Κλασικό παράδειγμα διαπάλης νομιμότητας και κανονικότητας
Σε μεταγενέστερη, από 5 Σεπτεμβρίου 1984 εγκύκλιό της, η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι «πολλοί πολιτικοί γάμοι τελοῦνται τήν πίεσιν καί τήν εἰδικῶνοἰκογενειακῶν καί κοινωνικῶν συνθηκῶν καί λόγῳ περιφρονήσεως τοῦ θρησκευτικοῦ γάμου καί τῆς με αποτέλεσμα, εφόσον ακολουθεί η τέλεση και θρησκευτικού γάμου, να αποκαθίσταται η κανονικότητα που είχε διασαλευθεί. Στη συνάφεια αυτή, η Εκκλησία της Ελλάδος χαρακτηρίζει την άρνηση βάπτισης, εκ μέρους ορισμένων κληρικών, τέκνων τα οποία προέρχονται από πολιτικό γάμο ως άστοργη και αδικαιολόγητη, «ἄνευ οὐδενός κανονικοῦ καί θεολογικοῦ Δεν γίνονται, όμως, δεκτοί ως ανάδοχοι όσοι έχουν τελέσει πολιτικό γάμο, ενώ η τέλεση εξόδιας ακολουθίας
(εκκλησιαστική κηδεία) σε αυτούς επαφίεται στην «ποιμαντικήν σύνεσιν καί διάκρισιν τοῦ
Μητροπολίτη». Η επιλογή από την Πολιτεία του διαζευκτικού συστήματος για την τέλεση του γάμου προϋποθέτει ασφαλή γνώση για το ποιος έχει την ιδιότητα του θρησκευτικού λειτουργού, από τη στιγμή που αυτή επάγεται και έννομες συνέπειες. Σε αυτό έχει συμβάλει
αποφασιστικά η κατάρτιση ηλεκτρονικού μητρώου θρησκευτικών λειτουργών που τηρείται στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ήδη από το έτος 2014, στους οποίους περιλαμβάνονται από το 2018 και εκείνοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ωστόσο, η καθιέρωση του πολιτικού γάμου, του οποίου η Εκκλησία σήμερα αναγνωρίζει τη νομική δεσμευτικότητα, δεν αποδέχεται όμως την κανονική εγκυρότητα, αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα διαπάλης νομιμότητας (νόμων της Πολιτείας) και κανονικότητας (κανόνων της Εκκλησίας). Η τελευταία έγκειται κυρίως στο ότι «η Πολιτεία αποπειράται να νομοθετήσει εκλογικεύοντας το κανονικό δίκαιο και η Εκκλησία να “κανονικοποιήσει” τη νομοθεσία».
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να επιβληθεί στην Εκκλησία η αποδοχή του πολιτικού γάμου, καθώς αυτή απολαμβάνει τη δική της θρησκευτική αυτονομία. Στο πλαίσιο αυτό, μάλιστα, έχει την ευχέρεια να επιλέξει τον τρόπο με τον οποίο θα μεταχειριστεί εκείνα από τα μέλη της τα οποία θα αποφασίσουν να τελέσουν πολιτικό γάμο, αφού ο τελευταίος προβλέπεται, ορθώς, ως δυνατότητα εκ του νόμου και για αυτά. Η ad hoc εξέταση κάθε περίπτωσης θα οδηγήσει σίγουρα στις δικαιότερες και πλέον φιλάδελφες λύσεις...
Η Πολιτεία αποπειράται να νομοθετήσει εκλογικεύοντας το κανονικό δίκαιο και η Εκκλησία να «κανονικοποιήσει» τη νομοθεσία.