Λίγοι είναι ανοικτοί σε νέες μεθόδους
στον σύλλογο διδασκόντων λειτουργεί υπέρ όλων όσοι θέλουν να λουφάρουν. Βρίσκουν κάτι και κρύβονται πίσω από αυτό», παρατηρεί ο ίδιος.
Εντύπωση, επίσης, του κάνει η αποστροφή πολλών καθηγητών στη χρήση υπολογιστών. «Το σχολείο μας διαθέτει υπολογιστές, μπορώ να βοηθήσω και εγώ κάποιον εάν το επιθυμεί. Αλλά ελάχιστοι καθηγητές έχουν οργανωμένες σημειώσεις που δίνουν στους μαθητές μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή. Οι υπόλοιποι διδάσκουν μόνο τις σελίδες του βιβλίου και τίποτε περισσότερο, δεν δίνουν κάποιο άλλο εκπαιδευτικό υλικό. Τουλάχιστον οκτώ καθηγητές γράφουν τις ερωτήσεις των διαγωνισμάτων στο χέρι στο διάλειμμα πριν από την εξέταση, τις φωτοτυπούν και μοιράζουν τις φωτοτυπίες στους μαθητές. Αυτά το 2024! Μάχη δίνεται και για το ποιος θα αναρτήσει στη σχετική πλατφόρμα του υπουργείου Παιδείας τις απουσίες των μαθητών και τη διδαχθείσα ύλη. Πολλοί υπεύθυνοι των τμημάτων δεν ενημερώνουν την πλατφόρμα και δεν είναι επειδή δεν γνωρίζουν, ούτε επειδή είναι τεχνολογικά φοβικοί. Πρόκειται για απλές δουλειές, που απαιτούν λίγο επιπλέον χρόνο. Η αιτία είναι ότι οι συνάδελφοι δεν θέλουν και βολεύονται αναθέτοντας τη δουλειά σε κάποιον άλλον. Ο,τι έμαθαν σχετικά με τη χρήση υπολογιστών είναι λόγω της τηλεκπαίδευσης που έπρεπε να οργανωθεί κατά τη διάρκεια της καραντίνας. Θέλουν να τελειώσουν τις ώρες διδασκαλίας και να φύγουν από το σχολείο...».
και οι γονείς. Σκέφτηκα, λοιπόν, να αναλάβω ένα πρότζεκτ για τις σχέσεις μαθητών - γονιών - δασκάλων. Αυτό θα εξελιχθεί στα διαλείμματα αλλά και εκτός ωρών διδασκαλίας. Ε, κανείς συνάδελφος δεν ήλθε. Ημουν μόνη στα διαλείμματα και οργάνωνα τους μαθητές διαφόρων τάξεων για να παίζουν μαζί, να γνωριστούν καλύτερα, εκτός από το να ασχολούνται με το κινητό τους τηλέφωνο. Από την άλλη δε, έξω από τα κάγκελα του σχολείου είχαν μαζευτεί γονείς και μας παρακολουθούσαν, ενώ κάποιοι διαπληκτίστηκαν κιόλας για το εάν έπρεπε το παιδί τους να συγχρωτίζεται με ένα μαθητή Ρομά», λέει στην «Κ» η θεατρολόγος.
«Πρότεινα να πάμε τα παιδιά σε κάποιες θεατρικές παραστάσεις στην Αθήνα, είχα προτάσεις για καλύτερη οργάνωση, πιο βιωματική για τα παιδιά, των σχολικών γιορτών. Να μην είναι μόνο μία βαρετή ανάγνωση κειμένων που κανείς μαθητής δεν την παρακολουθεί. Επεσα σε τοίχο από τον σύλλογο διδασκόντων. Συνάδελφος μου είπε ότι “θέλω να δημιουργήσω κακό προηγούμενο με όσα προτείνω”», συμπληρώνει η Αναστασία.
Μάλιστα, τονίζει ότι πολλοί δάσκαλοι επιλέγουν να αναλάβουν κυρίως το ολοήμερο πρόγραμμα του δημοτικού διότι αρχίζει μετά τις 12 το μεσημέρι και έχει πολύ λίγη δουλειά, αφού έχει καταλήξει σε φύλαξη των παιδιών. «Μεγάλο κομμάτι της μελέτης στο δημοτικό πρέπει να γίνεται στο σχολείο. Η οδηγία μιλάει για το πολύ μία ώρα διάβασμα του παιδιού στο σπίτι. Ομως αυτό δεν μπορεί να γίνει στην πράξη και υπεύθυνοι είναι οι δάσκαλοι», παρατηρεί. Η 45χρονη φυσικός Ευαγγελία Χ. είναι έξι χρόνια διορισμένη στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Φέτος εργάζεται σε Γυμνάσιο της Δυτικής Αττικής. «Χημικός του σχολείου μού δήλωσε ότι δεν θέλει να χρησιμοποιήσει το εργαστήριο φυσικών επιστημών, διότι είχε παλαιότερα συμβεί ατύχημα σε ένα πείραμα. Δεν θέλησα να τον αμφισβητήσω, αλλά τον κοίταζα άφωνη», λέει στην «Κ». Σε μάστιγα, σύμφωνα με την ίδια, έχει καταλήξει ο εκπαιδευτικός συνδικαλισμός. «Συνδικαλιστές από την τοπική ΕΛΜΕ έχουν επισκεφθεί το σχολείο αρκετές φορές έως τώρα για να μας ενημερώσουν για εκλογικές διαδικασίες. Αυτό σημαίνει απώλεια ωρών, αλλά το χειρότερο είναι να έχεις συνδικαλιστή μέσα στον σύλλογο διδασκόντων. Τόλμησα να μιλήσω για τα θετικά της αυτοαξιολόγησης του σχολείου και υπέστην μπούλινγκ. Οταν προτείνω μια επιπλέον εξωδιδακτική δράση, μου αντιτείνουν ότι δεν πρέπει να χαλάω την... πιάτσα», λέει η Ευαγγελία. «Κάνουν λίγο διάβασμα στο σπίτι, τυποποιημένη δουλειά στο σχολείο από λυσσάρια, δεν διαθέτουν αρχεία και προσωπικές σημειώσεις, ενώ η αυτομόρφωσή τους είναι περιορισμένη. Εχω συγκρουστεί αρκετές φορές για τέτοια θέματα μέσα στον σύλλογο διδασκόντων. Ξέρετε τι μου απαντούν όταν λέω οι διαφορετικές ειδικότητες των καθηγητών να κάνουμε διαθεματική δουλειά; “Τι είμαστε εμείς να κάνουμε κάτι επιπλέον;”, “με τα λεφτά που παίρνω, τι νόημα έχει να μείνω παραπάνω;”. Λίγοι είναι ανοιχτοί σε νέες μεθόδους, δείχνουν μεράκι, δοκιμάζουν καινούργια πράγματα στη διδακτική τους. Ξεκίνησα ένα πρόγραμμα πάνω στην τεχνητή νοημοσύνη μαζί με ένα συνάδελφο, αλλά ύστερα από μικρό χρονικό διάστημα, την κοπάνησε...», προσθέτει. «Ομως έτσι ακυρώνουν και εμάς που έχουμε κέφι και όρεξη να βελτιώσουμε τη δουλειά μας, να περάσουμε δημιουργικά, βρε αδελφέ, τον εργασιακό μας χρόνο», τονίζει.
«Δεν υπάρχει κίνητρο»
«Θυμάμαι ακόμη τη φιλόλογο από το 2ο Λύκειο Μεσολογγίου που έκανε σπουδαία δουλειά πέρυσι σε συνέδριο λογοτεχνίας, την οποία θα ζήλευαν άλλα φημισμένα σχολεία. Ομως στα δημόσια σχολεία δεν υπάρχει κίνητρο για να προσφέρεις κάτι περισσότερο από τα συνηθισμένα, δεν υπάρχει αξιολόγηση της δουλειάς, με τα χρόνια οι συνθήκες γίνονται όλο και πιο δύσκολες λόγω των προβλημάτων της οικογένειας που “περνούν” στο σχολείο. Και όχι μόνο από τα παιδιά, αλλά και από τους εκπαιδευτικούς, που προφανώς έχουν τα δικά τους ζόρια. Επιβαρυντικά λειτουργεί και ο μεγάλος μέσος όρος ηλικίας των συναδέλφων –πέριξ των 50 ετών– σε όλες τις ειδικότητες», παρατηρεί στην «Κ» η Νικολέτα Σ. για τα δημόσια σχολεία.
«Στα δημόσια σχολεία επικρατεί δημοσιοϋπαλληλική καμαρίλα, υπάρχουν κεκτημένα που δύσκολα ανατρέπονται», τονίζει, μιλώντας στην «Κ», έμπειρο εκπαιδευτικό στέλεχος του υπουργείου Παιδείας. «Είναι διάχυτη η κουλτούρα ότι το σχολείο λειτουργεί για τους εκπαιδευτικούς, τους ανήκει, και όχι για τις νέες γενιές και την κοινωνία.
Ο ελλειμματικός επαγγελματισμός είναι ο κανόνας. Η εξαίρεση είναι η αίσθηση της ευθύνης, της προσφοράς, της αγωνίας γι' αυτό που παράγεται», σημειώνει. Το ερώτημα είναι εάν αυτή η συνθήκη μπορεί να αλλάξει και πώς. Μόνο η ανανέωση του εκπαιδευτικού προσωπικού δεν αρκεί για να σπάσουν κατεστημένες, βολικές για τους πολλούς, νοοτροπίες.