Ο πόλεμος συντήρησε τη ρωσική βιομηχανία
Ισχυρή παρέμεινε η μεταποίηση λόγω των αναγκών για πολεμοφόδια
Ο πόλεμος στην Ουκρανία συντηρεί τη βιομηχανία της Ρωσίας, αφού διατηρεί την παραγωγή της βαριάς πολεμικής βιομηχανίας αλλά και την παραγωγή μέρους της υψηλής τεχνολογίας παρά τις επιπτώσεις του στην ευρύτερη οικονομία, που πλήττεται. Το τίμημα του πολέμου θα πληρώσουν μάλλον οι Ρώσοι, καθώς έχει ουσιαστικό αρνητικό αντίκτυπο στο βιοτικό τους επίπεδο.
Παρά τα αλλεπάλληλα κύματα κυρώσεων από τη Δύση, η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε μόλις 0,7% στη διάρκεια του περασμένου έτους και γενικότερα επιδεικνύει ασυνήθιστη αντοχή από την αρχή του πολέμου, ενώ μειώνονται οι λιανικές πωλήσεις και οι μεταφορές φορτίου· στο σύνολό της δε η οικονομία συρρικνώθηκε περίπου κατά 2%. Ορισμένοι οικονομολόγοι εκτιμούν, άλλωστε, πως η βιομηχανική παραγωγή θα αυξηθεί κατά 2% στη διάρκεια του 2023. Η εικόνα προκύπτει από σειρά εκτιμήσεων που συγκέντρωσε το Bloomberg, ενώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Bloomberg Economics, η βιομηχανική παραγωγή ουσιαστικά δεν μειώθηκε καθόλου, καθώς ο πόλεμος ενίσχυσε τον μεταποιητικό τομέα αναπληρώνοντας την πτώση της παραγωγής που σημείωναν
επί χρόνια άλλοι τομείς. Καθοριστικός παράγοντας στάθηκε η ανάγκη για πολεμικό υλικό καθώς η παραγωγή τελικών προϊόντων μετάλλου –όπλα, βόμβες, γενικά εξοπλισμοί– αυξήθηκε 5% τους πρώτους 11 μήνες του 2022. Παράλληλα αυξήθηκε 4% η παραγωγή υπολογιστών, ηλεκτρονικών, εξαρτημάτων και κινητήρων αεροσκαφών και πυραύλων, οπτικών συστημάτων.
Παραδόξως μειώθηκε ελαφρώς η παραγωγή άλλων οχημάτων και μηχανολογικού εξοπλισμού, μεταξύ των οποίων και η παραγωγή πολεμικών πλοίων, αεροσκαφών και οχημάτων, που και πάλι ανέκαμψε στο τέλος του έτους. Οπως τονίζει η Σοφία Ντονέτς, οικονομολόγος της Renaissance Capital, «η βιομηχανική παραγωγή ήταν το 2022 σε καλύτερα επίπεδα από τις προβλέψεις ειδικότερα το πρώτο εξάμηνο του περασμένου έτους και επέδειξε μεγαλύτερη αντοχή σε σύγκριση με άλλες περιόδους κρίσης». Η ίδια εξήγησε, άλλωστε, πως «συνέδραμαν καθοριστικά οι δαπάνες της κυβέρνησης, που στήριξαν τόσο τη βαριά όσο και την ελαφρά βιομηχανία». Παράλληλα, η Ρωσία εξήγε ενέργεια σε υψηλές τιμές που μέχρι το τέλος του περασμένου έτους δεν επηρεάστηκαν
από τις κυρώσεις της Δύσης.
Σχολιάζοντας σχετικά ο Αλεξάντερ Ισακόφ, οικονομολόγος της Bloomberg Economics, προέβλεψε πως «φέτος ο πόλεμος στην Ουκρανία θα δώσει ώθηση στη βιομηχανική παραγωγή, που πιθανώς θα αυξηθεί κατά 2% σε σύγκριση με τα επίπεδα του περασμένου έτους». Οπως διευκρίνισε ο ίδιος, η Ρωσία κατόρθωσε να διατηρήσει σε σταθερά επίπεδα τη βιομηχανική παραγωγή της καθώς αντί να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου επέλεξε να «παραχωρήσει μεγάλες εκπτώσεις, να προωθήσει την παραγωγή αμυντικού υλικού στα όριά της και να επενδύσει εκτεταμένα στο εγχώριο δίκτυο αγωγών». Ο εν λόγω οικονομολόγος προβλέπει, πάντως, πως «το τίμημα θα είναι η πτώση του βιοτικού επιπέδου και η στασιμότητα της κατανάλωσης».
Μείωση κατανάλωσης
Εις επίρρωσιν των εκτιμήσεών του, τα τελευταία στοιχεία καταδεικνύουν σημαντική πτώση σε καίριους τομείς της οικονομίας που απευθύνονται στους καταναλωτές, με την παραγωγή αυτοκινήτων να έχει σημειώσει πτώση σχεδόν 50%, τις βιομηχανίες μάλλινων και την κλωστοϋφαντουργία να έχουν περιορίσει την παραγωγή τους κατά τουλάχιστον 10% και τις χημικές βιομηχανίες να έχουν μειώσει κατά 4%. Δεν λείπουν, πάντως, και οι κλάδοι που έχουν επωφεληθεί από τον αντίκτυπο των κυρώσεων και των περιορισμών στις εισαγωγές για να αυξήσουν την εγχώρια παραγωγή. Ανάμεσά τους οι φαρμακοβιομηχανίες και ο κλάδος των εκδόσεων.
Στη συνεισφορά της πολεμικής βιομηχανίας στην οικονομία της Ρωσίας αναφέρθηκε, άλλωστε, τον περασμένο μήνα και ο Βλαντιμίρ Πούτιν, τονίζοντας ότι «έχει σημειώσει ανάπτυξη το περασμένο έτος και εξακολουθεί να αναπτύσσεται». Οπως υπογράμμισε, εξάλλου, «οι βιομηχανίες της χώρες λειτουργούν με πολλές βάρδιες και ορισμένες ακόμη και 24 ώρες την ημέρα». Ακόμη και η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας σε σχετική έκθεσή της αναφέρθηκε στον μεταποιητικό τομέα ως ένα από τα θετικά στοιχεία της ρωσικής οικονομίας όπως διαγράφεται για το 2023. Χωρίς, ωστόσο, να αναφερθεί ευθέως στον πόλεμο και στις επιπτώσεις του στο εργατικό δυναμικό της χώρας, προειδοποίησε
πως επιδεινώνεται το πρόβλημα των ελλείψεων προσωπικού και ενδέχεται να περιορίσει σημαντικά τις προοπτικές ανάπτυξης μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Είναι πάντως σαφές πως ο πόλεμος είναι ο καθοριστικός παράγοντας που ευθύνεται για τις ελλείψεις προσωπικού στις ρωσικές βιομηχανίες. Μέχρι στιγμής έχουν επιστρατευθεί 300.000 πολίτες ενώ υπολογίζεται πως είναι διπλάσιος ο αριθμός όσων έχουν εγκαταλείψει τη χώρα για να αποφύγουν την επιστράτευση. Η Τράπεζα της Ρωσίας αρκείται απλώς να επισημάνει πως οι αυξημένες δαπάνες της κυβέρνησης θα έχουν μικρότερο ευεργετικό αντίκτυπο σε σύγκριση με αυτό που θα μπορούσαν να επιτύχουν υπό άλλες συνθήκες, καθώς «οι δαπάνες διοχετεύονται για να στηρίξουν άλλους τομείς που είναι λιγότερο παραγωγικοί».
Το τίμημα του πολέμου θα πληρώσουν μάλλον οι Ρώσοι, καθώς έχει αρνητικό αντίκτυπο στο βιοτικό τους επίπεδο.