Ενας γραφίστας, κρυμμένος θησαυρός
Φως στο έργο του ξεχασμένου πρωτομάστορα των ελληνικών εντύπων Νίκου Καστανάκη ρίχνει νέο βιβλίο
ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΑΡΑΪΣΚΟΥ Μέσα στο πολύχρωμο χάος ενός παλαιοβιβλιοπωλείου του κέντρου της Αθήνας, ανάμεσα σε στοίβες σκονισμένων βιβλίων, εμφανίζεται σαν κάποιος κρυμμένος θησαυρός που μόλις ξεθάφτηκε το εξώφυλλο ενός περιοδικού από το 1934. Μέσα στο ατόφιο, πλακάτο χρώμα του εξωφύλλου του αναγράφεται το όνομά του, φτιαγμένο στο χέρι σε στυλ αρ ντεκό: «Αθήναι».
Τα μακρόστενα, κομψά κεφαλαία γράμματα συντονίζονται με τη βοή του πολυσύχναστου δρόμου που αντηχεί λίγα μέτρα παραδίπλα, και το αινιγματικό, παλιό έντυπο ανοίγει μια πύλη προς το παρελθόν και τη δημιουργική Αθήνα του Μεσοπολέμου. Γενναίο σε μέγεθος και πληθωρικό σε σχεδιασμό, το εύρημα μοιάζει πολύτιμο – ακόμα και αν ο πωλητής του έχει υπολογίσει την αξία του στα πέντε, μόνο, ευρώ.
Το πρώτο ξεφύλλισμα φανερώνει αμέσως τη σχεδιαστική δεινότητα του καλλιτεχνικού επιμελητή του εντύπου, που αποτελεί έναν αυτοτελή κόσμο φτιαγμένο από χαρτιά, μελάνια, φιλμ και τυπογραφικά στοιχεία. Κάθε κείμενο, κάθε τίτλος, κάθε άρθρο έχει αντιμετωπιστεί σαν ξεχωριστό, μικρό έργο τέχνης και δεν υπάρχει πουθενά αίσθηση διεκπεραίωσης ή αναπαραγωγής στερεοτύπων παρά μόνο τα σημάδια μιας αστείρευτης αυθεντικότητας. Πρόκειται για ένα «χειροποίητο» αριστούργημα, σμιλευμένο με δημιουργικότητα και φροντίδα σε κάθε του λεπτομέρεια.
Και όμως, αυτό το κειμήλιο της ιστορίας των τεχνών μας βρέθηκε
μονογραφία του δημοσιογράφου και συγγραφέα Κωστή Λιόντη για τον Νίκο Καστανάκη.
Μαζί με τον Αγγελο Σπαχή υπήρξε πρωτοπόρος του μοντερνισμού και των γραφικών τεχνών στη χώρα μας.
παραπεταμένο στο πάτωμα ενός σκονισμένου μαγαζιού, αποτιμημένο ως ευτελές και ξεχασμένο για πάντα, όπως ξεχασμένος είναι και αυτός που το σχεδίασε: ο φευγαλέος πρωτομάστορας της εγχώριας γραφιστικής, Νίκος Καστανάκης.
Η έκδοση του «Aθήναι» κράτησε εννέα μήνες (από τον Οκτώβριο του 1934 έως τον Ιούνιο του 1935) και έγινε για λογαριασμό της εφημερίδας «Ελληνικόν Μέλλον», που το διαφήμιζε με πύρινα
γνωστός με τα αρχικά Γ.Α.Β., εκδότης της «Καθημερινής», σε σκίτσο του Νίκου Καστανάκη, δημοσιευμένο στο ετήσιο σατιρικό ημερολόγιο «Σατανάς» το 1925.
λόγια, αποκαλώντας το «ο βασιλεύς των περιοδικών». Τι άλλα γραφιστικά ακροβατικά θα χορογραφούσε στις σελίδες του στο μέλλον ο Καστανάκης αν δεν σταματούσε άδοξα η κυκλοφορία του; Μόνο να φανταστούμε μπορούμε, και τα δείγματα που πρόλαβε να μας αφήσει είναι αρκετά για να το κάνουμε. Πού αλλού, όμως, άφησε τα χνάρια της ιδιοφυΐας του ο μεγάλος σχεδιαστής;
Το «Ατελιέ» του Συντάγματος
Ψάχνοντάς τα, αργά ή γρήγορα, τα εντοπίζουμε γύρω μας, κρυμμένα σε κοινή θέα: στο εξώφυλλο της συλλογής πεζών και ποιημάτων του Κώστα Καρυωτάκη που εξέδωσε η «Εστία», στα «Κλασσικά Εικονογραφημένα» των εκδόσεων Πεχλιβανίδη, στο πρώτο περιοδικό κόμικς στην Ελλάδα, το 1939, σε παλιές τουριστικές αφίσες ή διαφημίσεις και δίπλα στο όνομα του ζωγράφου-σκιτσογράφου Αγγελου Σπαχή, με τον οποίο ξεκίνησε το 1927 το πρώτο γραφιστικό στούντιο στη χώρα, το «Ατελιέ», στην πλατεία Συντάγματος. Οι δυο τους υπήρξαν πρωτοπόροι του μοντερνισμού και των εγχώριων γραφικών τεχνών, πρόδρομοι των μεταπολεμικών γιγάντων του ντιζάιν Μιχάλη Κατζουράκη και Φρέντυ Κάραμποττ. Και ενώ το έργο του Αγγελου Σπαχή παρουσιάστηκε σε πρόσφατη έκθεση στην Εθνική Βιβλιοθήκη, αυτό του Καστανάκη παραμένει ακόμα στην αφάνεια.
Ερχεται όμως να καλύψει αυτό το κενό μια νέα, ολοκληρωμένη μονογραφία του από έναν ερευνητή της πρόσφατης ιστορίας και των παραδόσεών μας, τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Κωστή Λιόντη. Τιτλοφορείται «Ολίγα τινά περί Νίκου Καστανάκη» και εκδότης είναι η «Οδός Πανός». Πρόκειται για μια ερευνητική διαδικασία που ο ίδιος ο Κωστής Λιόντης μας είπε, γελώντας, πως «του άλλαξε τα φώτα», με δεδομένη την έλλειψη πρώτων πηγών. Οπως λέει στην εισαγωγή της έκδοσης, «όλα τα τεκμήρια του παρελθόντος βρίσκονται σε ημίφως ή σε βαθύ σκότος», για να καταλήξει πως «η έλλειψη πληροφοριών αναχαιτίζει, αν δεν δηλητηριάζει κιόλας, τον αρχικό ενθουσιασμό».
Τελικά, όμως, δεν χάνει την πρώτη σπίθα που τον κινητοποίησε να ρίξει φως σε αυτό το ξεχασμένο κομμάτι της ιστορίας της ελληνικής τέχνης. Οπως ήταν πυκνή σε εκπλήξεις η εκδοτική πανδαισία του περιοδικού «Αθήναι», έτσι είναι και η έρευνα αλλά και η γραφή του Κωστή Λιόντη. Οπως έριχνε ο ίδιος ο Καστανάκης τα πολύχρωμα βεγγαλικά του, έτσι μας εντυπωσιάζει τώρα και με τα δικά του ο βιογράφος του.
Βέβαια, ο ίδιος γράφει στον επίλογο του βιβλίου του: «Ούτε βιογράφος είμαι, ούτε, πολύ περισσότερο, θα ήθελα να πέσω στις δόλιες παγίδες του ψυχολογισμού. Μήπως, ωστόσο, ως χαρακτήρας (σ.σ. ο Νίκος Καστανάκης) βρισκόταν στην άλλη άκρη του καλλιτεχνικού ναρκισσισμού; Εάν φροϋδικώς κάτι ανάλογο ευσταθεί, αυτό μεταφράσιμο λέγεται κοινώς σεμνότητα». Παρακάτω ακολουθεί μια μικρή συζήτηση που είχαμε μαζί του.