Αναδιάταξη του αμερικανικού κομματικού συστήματος
Στην αναμέτρηση για τις προεδρικές εκλογές, ο Κάρτερ είχε το μειονέκτημα των δύσκολων εσωτερικών και εξωτερικών προβλημάτων. Ο Ρέιγκαν ήταν χαρισματικός επικοινωνιακά, εκπέμποντας μια αισιοδοξία που θύμιζε τον Φραγκλίνο Ρούζβελτ, τον οποίο έλεγε ότι είχε ψηφίσει όλες τις φορές (ο Ρέιγκαν άλλαξε κόμμα μεταπολεμικά).
Στις προεκλογικές συγκεντρώσεις του ο Ρέιγκαν ρωτούσε αν οι παριστάμενοι ήταν σε καλύτερη κατάσταση τώρα από ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια. Με την ανεργία, τον πληθωρισμό και τα επιτόκια αυξημένα, η απάντηση για πολλούς ήταν αρνητική. Ο Ρέιγκαν δήλωνε επίσης: «Υφεση είναι όταν ο γείτονας χάνει τη δουλειά του, βαθιά ύφεση είναι 6.11.1980.
όταν εσείς χάνετε τη δουλειά σας και ανάκαμψη είναι όταν ο Τζίμι Κάρτερ χάσει τη δουλειά του».
Οι εκλογές του 1980 αποτέλεσαν νίκη του Ρέιγκαν και των συντηρητικών. Η άλωση της Ουάσιγκτον από τις συντηρητικές δυνάμεις δεν ήταν πλήρης. Παρότι η ισχύς των Δημοκρατικών στη Βουλή των Αντιπροσώπων μειώθηκε κατά 33 έδρες, συνέχισαν να ελέγχουν το κάτω σώμα του Κογκρέσου με 243 έναντι 192 βουλευτών. Επιπλέον στις προεδρικές εκλογές ο Ρέιγκαν πήρε μονάχα 51%, αν και ο Κάρτερ αποδοκιμάσθηκε συντριπτικά παίρνοντας μόλις 41% (το υπόλοιπο 8% πήγε στον Τζον Αντερσον). Οι εκλογές ωστόσο προσέδωσαν στους συντηρητικούς τον αέρα της περίφημης
νίκης, επειδή η Γερουσία περιήλθε για πρώτη φορά από το 1954 στον έλεγχο των Ρεπουμπλικανών με 53 έναντι 46 και ενός ανεξάρτητου γερουσιαστή.
Το 1980 έλαβε χώρα η μεγαλύτερη αναδιάταξη του αμερικανικού κομματικού συστήματος μετά τον θρίαμβο του Φραγκλίνου Ρούζβελτ το 1932. Είναι κάπως ειρωνικό ότι ο Ρέιγκαν βρέθηκε στη νικηφόρο πλευρά τόσο το 1932, όταν η αμερικανική πολιτική έκανε μεγάλη στροφή προς τα αριστερά, όσο και το 1980, όταν ο ίδιος ηγήθηκε μιας μεγάλης στροφής προς τα δεξιά.