούρτης που δεν θα υπήρχε πλέον; Το ΝΑΤΟ είχε πάντοτε αυτό το μείζον γεωπολιτικό πρόβλημα: στην Ευρώπη η δυτική συμμαχία ήταν ένα σχετικά μικρό (οικονομικά ισχυρό, αλλά πάντως μικρό σε έκταση) προγεφύρωμα στην τεράστια χερσαία μάζα της Ευρασίας· ο ισχυρότερος σύμμαχος, οι ΗΠΑ, χωριζόταν από έναν ολόκληρο ωκεανό από τους μικρότερους και περισσότερο εκτεθειμένους εταίρους του. Και οι Δυτικοευρωπαίοι, λόγω ακριβώς της αδυναμίας και της τρωτότητάς τους, υπέφεραν πάντοτε από τον φόβο της εγκατάλειψης από τους Αμερικανούς.
Ετσι, οι SS-20 οδήγησαν στη ΝΑΤΟϊκή «διπλή απόφαση» του
Δεκεμβρίου 1979, που καλούσε μεν τους Σοβιετικούς σε διαπραγματεύσεις για την αναστολή της εγκατάστασης των νέων πυραύλων, αλλά και προέβλεπε πως σε περίπτωση μη ευόδωσης αυτών των διαπραγματεύσεων, τα μέλη του ΝΑΤΟ θα εγκαθιστούσαν στην Ευρώπη αμερικανικούς πυραύλους μέσου βεληνεκούς (τους Πέρσινγκ και Κρουζ) για να εξισορροπήσουν τη σοβιετική υπεροχή. Με αυτόν τον τρόπο οι Αμερικανοί διαβεβαίωναν τους ανήσυχους Δυτικοευρωπαίους ότι θα θυσίαζαν πράγματι τη Νέα Υόρκη για τη Φρανκφούρτη και αποκαθιστούσαν τη συνοχή της συμμαχίας. Η «διπλή απόφαση» δεν αφίστατο από τη ΝΑΤΟϊκή γραμμή της ύφεσης, η οποία καλούσε για ταυτόχρονη διαπραγμάτευση με τους Σοβιετικούς και για ενίσχυση της δυτικής αποτροπής («defence and détente»). Ωστόσο, η λήψη της σηματοδοτούσε για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια την έναρξη μιας κούρσας εξοπλισμών στην Ευρώπη, που θα καθόριζε το διεθνές κλίμα.
Το Αφγανιστάν ήρθε λίγες ημέρες μετά για να οριστικοποιήσει την αλλαγή κλίματος. Εκεί οι Σοβιετικοί συγκρούονταν με τους ισλαμιστές (οι οποίοι συγκρούονταν με τις ΗΠΑ παντού αλλού), αλλά η εμπλοκή του Ερυθρού Στρατού, της ισχυρότερης ένοπλης δύναμης στον πλανήτη, που πάντοτε προκαλούσε ρίγη τρόμου στη Δύση, πυροδότησε άλλου τύπου φόβους. Ηταν η πρώτη φορά που ο πανίσχυρος Ερυθρός Στρατός περνούσε τα επιχειρησιακά όρια του Συμφώνου της Βαρσοβίας (το 1956 στην Ουγγαρία και το 1968 στην Τσεχοσλοβακία έδρασε μέσα στα όρια του σοβιετικού συνασπισμού). Τώρα έφθανε πλέον κοντά στον Περσικό Κόλπο, που αποτελούσε κομβικό σημείο για τον ανεφοδιασμό της Δύσης με πετρέλαιο, σε μια εποχή πετρελαϊκής κρίσης. Μήπως σκοπός του Κρεμλίνου ήταν ο έλεγχος αυτής της δυτικής αρτηρίας;
Ετσι, μια ανασφαλής Δύση (και μια ανασφαλής και αποδυναμωμένη αμερικανική ηγεσία) αισθάνθηκε ότι όφειλε να αντιδράσει δυναμικά. Η αντίδραση προκλήθηκε από τις πρωτοβουλίες του Κρεμλίνου στο ζήτημα των SS-20 και στο Αφγανιστάν: οι γηραιοί Σοβιετικοί ηγέτες της όψιμης εποχής Μπρέζνιεφ πιθανότατα δεν επιθυμούσαν να προκαλέσουν τέτοιες εντάσεις, αλλά υπήρξαν απρόσεκτοι και δεν εκτίμησαν σωστά τις συνέπειες των ενεργειών τους.
Δυναμική αντίδραση της Δύσης στις πρωτοβουλίες του Κρεμλίνου στο ζήτημα των SS-20 και στο Αφγανιστάν.