Πώς η Πολιτεία «διαχειρίστηκε» την ύπαιθρο τα τελευταία 25 χρόνια
Δεν είναι μόνο η έλλειψη (πολεοδομικού) σχεδιασμού που διευκολύνει την αναρχία στην ύπαιθρο. Ο πολεοδομικός σχεδιασμός της προηγούμενης 20ετίας άφησε σε μεγάλο βαθμό ανοιχτό το πεδίο σχεδόν για κάθε είδους δραστηριότητα στις εκτός σχεδίου πόλης περιοχές, χωρίς να προστατεύσει «κρίσιμες» περιοχές όπως τα νησιά και τον παράκτιο χώρο, τις περιαστικές ζώνες, τη γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας, τις ευαίσθητες περιβαλλοντικά περιοχές του δικτύου Natura 2000. Η απουσία σαφών οδηγιών προς τους μελετητές των πολεοδομικών σχεδίων της προηγούμενης γενιάς από την κεντρική διοίκηση που είχε την ευθύνη του ελέγχου τους δεν είναι μια τυχαία εξέλιξη, αλλά δείχνει να είναι μια σταθερή στρατηγική επιλογή, από την
οποία υπάρχουν ελάχιστες αποκλίσεις: αυτό θέλουν οι κυβερνήσεις των τελευταίων 25 ετών.
Η μελέτη που πραγματοποίησε η Τάνια Βεζυριαννίδου, αρχιτέκτων μηχανικός, αν. προϊσταμένη του Τμήματος Πολεοδομικού Σχεδιασμού και Εφαρμογών στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακε
δονίας-Θράκης, για τον ρυθμιστικό σχεδιασμό της υπαίθρου στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα επίκαιρη, καθώς έρχεται τη στιγμή που το υπουργείο Περιβάλλοντος ετοιμάζεται να προτείνει την πριμοδότηση της εκτός σχεδίου δόμησης... ενόψει πολεοδομικού σχεδιασμού. Η μελέτη καλύπτει το σύνολο των γενικών πολεοδομικών σχεδίων και ΣΧΟΟΑΠ (Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοιχτής Πόλης) που εγκρίθηκαν από το 1997 (με αφετηρία τον ν. 2508) έως το 2018, με την εξαίρεση της Περιφέρειας Αττικής. Σε πρώτο επίπεδο, αξιολογεί το πώς τα σχέδια αυτά, που ενέκρινε η Πολιτεία, «κατηγοριοποίησαν» και διαχειρίστηκαν την ύπαιθρο. Σε δεύτερο επίπεδο, προσεγγίζει μέσω ερωτηματολογίων τους μελετητές που εκπόνησαν
τα πολεοδομικά σχέδια, τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις που τα ενέκριναν και τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Περιβάλλοντος, που έχουν την ευθύνη για τη διαδικασία, για να διερευνήσει πώς έλαβαν αποφάσεις για τη ρύθμιση του εξωαστικού χώρου.
«Η μελέτη της υπαίθρου από τον κλάδο της χωροταξίας δεν έχει λάβει έως σήμερα την έκταση και τη σημασία που έχει σε άλλες χώρες της Ευρώπης», λέει στην «Κ» η κ. Βεζυριαννίδου. «Αυτό αποδεικνύεται από τις συνεχείς μεταλλάξεις του αγροτικού τοπίου διαχρονικά, μέσω της οικιστικής διάχυσης, της διασποράς παραγωγικών δραστηριοτήτων και την ανεξέλεγκτη τουριστική εκμετάλλευση του τοπίου με νόμιμες ή παράνομες διαδικασίες.
Κατά τη γνώμη μου, η πρόκληση της εποχής μας είναι η επανεξέταση της χωροταξίας της υπαίθρου. Πρέπει να καταρτίσουμε ένα Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για την Υπαιθρο με ειδική αναφορά σε κατηγορίες χώρου με αναπτυξιακές πιέσεις όπως είναι ο περιαστικός, ο παράκτιος και ο νησιωτικός χώρος, προκειμένου να ενσωματωθούν οι σύγχρονες διεθνείς, ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές για την προστασία του περιβάλλοντος».
Oσο για τη νομοθεσία για την εκτός σχεδίου δόμηση, είναι άξιο αναφοράς ότι ενώ η πολεοδομική-χωροταξική-οικιστική νομοθεσία δέχτηκε σημαντικές τροποποιήσεις στα σχεδόν 100 χρόνια εφαρμογής της –και ιδίως την τελευταία 20ετία– τα διατάγματα της εκτός σχεδίου «κυριαρχούν» σχεδόν αμετάβλητα. «Η εκτός σχεδίου δόμηση αποτέλεσε συνειδητή επιλογή της Πολιτείας, η οποία οδήγησε στην άναρχη αστικοποίηση του περιαστικού χώρου, την άτακτη διασπορά δραστηριοτήτων κυρίως τουριστικών, αναψυχής και β΄ κατοικίας στον παράκτιο χώρο και μια “γραμμική” ανάπτυξη μεικτών χρήσεων βιομηχανίας και αναψυχής κατά μήκος των βασικών οδικών αξόνων και πέριξ των οικισμών», εκτιμά η κ. Βεζυριαννίδου. «Δηλαδή, η εκτός σχεδίου δόμηση αποτέλεσε τον μηχανισμό που διαχρονικά αλλοίωσε και υποβάθμισε σημαντικά την ύπαιθρο, ενώ μεγιστοποίησε και την αυθαίρετη δόμηση. Νομίζω ότι είναι η ώρα η νομοθεσία αυτή να επανεξεταστεί ριζικά».
«Η εκτός σχεδίου δόμηση αποτέλεσε τον μηχανισμό που διαχρονικά αλλοίωσε και υποβάθμισε σημαντικά την ύπαιθρο, ενώ μεγιστοποίησε και την αυθαίρετη δόμηση».