Ξεκίνησε η διαδικασία αύξησης του κατώτατου μισθού
Τον δρόμο για την έναρξη της διαδικασίας αύξησης του κατώτατου μισθού άμεσα ανοίγει η τροπολογία που κατέθεσε το υπουργείο Εργασίας στη Βουλή, με την οποία ο νέος μισθός, όπως αποκάλυψε η υπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου στη συνέντευξη που έδωσε στην «Κ», τίθεται σε εφαρμογή νωρίτερα και συγκεκριμένα από την 1η Απριλίου.
Βάσει του νέου χρονοδιαγράμματος, που ισχύει μόνο για το 2024, η διαδικασία επαναπροσδιορισμού των κατώτατων αποδοχών θα ξεκινήσει στις 5 Φεβρουαρίου και θα ολοκληρωθεί στις 22 Μαρτίου, με την εισήγηση της υπουργού Εργασίας Δόμνας Μιχαηλίδου στο υπουργικό συμβούλιο. Η αύξηση των κατώτατων αποδοχών αναμένεται να κινηθεί γύρω στο 5%, ώστε να φθάσουν στα 820-830 ευρώ από 780 ευρώ σήμερα. Βέβαια, οι επιστημονικοί συνεργάτες της ΓΣΕΕ, την ίδια στιγμή, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου χαρακτηρίζοντας εύθραυστη την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών, ενώ τα συνδικάτα προετοιμάζουν γενική απεργία για τις 17 Απριλίου και συλλαλητήρια τόσο στην Αθήνα
όσο και σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας, με κεντρικό αίτημα την αύξηση όχι μόνο του κατώτατου μισθού αλλά και των υπόλοιπων μισθών, καθώς και την αντιμετώπιση της αισχροκέρδειας σε συνδυασμό με την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Αναλυτικά, βάσει της τροπολογίας που επεξεργάστηκε το υπουργείο Εργασίας, το αργότερο έως την ερχόμενη Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου θα πρέπει να αποσταλεί έγγραφη πρόσκληση από την επιτροπή συντονισμού στους αρμόδιους φορείς, όπως είναι η ΓΣΕΕ, ο ΣΕΒ, η ΓΣΕΒΕΕ, η ΕΣΕΕ και ο ΣΕΤΕ, εκ μέρους των κοινωνικών εταίρων, αλλά και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, η ΔΥΠΑ (τ. ΟΑΕΔ), το Ινστιτούτο Εργασίας των εργοδοτικών φορέων και της ΓΣΕΕ, το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Οικονομικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) και ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ). Ολοι οι ανωτέρω φορείς, με βάση το νέο χρονοδιάγραμμα
που τίθεται σε ισχύ, υποχρεώνονται το αργότερο έως τη 19η Φεβρουαρίου να συντάξουν και να υποβάλουν σχετική έκθεση με την πρότασή τους για τον νέο κατώτατο μισθό. Θα υπάρξουν ανταλλαγή υπομνημάτων και προφορική διαβούλευση έως τις 26 Φεβρουαρίου, ενώ έως τις 15 Μαρτίου το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) θα πρέπει να έχει ενημερωθεί και να συντάξει Σχέδιο Πορίσματος Διαβούλευσης. Βέβαια, η πρόταση του ΚΕΠΕ και των εμπειρογνωμόνων δεν είναι δεσμευτική.
Την τελική απόφαση θα πρέπει να λάβει η υπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου, η οποία αφού λάβει υπόψη της όλα τα πορίσματα και τις εκθέσεις, καθώς και το τελικό Σχέδιο Πορίσματος Διαβούλευσης, θα εισηγηθεί και το τελικό ποσό της αύξησης του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα το αργότερο μέχρι τις 22 Μαρτίου.
Εν συνεχεία θα συνεδριάσει το υπουργικό συμβούλιο για να επικυρώσει, τυπικά και ουσιαστικά, τη σχετική εισήγηση και να δοθεί η εντολή υπογραφής της σχετικής υπουργικής απόφασης, η οποία θα τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Απριλίου του τρέχοντος έτους. Στην πράξη, τον νέο αυξημένο μισθό θα λάβουν περίπου 600.000 μισθωτοί στο τέλος Απριλίου, με τα στελέχη της αγοράς να εκτιμούν ότι η αύξηση θα κινηθεί κοντά στο 5%, παρότι η ΓΣΕΕ πιέζει για υψηλότερη αύξηση. Είναι χαρακτηριστικό, όπως αναφέρει στην έκθεσή της για την ελληνική οικονομία, ότι τα νοικοκυριά δέχονται ισχυρές πιέσεις, οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις θέτουν εν αμφιβόλω ακόμη και τη βιωσιμότητά τους. Μάλιστα αναφέρει ότι οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού σε συνδυασμό με τα κυβερνητικά μέτρα για την αντιμετώπιση του κύματος ακρίβειας μπορεί να περιόρισαν έως ένα βαθμό τις αρνητικές πιέσεις που άσκησε ο πληθωρισμός στην κατανάλωση κυρίως των πιο ευάλωτων νοικοκυριών, ωστόσο δεν ήταν επαρκή ώστε να αποτρέψουν την επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου τους.
Σύμφωνα με τους επιστημονικούς συνεργάτες της Συνομοσπονδίας Εργατών, οι εισοδηματικές πιέσεις είναι έντονες τόσο στα χαμηλά όσο και στα μεσαία εισοδήματα. Με τη διαφορά ότι τα νοικοκυριά με χαμηλά εισοδήματα, για να διατηρήσουν στα ίδια επίπεδα την κατανάλωση, αναγκάζονται να αυξήσουν περισσότερο τις δαπάνες. Εάν, βέβαια, αυτά τα νοικοκυριά δεν διαθέτουν αποταμιεύσεις, υποχρεώνονται να περιορίσουν δραστικά την κατανάλωσή τους, «γεγονός που συνιστά κρίση αξιοπρεπούς διαβίωσης», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται.
Η αύξηση των κατώτατων αποδοχών αναμένεται να κινηθεί γύρω στο 5%, ώστε να φθάσουν στα 820-830 ευρώ από 780 ευρώ σήμερα.