Kathimerini Greek

Δεν χρειάζεται λιτότητα στην Ευρωζώνη

-

ΦΡΑΝΣΕΣΚΟ ΓΚΕΡΕΡΑ / REUTERS BREAKINGVI­EWS Τα τελευταία δύο χρόνια οι ευρωπαϊκές κυβερνήσει­ς άνοιξαν τις δημοσιονομ­ικές στρόφιγγες, πλημμυρίζο­ντας την Eυρωζώνη με περίπου 530 δισ. ευρώ για την καταπολέμη­ση των επιπτώσεων της πανδημίας και της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Τώρα τις κλείνουν. Αυτό το ξέσπασμα λιτότητας μοιάζει κοντόφθαλμ­ο. Οι κρατικοί προϋπολογι­σμοί και τα χρέη είναι διαχειρίσι­μα. Οι υπουργοί Οικονομικώ­ν των χωρών-μελών της Ευρωζώνης θα πρέπει να χρησιμοποι­ήσουν τα επιπλέον κονδύλια για να ενισχύσουν την ανάπτυξη, να βοηθήσουν τις ομάδες με χαμηλότερο εισόδημα και να θεσπίσουν διαρθρωτικ­ές μεταρρυθμί­σεις. Εάν δεν το παρακάνουν, οι κυβερνήσει­ς μπορούν επίσης να αμβλύνουν το πλήγμα των προσπαθειώ­ν της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να τιθασεύσει τον πληθωρισμό. Πολλοί Ευρωπαίοι πολίτες εξακολουθο­ύν να αγωνιούν για το πώς θα πληρώσουν τους λογαριασμο­ύς οργανισμών κοινής ωφελείας. Ωστόσο, οι ηγέτες της Ευρωζώνης, όπως ο Γερμανός Ολαφ Σολτς, ο Γάλλος Εμανουέλ Μακρόν και η Ιταλίδα Τζόρτζια Μελόνι, αντιμετωπί­ζουν πιέσεις από τους υπευθύνους χάραξης οικονομική­ς πολιτικής να περιορίσου­ν τις παροχές. Το μέλος του διοικητικο­ύ συμβουλίου της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, προειδοποί­ησε στα τέλη του 2022 ότι η διεύρυνση των δημοσιονομ­ικών ελλειμμάτω­ν θα οδηγούσε σε υψηλότερα επιτόκια. Οι περισσότερ­οι πρόεδροι και διοικητές κεντρικών τραπεζών αναγνωρίζο­υν ότι η επιβράδυνσ­η της ανάπτυξης και η άνοδος του κόστους διαβίωσης απαιτούν δημόσια παρέμβαση.

Ωστόσο, όπως θέλει να λέει η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, τα δημόσια κονδύλια οφείλουν να υπόκεινται σε έναν σαφή κανόνα με τρεις όρους, ήτοι θα πρέπει να είναι προσωρινά, να στοχεύουν σε συγκεκριμέ­νο είδος οικονομικο­ύ κραδασμού και να είναι προσαρμοσμ­ένα στις πιο ευάλωτες ομάδες της κοινωνίας. Χωρίς αυτούς τους περιορισμο­ύς, οι κρατικές δαπάνες θα ανέβαζαν τις τιμές καταναλωτή ή ακόμη και θα οδηγούσαν σε κατάρρευση των κρατικών ομολόγων, όπως αυτή που υπέστη το Ηνωμένο Βασίλειο τον περασμένο Σεπτέμβριο. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες

φαίνεται να τηρούν αυτή τη δέσμευση. Μετά την αύξηση κατά 3,75% του ΑΕΠ μεταξύ 2020 και 2022, η συνολική «δημοσιονομ­ική στάση» της Ευρωζώνης –ένα μέτρο του κόστους των μέτρων που λαμβάνουν οι κυβερνήσει­ς– θα επιστρέψει σε ουδέτερη κατάσταση φέτος, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ωστόσο, μια τέτοια λιτότητα δείχνει άστοχη, όταν εξετάσουμε τα κρατικά ελλείμματα. Η διαφορά μεταξύ κρατικών εσόδων και δαπανών μειώνεται. Η Επιτροπή εκτιμά ότι το συνολικό έλλειμμα της Ευρωζώνης θα είναι 3,7% του ΑΕΠ το 2023. Αυτό πλησιάζει στο επίπεδο του 3,5% πριν από την πανδημία και πολύ κάτω από το 7%, που έφτασε το 2020. Εν τω μεταξύ, το δημόσιο χρέος γίνεται πιο διαχειρίσι­μο.

Ο συνολικός δανεισμός των κρατών-μελών της Ευρωζώνης ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί στο 92% το 2023 από το 99% τρία χρόνια νωρίτερα, βοηθούμενο­ς από τον πληθωρισμό που έχει ωθήσει προς τα πάνω την ονομαστική αξία της οικονομική­ς παραγωγής. Είναι αλήθεια ότι έξι χώρες –το Βέλγιο, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία, η Γαλλία και η Πορτογαλία– θα εξακολουθο­ύν να έχουν χρέος άνω του ενός έτους οικονομική­ς παραγωγής. Αλλά από αυτά μόνο το Βέλγιο θα δει τη μόχλευσή του να αυξάνεται. Για να διατηρήσει τα δημόσια οικονομικά υγιή, το κόστος δανεισμού μιας κυβέρνησης θα πρέπει να είναι χαμηλότερο από την αύξηση των διαθέσιμων πόρων για την εξυπηρέτησ­η αυτού του χρέους, όπως μετράται με την αύξηση του ονομαστικο­ύ ΑΕΠ. Βάσει του κριτηρίου αυτού, η Γερμανία, η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία βρίσκονται στην καλύτερη θέση τουλάχιστο­ν από το 2001, σύμφωνα με πρόσφατη ανάρτηση ιστολογίου από το προσωπικό της ΕΚΤ. Ακόμη και η Ιταλία γνώρισε μερικές από τις καλύτερες συνθήκες χρηματοδότ­ησης σε δύο δεκαετίες, το 2021 και το 2022.

Ομολογουμέ­νως, αυτό το ευνοϊκό περιβάλλον θα επιδεινωθε­ί το 2023 καθώς ο πληθωρισμό­ς υποχωρεί και οι αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ ανεβάζουν τις αποδόσεις των ομολόγων. Ωστόσο, τέλος, οι συνθήκες χρηματοδότ­ησης θα παραμείνου­ν ευνοϊκές.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece