Κανόνες και υποχρεώσεις
κι εμείς οι επαγγελματίες περιοριζόμαστε να μνημονεύουμε τον Εμμ. Ροΐδη και την υπέροχη «Σκνίπα» του «Εν Ελλάδι ενός νόμου χρείαν έχομεν: Περί τηρήσεως των κειμένων νόμων» και να πηγαίνουμε παρακάτω. Επαναφέρω το ζήτημα, μιας και αυτό θέλω να δω να εφαρμόζεται την ερχόμενη τετραετία. Και αν εκτός από το τι περιμένω από την καινούργια κυβέρνηση, μπορώ να μοιραστώ μαζί σας και τι περιμένω από τους ανθρώπους, θα έλεγα ότι φαντάζομαι καναλάρχες που ενθαρρύνουν τον πειραματισμό και την καλλιτεχνική έκφραση, διευθυντές προγράμματος που εγκαινιάζουν εκπαιδευτικές ζώνες τεχνολογίας και τεχνών, στελέχη που αναζητούν νέα ταλέντα στο Φεστιβάλ Δράμας, Ολυμπίας, Θεσσαλονίκης και παντού, εργαστήρια οπτικοακουστικής γλώσσας για παιδιά και εφήβους μέσα στα στούντιο. το Δημόσιο να φροντίσει για τις χρηματοδοτήσεις εξασφαλίζοντας την έως τώρα καλή λειτουργία μουσείων και χώρων, όπως στο ΚΠΙΣΝ. Κι επίσης ελπίζω να μάθει ο δημόσιος τομέας να συνεργάζεται παραγωγικά με τον ιδιωτικό. Ως καλλιτέχνης, δεν έχω χρόνο να ακούσω παλιές προκαταλήψεις σε αυτό το θέμα.
Στην πολιτική της Ελλάδας, εδώ και πολλές δεκαετίες, ο πολιτισμός φαντάζει σαν ένα δύστροπο παιδί το οποίο μεταφέρεται από ανάδοχη οικογένεια σε άλλη ανάδοχη, οι οποίες το αντιμετωπίζουν αμήχανα και με σχετικό άγχος. Ουδέποτε το παιδί αυτό αισθάνθηκε πυρηνικό μέλος τους και η συστηματική, αν και προσεκτικά συγκαλυμμένη παραγκώνισή του οδήγησε στη διαιώνιση άστοχων γονικών πρωτοβουλιών και σε κρυφές ασκήσεις επιβίωσης του ίδιου του παιδιού, που δυστυχώς ισχυροποιούσαν τον παραμερισμό του. Για την υγιή ανάπτυξή του, χρειάζονται αφενός κανόνες, υποχρεώσεις και όραμα που διέπουν τις αποφάσεις των αναδόχων οικογενειών και, αφετέρου, μια γενναία (σχεδόν υπερβατική) απόφαση του ίδιου του παιδιού να σταματήσει να βλέπει τον εαυτό του ως προβληματικά (και πολλές φορές, ναρκισσιστικά) διαφορετικό, ώστε να επινοήσει μια διαφορετικότητα ενδυναμωμένη από μια ισχυρή προσωπικότητα και έναν διαυγή και συμπαγή λόγο, ο οποίος μπορεί να αμφισβητήσει την όποια συστημικότητα. Μπορούμε να περιμένουμε αυτή την υπέρβαση από ένα παιδί με αμφίβολη γονική καθοδήγηση; Απαιτείται η αποσυντηρικοποιημένη, ευαίσθητη και απαραιτήτως διανοούμενη (δηλαδή όχι τεχνοκρατική) πολιτική εμπλοκή με τις ιδιαίτερες ανάγκες του πολιτισμού, αλλά και η απόφαση των ανθρώπων του πολιτισμού (που κάθε άλλο παρά παιδιά είναι) πως δεν διατίθενται πλέον να είναι πεισματικά απομονωμένοι και έρμαια συχνά μεταφυσικών προκαταλήψεων· να αποσυνδεθούν, επιτέλους, οι έννοιες της επανάληψης και της επανάστασης. Οι παράμετροι που οφείλουν να κινητοποιήσουν το διττό αυτό φαινόμενο είναι κατ’ αρχάς τρεις: α) Η καλλιτεχνική εκπαίδευση (όταν φυσικά επινοηθεί ένα κοινό λεξιλόγιο για τον σχετικό διάλογο), β) οι επιχορηγήσεις, που πρέπει να ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες των παραστατικών τεχνών και οραμάτων και να μη λειτουργούν ως φιλανθρωπικές ασκήσεις πολιτικής εξιλέωσης που εξαναγκάζουν το επίπεδο των παραστάσεων να είναι συγκεκριμένο και γ) η προστασία πάγιων εργασιακών κεκτημένων και αιτημάτων ώστε ο πολιτισμός να σταματήσει να είναι είτε μια ιδιοσυγκρασιακή υποσημείωση είτε όχημα για πολιτικούς βαυκαλισμούς πεφωτισμένων ηγεμόνων. Και κάτι τελευταίο: ας είναι η επόμενη ημέρα ευκαιρία να δουν οι γονείς ένα ακόμη παραγκωνισμένο και αδίκως τραυματισμένο παιδί: τον χορό.