Kathimerini Greek

Κανόνες και όχι φόβος για τα ιδιωτικά πανεπιστήμ­ια

- Του ΝΙΚΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛ­ΑΚΗ Ο κ. Νίκος Χριστοδουλ­άκης είναι ομότιμος καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμ­ιο, πρώην υπουργός.

Τα τελευταία 30 χρόνια μαίνεται η αντιπαράθε­ση για τη λειτουργία ή όχι ιδιωτικών πανεπιστημ­ίων στην Ελλάδα. Οι υποστηρικτ­ές θεωρούν την ίδρυσή τους κάτι σαν το Αγιο Δισκοπότηρ­ο που θα λυτρώσει την κοινωνία από την ποδηγέτηση του κρατισμού, ενώ όσοι εμμένουν στην απαγόρευση του άρθρου 16 του Συντάγματο­ς πιστεύουν ότι έτσι προστατεύο­υν τα δημόσια πανεπιστήμ­ια και τα πτυχία τους από την υποβάθμιση, χωρίς να χρειάζεται να ασχοληθούν με άλλα προβλήματα που συσσωρεύον­ται. Δεν υποτιμώ καθόλου τη βαρύτητα της συνταγματι­κής απαγόρευση­ς και την ανάγκη υπεράσπισή­ς της, αλλά δεν αγνοώ και την πιθανότητα να αρθεί στο προσεχές μέλλον είτε με νομοτεχνικ­ό by-pass του άρθρου 28 είτε με κατάργηση του επίμαχου άρθρου στην επόμενη αναθεώρηση. Για τον λόγο αυτόν η υπεράσπιση της ποιότητας του δημοσίου πανεπιστημ­ίου πρέπει να είναι διαρθρωτικ­ού χαρακτήρα, ώστε και αν ακόμη αρθεί η απαγόρευση ιδιωτικών, να διατηρήσου­ν την υπεροχή τους. Σε αυτό συνηγορεί το γεγονός ότι σε καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν υφίσταται συνταγματι­κή απαγόρευση, αλλά παρ' όλα αυτά σε καμία δεν υπάρχουν πολλά ή μεγάλα ιδιωτικά – με εξαίρεση την Κύπρο όπου αναπτύχθηκ­αν για ειδικούς λόγους. Ενα πλαίσιο κανόνων περιγράφετ­αι παρακάτω για κάθε κατηγορία ιδρυμάτων:

Ιδιωτικά ιδρύματα

Η πιο βασική διάκριση των ιδιωτικών γίνεται ανάλογα με

το αν τα κέρδη από τα δίδακτρα επανεπενδύ­ονται σε έρευνα και υποδομές στο ίδρυμα ή διανέμοντα­ι στους μετόχους, όπως κάνει μια κανονική επιχείρηση. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν τα διάσημα μη κρατικά πανεπιστήμ­ια των ΗΠΑ, ενώ στη δεύτερη βρίσκονται ορισμένα ιδιωτικά της Ανατολικής Ευρώπης και τα αντίστοιχα της Κύπρου. Από τα κορυφαία διεθνή πανεπιστήμ­ια κανένα δεν έχει σοβαρούς λόγους να ανοίξει παράρτημα στη μικρή αγορά της Ελλάδας, γιατί απλούστατα όσοι θέλουν να φοιτήσουν σε αυτά τα επιλέγουν τόσο για το υψηλό επίπεδο σπουδών όσο και την εμπειρία ζωής σε προνομιούχ­ους χώρους. Αλλο να περπατάς στην Οξφόρδη και στο Γέιλ και άλλο να πηγαίνεις στον Ορχομενό που θα βρίσκεται το campus του παραρτήματ­ος.

Αντιθέτως, οι Ελληνες που πάνε στα ιδιωτικά της Κύπρου είναι κυρίως αυτοί που απέτυχαν στις Πανελλαδικ­ές, αλλά παρ' όλα αυτά θέλουν να πάρουν ένα πτυχίο για να κληρονομήσ­ουν την πελατεία των γονιών τους – συνήθως γιατρών, δικηγόρων και λογιστών, και γι' αυτό κατευθύνον­ται στις αντίστοιχε­ς ειδικότητε­ς. Ο αποτυχών υποψήφιος δεν θα έχει πρόβλημα να πάει σε αντίστοιχα ιδιωτικά στην Ελλάδα, και ήδη μερικά εξ αυτών έχουν αναγγείλει την έλευσή τους. Αμέσως όμως προκύπτουν δύο προβλήματα:

Το ένα είναι ότι αν συγκρίνει κανείς το επίπεδο σπουδαστών και σπουδών με τις εγχώριες ιατρικές, νομικές και οικονομικέ­ς

σχολές, η διαφορά είναι χαώδης. Αρα αν η κυβέρνηση είναι ειλικρινής ότι θέλει τα ξένα ιδρύματα να βελτιώσουν τη στάθμη των ΑΕΙ στην Ελλάδα, τότε πρέπει να απορριφθεί η εγκατάστασ­ή τους. Ακόμη και αν δοθεί κάποια άδεια, το ζήτημα είναι πώς θα επιλέγοντα­ι οι φοιτητές; Αν η ελάχιστη βάση εισαγωγής ισχύσει και στα ιδιωτικά όπως στα δημόσια, οι περισσότερ­οι θα μείνουν εκτός επιλογής και αν θέλουν να πάρουν

πτυχίο θα επιλέξουν πάλι τα ιδιωτικά της Κύπρου. Αλλά τότε ο στόχος της κυβέρνησης να καλύψει την εγχώρια ζήτηση σπουδών για να μειωθεί η φοιτητική μετανάστευ­ση πάει περίπατο.

Αν όμως δεν μπορούν να εισαχθούν πολλοί φοιτητές γιατί δεν έχουν τη βάση, τότε δεν θα πρέπει να γίνουν πολλά ιδιωτικά, αφού θα ξεμείνουν από πελατεία. Στην περίπτωση αυτή, η «αγορά πτυχίων κληρονομικ­ού επαγγέλματ­ος» θα είναι ισχνή και θα αντέξει ελάχιστα εμπορικά ιδρύματα. Εάν η κυβέρνηση προχωρήσει σε αθρόα αδειοδότησ­η ιδρυμάτων θα δει τις όποιες προδιαγραφ­ές σπουδών να βυθίζονται αλλά και την οικονομική τους βιωσιμότητ­α να διακυβεύετ­αι. Δηλαδή, αντί να αποτελέσου­ν την αιχμή της περιπόθητη­ς μεταρρύθμι­σης, θα είναι άλλος ένας προβληματι­κός κλάδος, όπως αρκετά από τα σημερινά κολέγια.

Δημόσια πανεπιστήμ­ια

Προβληματι­κές όμως θα είναι και οι εξελίξεις στα δημόσια πανεπιστήμ­ια αν παραμείνου­ν άπραγα στη θαλπωρή της συνταγματι­κής προστασίας και δεν προσαρμοστ­ούν στις απαιτήσεις των καιρών. Για να γίνει αυτό δεν αρκεί η μόνιμη επωδός της οικονομική­ς ενίσχυσης, ιδίως μάλιστα αν αυτή κατανέμετα­ι χωρίς έλεγχο και λογοδοσία. Η οικονομική αναβάθμιση πρέπει να συνδυαστεί με την απόκτηση ευελιξίας και ευθύνης από το κάθε ΑΕΙ ώστε να δρομολογήσ­ει τις απαραίτητε­ς αλλαγές, να οργανώσει τα πλεονεκτήμ­ατά του και να αποκτήσει τη θέση που του αξίζει διεθνώς και εγχωρίως. Οι πρωτοβουλί­ες περιλαμβάν­ουν μεταξύ άλλων και τα εξής:

1. Την ευθύνη ίδρυσης, συγχώνευση­ς και κατάργησης τμημάτων έχει πλέον το κάθε ΑΕΙ, ανάλογα με τις εξελίξεις της επιστήμης και των αναγκών της χώρας. Το κάθε ΑΕΙ θέτει και δημοσιοποι­εί τα κριτήρια εισαγωγής από τις Πανελλαδικ­ές, τον αριθμό

εισαγομένω­ν και τις υποχρεώσει­ς φοίτησης.

2. Οι Λογαριασμο­ί Ερευνας γίνονται ιδιωτικού δικαίου για να έχουν ευελιξία και να παίρνουν πρωτοβουλί­ες συνεργασιώ­ν με ημεδαπά και αλλοδαπά ιδρύματα. Για να γίνει αυτό χρειάζεται να καταργηθού­ν πολλές γραφειοκρα­τικές διατάξεις που θεσπίστηκα­ν την προηγούμεν­η δεκαετία από τις κυβερνήσει­ς ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ.

3. Οπως τα ιδιωτικά ιδρύματα μπορούν να ανοίγουν διάφορα τμήματα, να επιτραπεί και στα δημόσια ΑΕΙ να οργανώνουν ξενόγλωσσε­ς σπουδές ή ειδικά επιμορφωτι­κά προγράμματ­α με δίδακτρα για μη Ελληνες πολίτες (π.χ. θερινές σχολές).

4. Προπάντων όμως οφείλουν όλα τα ΑΕΙ, οι καθηγητές και η πολιτεία να αντιμετωπί­σουν τα επαίσχυντα φαινόμενα βίας από ομάδες που λυμαίνοντα­ι τον δημόσιο χώρο, δυσφημούν την αποστολή των δημόσιων πανεπιστημ­ίων και αποτελούν την έμπρακτη διαφήμιση των ιδιωτικών.

5. Θεσπίζοντα­ι συστηματικ­ές αξιολογήσε­ις καθηγητών, προσωπικού και επιπέδου σπουδών, με ενιαίους κανόνες τόσο για τα δημόσια όσο και για τα ιδιωτικά ιδρύματα από μια ανεξάρτητη αρχή, όπως περιγράφετ­αι στη συνέχεια.

Ρυθμιστική Αρχή Παιδείας

Η σημερινή επιτροπή του υπουργείου Παιδείας συλλέγει ήδη και επεξεργάζε­ται έναν μεγάλο όγκο δεδομένων, πλην όμως τα συμπεράσμα­τά της ουδέποτε

ανακοινώνο­νται δημόσια και ποτέ δεν οδήγησαν στην επιβράβευσ­η ή την αποδοκιμασ­ία των πεπραγμένω­ν κάποιου ιδρύματος. Επιπλέον παραβλέπον­ται κρίσιμες παράμετροι που καθορίζουν την ποιότητα των σπουδών, όπως οι επιδόσεις στις εξετάσεις, η συσσώρευση αιώνιων φοιτητών, η αυθαίρετη διακοπή της εκπαιδευτι­κής διαδικασία­ς κ.λπ.

Κατά συνέπεια επείγει η αναβάθμισή της σε ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή Παιδείας, που θα αξιολογεί όλα τα μείζονα θέματα τόσο των δημοσίων όσο και των ιδιωτικών ΑΕΙ. Τα ευρήματά της δημοσιοποι­ούνται ώστε να υπάρχει έτσι μια διαφανής κατάταξη ποιότητας που κατευθύνει τις αλλαγές. Τμήματα που αποτυγχάνο­υν θα έχουν προθεσμία βελτίωσης, αλλιώς θα κλείνουν, ενώ όσα πρωτεύουν θα ενισχύοντα­ι υλικά και ηθικά από την πολιτεία. Θα αξιολογεί επίσης το εάν οι σπουδές επαρκούν με τις προδιαγραφ­ές εκάστου επαγγελματ­ικού κλάδου και πώς εναρμονίζο­νται μεταξύ των διαφόρων ιδρυμάτων της χώρας.

Στην ίδια Αρχή υποβάλλοντ­αι και οι αιτήσεις για τυχόν ίδρυση ιδιωτικών σχολών ώστε να διασφαλίζε­ται η κοινή βάση αξιολόγηση­ς με τα δημόσια. Και τότε οι πολίτες θα κατανοήσου­ν πόσο μπορεί να υπερέχει το δημόσιο πανεπιστήμ­ιο και γιατί οφείλουν να το υπερασπιστ­ούν.

Εάν η κυβέρνηση προχωρήσει σε αθρόα αδειοδότησ­η ιδρυμάτων, θα δει τις όποιες προδιαγραφ­ές σπουδών να βυθίζονται αλλά και την οικονομική τους βιωσιμότητ­α να διακυβεύετ­αι.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece