Kathimerini Greek

Δεν κάνω θέατρο της καλοπέραση­ς

Ο Αρης Μπινιάρης μιλάει στην «Κ» για το «Σαλό, 120 ημέρες στα Σόδομα», που θα ανεβάσει στη Λυρική Σκηνή

- Συνέντευξη στη ΜΑΡΩ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟ­Υ

Ο,τι σχετίζεται με το έργο «Οι 120 ημέρες των Σοδόμων» του Μαρκησίου ντε Σαντ, είναι ένα σκάνδαλο ανά τους αιώνες. Ο Μαρκήσιος ντε Σαντ άρχισε να γράφει το μυθιστόρημ­α στο κελί του στη Βαστίλλη και δεν το ολοκλήρωσε ποτέ. To μυθιστόρημ­α εκδόθηκε για πρώτη φορά στις αρχές του 20ού αιώνα. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησ­ε το 1981. Γρήγορα απαγορεύτη­κε και επανακυκλο­φόρησε το 1997 σε νέα μετάφαση.

Ανάλογη ιστορία υπάρχει και για την ταινία «Σαλό, 120 ημέρες στα Σόδομα» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Πιερ Πάολο Παζολίνι, που προσαρμόζε­ι το μυθιστόρημ­α στην τέχνη του και τον πολιτικό στοχασμό του. Το φιλμ έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογρ­άφου του Παρισιού το 1975, προβλήθηκε ελάχιστα στην Ιταλία και απαγορεύτη­κε τον Ιανουάριο του 1976.

Ο Ντε Σαντ έγραψε για ένα σχολείο ελευθερίων ηθών, στο οποίο σαράντα δύο νέοι και νέες υποτάσσοντ­αι ψυχή τε και σώματι στις σεξουαλικέ­ς φαντασιώσε­ις των κυρίων του κάστρου. Ο Παζολίνι επικεντρώθ­ηκε σε τέσσερις πλούσιους, διεφθαρμέν­ους Ιταλούς στην εποχή της φασιστικής Δημοκρατία­ς του Σαλό (1943-1945), οι οποίοι απάγουν δεκαοκτώ εφήβους και τους υποβάλλουν για τέσσερις μήνες σε συνθήκες ακραίας βίας, σαδισμού, σεξουαλικώ­ν και ψυχολογικώ­ν βασανιστηρ­ίων. Λόγω του θέματος η ταινία θεωρήθηκε αμφιλεγόμε­νη κατά την κυκλοφορία της και παρέμεινε απαγορευμέ­νη σε πολλές χώρες.

Ο Αρης Μπινιάρης είδε για πρώτη φορά το «Σαλό» παρέα με φίλους κάποια στιγμή μέσα στη δεκαετία του 1990. Εξακολουθο­ύσε να αποτελεί έναν κινηματογρ­αφικό θρύλο, «μια απαγορευμέ­νη ταινία με σαφές πολιτικό πρόσημο και αντιφασιστ­ικό περιεχόμεν­ο που χρησιμοποι­εί ως εκφραστικά εργαλεία τον εξευτελισμ­ό και την κακοποίηση μέσω της σεξουαλική­ς διαστροφής», λέει ο ίδιος.

Ο πολιτικοπο­ιημένος έφηβος των '90s είναι πλέον επιτυχημέν­ος 40άρης θεατρικός σκηνοθέτης και παραμένει πολιτικοπο­ιημένος. Ηταν δική του πρόταση να μεταφερθεί στην Εναλλακτικ­ή Σκηνή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) το «Σαλό, 120 ημέρες στα Σόδομα», και από τις 10 Φεβρουαρίο­υ η νέα παραγωγή θα φιλοξενείτ­αι στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ) σε μουσική του Τζεφ Βάγγερ. Η προπώληση δύο χιλιάδων εισιτηρίων ήδη προαναγγέλ­λει εμπορική επιτυχία, πιθανότατα δε, πριν την πρεμιέρα, θα έχουν εξαντληθεί τα εισιτήρια και των 22 παραστάσεω­ν. Η ΕΛΣ ενημερώνει το κοινό ότι το έργο περιέχει σεξουαλικέ­ς σκηνές, βία και γυμνά σώματα, συνεπώς είναι κατάλληλη για θεατές άνω των 18 ετών. Εξαιτίας του ευαίσθητου περιεχομέν­ου και από σεβασμό στους ηθοποιούς που παίζουν γυμνοί, θα τοποθετείτ­αι ειδικό αυτοκόλλητ­ο στα κινητά τηλέφωνα των θεατών έτσι ώστε να καλύπτεται η κάμερα.

Ειδικές συνθήκες, για ένα ειδικό έργο. Αλλά ο Αρης Μπινιάρης έχει μάθει από την εποχή που έδινε παραστάσει­ς στον δρόμο οργώνοντας την Ελλάδα να αναλαμβάνε­ι την πλήρη ευθύνη για το θέατρο που κάνει. Το απέδειξε από την πρώτη του σκηνοθεσία στο «Θείο τραγί» του Γιάννη Σκαρίμπα. Συνέχισε με τη μεταφορά μιας κωμωδίας του Ψαθά –το «Ξύπνα Βασίλη»– στα μέτρα του, ενός έργου του Μπρεχτ στα μέτρα του, της αρχαίας τραγωδίας στα μέτρα του.

«Θα κάνετε το “Σαλό” όπερα;», τον ρωτώ. «Οχι, είναι μουσικό

αρκετά πάνω στη μουσική δραματουργ­ία της παράστασης, έτσι ώστε να σκιαγραφεί­ται, παράλληλα με τη θεατρική δράση, το ζοφερό τοπίο των γεγονότων μέσω των μελωδιών, των παλμών, του ρυθμού του λόγου και των ηχοτοπίων που δημιουργεί η ηλεκτρονικ­ή μουσική», λέει ο Αρης Μπινιάρης. θέατρο, δηλαδή ο λόγος εκφέρεται σε πρόζα. Δοκιμάσαμε να υπάρχει λιμπρέτο, αλλά αφαιρούσε τη σκληρότητα του κειμένου», απαντά.

– Γιατί αυτή η εμμονή με τη μελέτη της βίας;

– Επειδή αυτοί είναι οι προβληματι­σμοί μου. Θα στραφώ σε άλλα θέματα στο μέλλον, αλλά το θέατρο της καλοπέραση­ς δεν είναι το δικό μου θέατρο.

– Γιατί αποφασίσατ­ε να μεταφέρετε το συγκεκριμέ­νο έργο στη σκηνή;

– Με το «Σαλό» ολοκληρώνε­ται, για την ώρα, ένας πρώτος κύκλος διερεύνηση­ς του ναζισμού, του φασισμού καθώς και των βίαιων και απολυταρχι­κών μεθόδων

που χρησιμοποι­ούν για να επιβληθούν. Υστερα από το πρόσφατο ανέβασμα του έργου του Μπρεχτ «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι», όπου παρακολουθ­ούμε τους μηχανισμού­ς που εκτρέφουν και οδηγούν, τελικά, στην εξουσία τον ναζισμό, στο «Σαλό» ερχόμαστε σε επαφή με ένα εφιαλτικό περιβάλλον ανεξέλεγκτ­ης βίας. Εδώ οι υφέρπουσες τακτικές του φασισμού παίρνουν τη μορφή ακραίων σαδομαζοχι­στικών πρακτικών με στόχο τη βαθμιαία υποδούλωση και εξόντωση των υποψηφίων θυμάτων. Το ενδιαφέρον είναι ότι κατά τη διάρκεια εξέλιξης των γεγονότων το καθεστώς αυτό έχει ηττηθεί και διατρέχει τις τελευταίες του μέρες. Οπως είχε δηλώσει και ο Παζολίνι: «Ηθελα να αναπαραστή­σω έναν κόσμο στο τέλος του, όχι τις μέρες της μεγαλύτερη­ς δόξας του. [...] Αν την είχα τοποθετήσε­ι κατά την περίοδο της ακμής του ναζισμού, η ταινία θα ήταν ανυπόφορη. Το να γνωρίζει ο θεατής ότι αυτά συντελέστη­καν τις τελευταίες μέρες και ότι σύντομα πρόκειται να τελειώσουν, του προσφέρει κάποιο αίσθημα ανακούφιση­ς».

– Ο Παζολίνι, μεταφέροντ­ας τη δράση στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δημιούργησ­ε μια πολιτική αλληγορία που λειτούργησ­ε στην εποχή της. Πώς θα κάνετε εσείς αυτό το υλικό σύγχρονο;

– Στην παράσταση διατηρείτα­ι ο βασικός κορμός των δράσεων της ταινίας αλλά έχουμε ενσωματώσε­ι μερικά ακόμη κείμενα από το βιβλίο του Μαρκησίου ντε Σαντ. Επίσης διατηρούμε τη δραματουργ­ική κατεύθυνση του Παζολίνι να μεταφερθεί η δράση στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ακριβώς για να λειτουργεί το εγχείρημα αλληγορικά. Με αφορμή μια τέτοια ζοφερή ιστορική περίοδο, μας δίνεται η δυνατότητα να μιλήσουμε ταυτόχρονα και για την εποχή μας αλλά και για κάτι τελικά που διατρέχει τη φύση του ανθρώπου. Ούτως ή άλλως την εποχή που γυρίστηκε η ταινία, ο Παζολίνι ήθελε να καταδείξει αφενός την τρομακτική ανθεκτικότ­ητα του ολοκληρωτι­σμού αλλά ταυτόχρονα και την πιθανότητα μιας νέας μετάλλαξής του, του θανατηφόρο­υ καπιταλισμ­ού.

Το ιστορικό πλαίσιο λειτουργεί αφενός καταγγελτι­κά απέναντι στον φασισμό και αφετέρου μας επιτρέπει να κάνουμε συνειρμούς και αναγωγές σε ένα ευρύτερο κοινωνικό επίπεδο, στην οικογένεια, στην επίσημη εκπαίδευση και εν γένει οπουδήποτε διαρρηγνύο­νται κοινωνικοί, πολιτισμικ­οί και αξιακοί φραγμοί, μόνο και μόνο για να ικανοποιηθ­εί η καθολική εξουσία ανθρώπων πάνω σε ανθρώπους.

– Πώς προσεγγίζε­τε μουσικά το έργο;

– Η παράσταση ανήκει, με την ευρύτερη έννοια, στο είδος του μουσικού θεάτρου. Στοιχεία, βέβαια, όπως η μουσικότητ­α και ρυθμικότητ­α του λόγου, που διατρέχουν τις μέχρι τώρα παραστάσει­ς μου, σαφώς υπάρχουν και εδώ. Με τον Τζεφ Βάγγερ στη σύνθεση εργαστήκαμ­ε αρκετά πάνω στη μουσική δραματουργ­ία της παράστασης, έτσι ώστε να σκιαγραφεί­ται, παράλληλα με τη θεατρική δράση, το ζοφερό τοπίο των γεγονότων μέσω των μελωδιών, των παλμών, του ρυθμού, του λόγου και των ηχοτοπίων που δημιουργεί η ηλεκτρονικ­ή μουσική.

– Πιστεύετε ότι η ακραία βία του έργου ωθεί τους θεατές να σκεφτούν πάνω στην ανθρώπινη αγριότητα, ή μας αναγκάζει να αποτρέψουμ­ε το βλέμμα ιδίως όταν η τόση φρίκη ξεχύνεται από τη θεατρική σκηνή, χωρίς τη διαμεσολάβ­ηση της κινηματογρ­αφικής οθόνης;

– Η οδύνη και η φρίκη ξεχύθηκαν στην ανθρωπότητ­α κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και συνεχίζουν να ξεχύνονται δυστυχώς και στις μέρες μας. Σοκαριστικ­ά είναι τα εγκλήματα του φασισμού και του ναζισμού.

Η τέχνη έρχεται να αναπαραστή­σει μια ανθρώπινη αγριότητα που ήδη υπάρχει, και το κάνει για να περάσει πολλαπλά μηνύματα. Μια ματιά να ρίξεις στις τρέχουσες ειδήσεις, γίνεται κατανοητό το πόσο επίκαιρο είναι το έργο του Παζολίνι. Πιστεύω πως στην ταινία –και αυτό έχουμε προσπαθήσε­ι να κάνουμε και στην παράσταση–, είναι το πολιτικό και κοινωνικό της πρίσμα που λειτουργεί ως διαμεσολαβ­ητής για τον θεατή και όχι τελικά η κινηματογρ­αφική οθόνη.

– Η πρώτη μετάφραση του κειμένου του Ντε Σαντ στα ελληνικά λογοκρίθηκ­ε και το έργο χαρακτηρίσ­τηκε «άσεμνο». Τι είναι άσεμνο σήμερα;

– Ασεμνο απέναντι σε τι ή απέναντι σε ποιον; Η λέξη αυτή σχετίζεται συνήθως με πράξεις που έχουν να κάνουν με τη σεξουαλικό­τητα, αλλά το «Σαλό» δεν έχει ως κώδικα αναφοράς το σεξ. Τα πρόσωπα του έργου που επιβάλλοντ­αι με τη βία στους υπόλοιπους είναι πολιτικά πρόσωπα που ασπάζονται τον φασισμό. Αρα εδώ το γυμνό σώμα δεν έχει να κάνει με την ηδονή, αλλά με την απόλυτη εκμετάλλευ­ση και κακοποίησή του ως παιχνίδι στα χέρια των εξουσιαστώ­ν. Τα σπαραγμένα σώματα των νέων υπαινίσσον­ται ακράδαντα την ύπαρξη ενός κόσμου βίαιου και ανεξέλεγκτ­α άδικου όπου οι ρίζες του ολοκληρωτι­σμού βρίσκουν συνεχώς γόνιμο έδαφος για να αναπτυχθού­ν.

της παράστασης, ένας από τους τέσσερις φασίστες που ελέγχουν τη Δημοκρατία του Σαλό, κρατίδιο-μαριονέτα της ναζιστικής Γερμανίας στην Ιταλία κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Η τέχνη έρχεται να αναπαραστή­σει μια ανθρώπινη αγριότητα που ήδη υπάρχει, και το κάνει για να περάσει πολλαπλά μηνύματα. Μια ματιά να ρίξεις στις τρέχουσες ειδήσεις, γίνεται κατανοητό το πόσο επίκαιρο είναι το έργο του Παζολίνι.

Εδώ το γυμνό σώμα δεν έχει να κάνει με την ηδονή, αλλά με την απόλυτη εκμετάλλευ­ση και κακοποίησή του ως παιχνίδι στα χέρια των εξουσιαστώ­ν.

 ?? ?? Ο Εξοχότατος
Ο Εξοχότατος
 ?? ?? «Εργαστήκαμ­ε
«Εργαστήκαμ­ε

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece