Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος Ορισμένοι δεν έχουν επαφή με την οικονομική ζωή
διαδικασία και το υψηλό ποσοστό (σχεδόν 80%) προσέλευσης στις κάλπες όσων είχαν εγγραφεί στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους. Αρνητικό στοιχείο αποτελεί, ωστόσο, το γεγονός ότι η αυστηρότητα των προϋποθέσεων δεν επέτρεψε την εγγραφή στους εκλογικούς καταλόγους του μεγάλου αριθμού των ομογενών, ένα τμήμα από τους οποίους προσβλέπει στη συνδιαμόρφωση των πολιτικών συνθηκών για την επιστροφή του στη χώρα. Η προεκλογική εκστρατεία για τις σημερινές εκλογές χαρακτηρίστηκε από πλεονεκτήματα και αδυναμίες. Σε αντίθεση με ό,τι πολλοί περίμεναν, έγιναν αντιπαραθέσεις, κυρίως στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο, πάνω σε ζητήματα δημόσιας πολιτικής, π.χ., για την ανάπτυξη. Το θετικό αυτό στοιχείο αποκάλυψε μια αδυναμία: ορισμένοι πολιτικοί δεν έχουν επαφή με την τρέχουσα οικονομική ζωή, ενώ επίσης τους λείπουν βασικές γνώσεις και πληροφορίες. Oλα τα σύγχρονα επαγγέλματα επιτάσσουν τη συνεχιζόμενη κατάρτιση όσων τα ασκούν. Θα πρέπει αυτό να ισχύσει στο μέλλον και για τους επαγγελματίες πολιτικούς.
Eπίσης, οι λεκτικές προσωπικές επιθέσεις και η μανία κατά των αντιπάλων περιορίστηκαν στο περιβάλλον των νέων μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Από την άλλη μεριά, όμως, κόμματα που πρωταγωνιστούν στις κινητοποιήσεις κατά βιομηχανικών και τουριστικών επενδύσεων, βλαβερών για το φυσικό περιβάλλον, έβλαψαν σοβαρά το περιβάλλον: τα κέντρα των πόλεων γέμισαν με αφίσες και πανό.
Σε αντίθεση με τις περισσότερες εκλογές της προηγούμενης δεκαετίας, η Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.) δεν ήταν στο επίκεντρο των προεκλογικών διαμαχών. Αυτό ήταν ευνόητο, αφού η οικονομική κρίση παρήλθε. Ταυτόχρονα, χαμήλωσε η ένταση του ευρωσκεπτικισμού, ο οποίος σε προγενέστερες εκλογές είχε πολλούς εκφραστές και «σκληρή» μορφή. Ωστόσο, έτσι προεκλογικά δεν συζητήθηκαν ανοιχτά ζητήματα που αφορούν την Ελλάδα και την Ε.Ε.: βαθιές κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, απρόβλεπτες μεγάλες μεταναστευτικές ροές, δημογραφική παρακμή.
Με αφορμή τις πράγματι απαράδεκτες παρακολουθήσεις ορισμένων πολιτικών και δημοσιογράφων, τέθηκαν ζητήματα ποιότητας της δημοκρατίας. Ο στοχασμός για τη δημοκρατία, όμως, περιέπεσε σε ανούσια διαμάχη,