ΝΑΤΟ - Τουρκία: οι διαχρονικές ρίζες της συναλλακτικής διπλωματίας
Ο διπλωματικός πυρετός με αφορμή το μπλόκο της Τουρκίας στη Σουηδία κράτησε περισσότερο από ένα χρόνο, παρότι αφορούσε ένα ζήτημα υψηλής προτεραιότητας για το ΝΑΤΟ, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Αγκυρα έδωσε το πράσινο φως στη διεύρυνση της ευρωατλαντικής συμμαχίας, όμως άφησε πικρή γεύση στη Σουηδία. Κυρίως, επαναβεβαίωσε τη φύση της σχέσης ΝΑΤΟ και Τουρκίας πάνω στη βάση της συναλλακτικής διπλωματίας.
Η έννοια της σκληρής διαπραγμάτευσης στη συνεργασία των δύο πλευρών έχει ρίζες που φτάνουν μέχρι και την ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1952. Η Αγκυρα χρειάστηκε να περιμένει 4 χρόνια έως ότου ενταχθεί στη συμμαχία. Η Τουρκία είχε τηρήσει ουδέτερη στάση στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και βρισκόταν με ελάχιστους φίλους στη Δύση την ώρα που περιστοιχιζόταν από κομμουνιστικά καθεστώτα στις αυλές της. Η σοβιετική πίεση για παραχωρήσεις επαρχιών που θεωρούνταν γεωπολιτικά κομβικές είχε αρχίσει να αποκτά χαρακτηριστικά υπαρξιακής απειλής για την Τουρκία, εξ ου και προσέφυγε στη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Το πρώτο αίτημα της Αγκυρας για ένταξη στην ευρωατλαντική συμμαχία απορρίφθηκε το 1948. Ακολούθησε δεύτερη απόπειρα, το 1950. Οι δυτικές επιφυλάξεις, αναφορικά με την επέκταση του ΝΑΤΟ τόσο ανατολικά, οδήγησαν στην επιλογή να χορηγηθεί στην Τουρκία το καθεστώς του κράτους - συνεργάτη. Το 1951, και μόνο αφού η Αγκυρα είχε στείλει χιλιάδες στρατιώτες στην Κορέα για να πολεμήσουν στο πλευρό των ΗΠΑ, η Ουάσιγκτον εισηγήθηκε να ικανοποιηθεί το αίτημα της Τουρκίας, η οποία έγινε μέλος της συμμαχίας ένα χρόνο μετά, μαζί με την Ελλάδα.
Από τότε, ακολούθησαν πολλά σκαμπανεβάσματα με αλισβερίσια στις σχέσεις της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ. Από τις ενδεικτικές περιπτώσεις, το παζάρι με φόντο την Κύπρο. Απαντώντας στις κυρώσεις που της επιβλήθηκαν μετά την εισβολή, η Αγκυρα έπαιξε το χαρτί της Σοβιετικής Ενωσης, γεγονός που στη συνέχεια οδήγησε στην άρση του αμερικανικού εμπάργκο. Το σουηδικό ζήτημα είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα της δομής που διέπει τις σχέσεις ΝΑΤΟ και Τουρκίας.
Η Σουηδία έχει πράγματι διαδραματίσει ρόλο στη φιλοξενία της κουρδικής διασποράς, η οποία συγκροτήθηκε σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης ως απόρροια των αντι-κουρδικών μέτρων σε κράτη όπως η Τουρκία. Ομως ήταν και η πρώτη χώρα που καταδίκασε το ΡΚΚ ως τρομοκρατική οργάνωση, το 1984. «Αν και η Σουηδία έχει υπάρξει σχετικά ήπια με το ΡΚΚ, δεν υπάρχει καμία απολύτως βάση στην κατηγορία της Αγκυρας ότι η χώρα έχει υποστηρίξει την τρομοκρατία», διευκρινίζει στην «Κ» ο διευθυντής του Ινστιτούτου Τουρκικών Μελετών στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης, Πολ Λεβίν.
Ο Σουηδός μελετητής θεωρεί ότι ο Ταγίπ Ερντογάν βρέθηκε απλώς σε μια θέση η οποία του πρόσφερε τη δυνατότητα να ασκήσει πίεση, γεγονός που χρησιμοποίησε για να αποκομίσει όσα περισσότερα μπορούσε από όσους περισσότερους μπορούσε. Και δεν ήταν μόνο η αναβάθμιση των F-16. «Νομίζω ότι δεν πρέπει να υποτιμήσει κανείς την ψυχολογική ικανοποίηση που πήραν πολλοί Τούρκοι “γυρνώντας το τραπέζι” σε ένα ευρωπαϊκό κράτος, με τη χώρα τους να βρίσκεται για χρόνια κάτω από σκληρό έλεγχο ως υποψήφια προς ένταξη στην Ε.Ε. Επιπλέον, μπλοκάροντας τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, ο Ερντογάν πρόσφερε μια μεγάλη υπηρεσία στον Πούτιν την ώρα που διαπραγματευόταν με τη Μόσχα θέματα όπως μεταθέσεις δανείων», παρατηρεί ο συνομιλητής της «Κ».
Ο Λεβίν τονίζει ότι οι Σουηδοί είναι θυμωμένοι με την Τουρκία: «Αισθάνονται ότι η Αγκυρα σκόπιμα ταπείνωσε τους Σουηδούς πολιτικούς κατά τη διάρκεια της διαδικασίας». Ομως το σουηδικό ζήτημα πρόσφερε στην Τουρκία μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να ασκήσει πίεση στο ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, με συνέπεια στο δόγμα της «στρατηγικής αυτονομίας» της. Σε μια επίδειξη σουηδικής γυμναστικής... η Τουρκία επαναβεβαίωσε το καθεστώς που διέπει τη συνεργασία της με το ΝΑΤΟ: μια προβληματική όσο και ανθεκτική στον χρόνο σχέση αλληλεξάρτησης, η οποία δεν είναι αξιακή αλλά αυστηρά συναλλακτική.
«Οι Σουηδοί είναι θυμωμένοι επειδή αισθάνονται ότι η Αγκυρα ταπείνωσε εσκεμμένα το πολιτικό τους σύστημα».
Οι Τούρκοι νιώθουν ικανοποίηση που «γύρισαν το τραπέζι» σε ένα ευρωπαϊκό κράτος, μετά τα χρόνια που η χώρα τους αναμένει ένταξη στην Ε.Ε.