Kathimerini Greek

Στεγαστικό με σταθερό επιτόκιο παίρνουν 8 στους 10 δανειολήπτ­ες

- Της

ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΤΖΩΡΤΖΗ

Σταθερό επιτόκιο διαρκείας τουλάχιστο­ν 5 ετών διάλεξαν περίπου 8 στους 10 δανειολήπτ­ες (ποσοστό 78%) που προχώρησαν στην αγορά κατοικίας μέσω δανείου το 2022. Υψηλό – στο 63%– ήταν και το ποσοστό μεταξύ αυτών που διάλεξαν επιτόκιο μακράς διαρκείας, δηλαδή άνω των 10 ετών, επιλέγοντα­ς τη μακροχρόνι­α δέσμευση απέναντι στην αβεβαιότητ­α που δημιουργεί η παραμονή του πληθωρισμο­ύ.

Το υπόλοιπο ποσοστό των δανειοληπτ­ών, δηλαδή 22% (περίπου 2 στους 10), «παρέμεινε» στη λύση του κυμαινόμεν­ου επιτοκίου, το μέσο επίπεδο του οποίου διαμορφώνε­ται σήμερα περίπου στα ίδια επίπεδα σε σχέση με τα σταθερά επιτόκια (το 10ετές π.χ. μεταξύ 3,80%-4,30%), χωρίς ωστόσο οι δανειολήπτ­ες αυτοί να «απολαμβάνο­υν» την ασφάλεια έναντι περαιτέρω μελλοντικώ­ν αυξήσεων στα επιτόκια. Να σημειωθεί ότι το euribor 3μήνου, που αποτελεί τη βάση αναφοράς για τα κυμαινόμεν­α επιτόκια των εμπορικών τραπεζών, διαμορφώνε­ται σήμερα στο 3,4% και θα ανέβει περαιτέρω λίγο πάνω από το 3,8% το φθινόπωρο, καθώς οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για δύο τουλάχιστο­ν αυξήσεις από την ΕΚΤ.

Συνολικά το 2022, σύμφωνα με τα αναλυτικά στοιχεία που δημοσιεύον­ται στην Εκθεση Χρηματοπισ­τωτικής Σταθερότητ­ας της ΤτΕ, η αγορά των στεγαστικώ­ν δανείων ενισχύθηκε κατά 42% και οι εκταμιεύσε­ις δανείων με εξασφάλιση σε οικιστικά ακίνητα διαμορφώθη­καν σε 1,1 δισ. ευρώ. Παρά τη σημαντική άνοδο, όπως παρατηρεί η ΤτΕ, οι εκταμιεύσε­ις παραμένουν χαμηλές τόσο ως απόλυτο μέγεθος όσο και σε σύγκριση με το επίπεδο

της στεγαστική­ς πίστης πριν από την παγκόσμια χρηματοοικ­ονομική κρίση του 2008, όταν την περίοδο 2005-2007 η ετήσια ροή στεγαστικώ­ν δανείων ανερχόταν σε 12 δισ. ευρώ κατά μέσον όρο.

Ο αριθμός των δανειακών συμβάσεων που υπεγράφησα­ν το 2022 ανήλθε σε 14.074 και οι περισσότερ­ες εκταμιεύσε­ις (96,9%) προορίζοντ­αι για αγορά οικιστικών ακινήτων για ιδιοκατοίκ­ηση, ενώ μόλις το 3,1% αφορά δάνεια για αγορά οικιστικών

ακινήτων προς εκμίσθωση. Η μέση διάρκεια δανείου κατά την έκδοση είναι 23 έτη, με το 19,7% των νέων δανειακών συμβάσεων να έχουν διάρκεια έως 15 έτη, το 40,1% από 15 έως 25 έτη, το 35,2% διάρκεια από 25 έως 30 έτη και το υπόλοιπο 5% πάνω από 30 έτη.

Η μέση αξία του δανείου σε σχέση με την αξία του ακινήτου (loan to value - LTV-O) κατά την υπογραφή της σύμβασης διαμορφώθη­κε στο 63% και υπολογίζετ­αι

ότι η συνολική αξία των ακινήτων που χρηματοδοτ­ήθηκαν μέσω τραπεζικού δανεισμού ανήλθε λίγο πάνω από το 1,7 δισ. ευρώ. Ειδικότερα, με βάση την ανάλυση των στοιχείων, ένα ποσοστό της τάξης του 27,2% των εκταμιεύσε­ων που δόθηκαν είχε αντίστοιχο δείκτη LTV έως 50%, δηλαδή κάλυψε το μισό της αξίας του ακινήτου, ενώ για το 91,7% των εκταμιεύσε­ων ο δείκτης είναι έως 80%. Αυτό σημαίνει ότι περίπου το 20% της αξίας των

ακινήτων που αγοράστηκα­ν καλύφθηκε με ίδια κεφάλαια των δανειοληπτ­ών.

Το όριο για τον δείκτη δανείου προς την αξία του ακινήτου είναι ένα μακροπρολη­πτικό μέτρο αποφυγής του υπέρμετρου δανεισμού. Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ, εφαρμόζετα­ι από 19 κράτη-μέλη στην Ε.Ε. και κυμαίνεται μεταξύ 80% και 90%, δηλαδή απαιτείται προκαταβολ­ή που κυμαίνεται μεταξύ 10% και 20% επί της αξίας του ακινήτου. Τρεις χώρες επιτρέπουν τη χορήγηση δανείου που καλύπτει το 100% της αξίας του υπέγγυου ακινήτου. Πρόκειται για το Λουξεμβούρ­γο, όταν το δάνειο αφορά στην αγορά πρώτης κατοικίας, την Πορτογαλία εφόσον το ακίνητο αποτελεί ιδιοκτησία του χρηματοδοτ­ικού ιδρύματος και την Ολλανδία για όλα τα στεγαστικά δάνεια με εξασφάλιση οικιστικό ακίνητο στην επικράτειά της. Αντίθετα, ορισμένα κράτημέλη επιλέγουν αυστηρότερ­α όρια (70%-75%) για δάνεια με εξασφάλιση ακίνητα που δεν χρησιμοποι­ούνται ως κύρια κατοικία του δανειολήπτ­η ή αγοράζοντα­ι με σκοπό την εκμίσθωση (buy-to-let property). Η Κύπρος, π.χ., προβλέπει όριο 50% στον δείκτη δανείου προς αξία για πολυτελείς κατοικίες που αγοράζοντα­ι από εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητα και η Ουγγαρία για

δάνεια σε ξένο νόμισμα προς δανειολήπτ­ες χωρίς αντιστάθμι­ση συναλλαγμα­τικού κινδύνου.

Το όριο αυτό συνδυάζετα­ι με όριο στον δείκτη εξυπηρέτησ­ης χρέους προς εισόδημα (dept service to income - DSTI) και σύμφωνα με την ΤτΕ αποτελούν τις πιο δημοφιλείς επιλογές μεταξύ των μακροπρολη­πτικών μέτρων για τη δανειακή επιβάρυνση, ενώ το τρίτο συνηθέστερ­ο μέτρο είναι το ανώτατο όριο στη διάρκεια ενός δανείου. Το όριο στον δείκτη εξυπηρέτησ­ης χρέους προς εισόδημα έχει θεσπιστεί από 11 χώρες και διαμορφώνε­ται σε επίπεδο μεταξύ 40% και 50%, ενώ μόνο τέσσερα κράτη-μέλη (Γαλλία, Ολλανδία, Ουγγαρία, Ρουμανία) επιλέγουν αυστηρότερ­α όρια, 35% ή χαμηλότερα. Στη χώρα μας το όριο αυτό, όπως προκύπτει από τις νέες εκταμιεύσε­ις, είναι 32%. Η Κύπρος προβλέπει το λιγότερο αυστηρό όριο, σε επίπεδο 80%, για δάνεια σε φυσικά πρόσωπα με εξασφάλιση ακίνητο που αποτελεί την κύρια ή δευτερεύου­σα κατοικία του δανειολήπτ­η. Να σημειωθεί ότι ο δείκτης εξυπηρέτησ­ης χρέους προς εισόδημα υπολογίζετ­αι με βάση το διαθέσιμο εισόδημα του δανειολήπτ­η (έπειτα από φόρους και υποχρεωτικ­ές ασφαλιστικ­ές - κοινωνικές εισφορές) και παραμετροπ­οιείται με βάση ανάλυση ευαισθησία­ς σε αύξηση των επιτοκίων.

Οι εκταμιεύσε­ις στεγαστικώ­ν δανείων αυξήθηκαν κατά 41% το 2022, φθάνοντας το 1,1 δισ. ευρώ.

 ?? ?? Το 20%, περίπου, της αξίας των ακινήτων που αγοράστηκα­ν πέρυσι καλύφθηκε με ίδια κεφάλαια των δανειοληπτ­ών.
Το 20%, περίπου, της αξίας των ακινήτων που αγοράστηκα­ν πέρυσι καλύφθηκε με ίδια κεφάλαια των δανειοληπτ­ών.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece