«Χρειάζεται να πείσουμε τους ανθρώπους να πάνε να ελεγχθούν»
«Το κάπνισμα ευθύνεται για τουλάχιστον έναν στους τέσσερις καρκίνους που διαγιγνώσκονται. Δεκαέξι τύποι καρκίνων σχετίζονται με το κάπνισμα, με κορυφαίο τον καρκίνο του πνεύμονα, αλλά και άλλους καρκίνους, όπως ουροδόχου κύστεως, παγκρέατος, ωοθηκών. Ακόμα και κακοήθειες στα παιδιά σχετίζονται με την έκθεσή τους στο παθητικό κάπνισμα, τόσο κατά την εγκυμοσύνη όσο και μετά τη γέννησή τους». Τα στοιχεία αυτά παρέθεσε χθες η αναπληρώτρια καθηγήτρια Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και υπεύθυνη της Μονάδας Πνευμονολογίας και Αναπνευστικής Ανεπάρκειας της Α΄ ΚΕΘ του Ευαγγελισμού, Παρασκευή Κατσαούνου, για να τονίσει την τεράστια αξία της διακοπής του καπνίσματος, οι πιθανότητες επιτυχίας της οποίας αυξάνονται όσο αυτή γίνεται στα ειδικά ιατρεία που λειτουργούν σε μονάδες του ΕΣΥ.
Η αξία αυτή δεν μειώνεται ακόμα
και εάν ο καπνιστής έχει ήδη υποστεί τις βλάβες από τη συνήθειά του. Οπως ανέφερε η καθηγήτρια, «περίπου το 40% των καπνιστών που διαγιγνώσκονται με καρκίνο του πνεύμονα, καπνίζουν ακόμη τη στιγμή της διάγνωσης.
Στην Ευρώπη αν και το 44% των διαγνώσεων των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα γίνεται σε πρώιμα στάδια, μόνο το 14%-58% (ανάλογα με τη χώρα) διακόπτει το κάπνισμα μετά τη διάγνωση της κακοήθειας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να θέτουν τον εαυτό τους σε αυξημένο μετεγχειρητικό κίνδυνο, μειωμένη ανταπόκριση στη χημειοθεραπεία και την ακτινοβολία και αυξημένο κίνδυνο υποτροπής ή καινούργιο πρωτοπαθή καρκίνο».
Κάθε χρόνο στη χώρα μας διαγιγνώσκονται περίπου 8.0009.000 νέα περιστατικά καρκίνου του πνεύμονα και στις περισσότερες περιπτώσεις η διάγνωση γίνεται σε προχωρημένο στάδιο της νόσου. Με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καπνίσματος η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία παρουσίασε την προτεινόμενη –προς την πολιτεία– διαδικασία προσυμπτωματικού ελέγχου του καρκίνου του πνεύμονα στην Ελλάδα και η οποία καταρτίστηκε σε συνεργασία με την Ελληνική Ακτινολογική Εταιρεία, την Ελληνική Εταιρεία Χειρουργών ΘώρακοςΚαρδιάς-Αγγείων και την Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου.
Οπως περιέγραψαν οι πνευμονολόγοι
Γεωργία Χαρδαβέλλα και Γιάννης Γκιόζος, η πρόταση αφορά την πρώιμη ανίχνευση του καρκίνου του πνεύμονα μέσω αξονικής τομογραφίας θώρακος χαμηλής δόσης στην οποία θα υποβάλλονται ανά έτος –ή ανά δύο έτη– ομάδες πληθυσμού υψηλού κινδύνου. Αυτές είναι άτομα 50 έως 80 ετών, νυν ή πρώην καπνιστές που έχουν διακόψει εντός 15ετίας και καπνίζουν/κάπνιζαν ένα πακέτο τσιγάρα ή περισσότερο για 20 τουλάχιστον έτη. Για την αναγνώριση των ατόμων που είναι υποψήφιοι να ενταχθούν στο πρόγραμμα θα χρησιμοποιηθούν εργαλεία όπως η ηλεκτρονική συνταγογράφηση και τα ηλεκτρονικά αρχεία των προσωπικών γιατρών. Ειδικά εκπαιδευμένοι και πιστοποιημένοι γιατροί θα παραπέμπουν τους υποψηφίους, αφού τους έχουν ενημερώσει για τα οφέλη αλλά και τις διαδικασίες που απαιτούνται και έχουν λάβει τη συναίνεσή τους, σε τριτοβάθμια κέντρα ώστε να υποβληθούν
σε αξονική τομογραφία θώρακος χαμηλής δόσης. Μετά την εξέταση θα ακολουθεί ραντεβού με κλινικό γιατρό, όπου θα γίνεται εκτίμηση των αποτελεσμάτων της αξονικής. Εάν δεν υπάρχει υποψία καρκίνου του πνεύμονα θα καθοριστεί η συχνότητα με την οποία θα επαναληφθεί η εξέταση. Εάν υπάρχουν ευρήματα, θα ακολουθήσουν περαιτέρω εξετάσεις, απεικονιστικές ή και επεμβατικές ώστε να μπει και η τελική διάγνωση.
Πολλαπλά οφέλη
«Τα οφέλη είναι μείζονα για τον ασθενή», ανέφερε ο καθηγητής Θωρακοχειρουργικής του ΑΠΘ Χριστόφορος Ν. Φορούλης. «Εάν μπει διάγνωση του καρκίνου του πνεύμονα, αυτή πιθανότατα θα αφορά πρώιμο στάδιο όπου η πενταετής επιβίωση είναι πολύ υψηλή. Στο στάδιο 1 μπορεί να ξεπεράσει το 80%. Επιπλέον, η εκτομή των μικρού μεγέθους νεοπλασιών θα γίνεται στο μεγαλύτερο ποσοστό με ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές με τα αντίστοιχα πολλαπλά οφέλη για τους ασθενείς», σημείωσε.
«Χρειάζεται να πείσουμε τους ανθρώπους να πάνε να ελεγχθούν», ανέφερε από την πλευρά της η τέως αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, πνευμονολόγος Μίνα Γκάγκα, τονίζοντας ότι από την εμπειρία εφαρμογής τέτοιων προγραμμάτων φαίνεται ότι υπάρχει μικρή συμμετοχή. Ο πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, καθηγητής Στυλιανός Λουκίδης, επεσήμανε ότι στις ΗΠΑ όπου εφαρμόζεται αντίστοιχο πρόγραμμα, μόλις το 5,8% του υποψήφιου πληθυσμού τελικά συμμετέχει. «Υπάρχει φόβος, είτε αυτός είναι για τις επιπλέον εξετάσεις, είτε για ενδεχόμενες επεμβάσεις. Και συχνά οι καπνιστές δεν θέλουν να παραδεχθούν ότι είναι υψηλού κινδύνου για καρκίνο του πνεύμονα», σημείωσε.
Π. ΜΠ.