Μια οικονομική πολιτική που ευνοεί ηλικιωμένους
Συχνά επικρατούν λάθος εξηγήσεις για να ερμηνευθούν όσα συμβαίνουν στην οικονομία. Ωστόσο οι μεγάλες τάσεις καθοδηγούν τις εξελίξεις και μία από αυτές είναι η γήρανση του πληθυσμού, καθώς αυξάνονται οι ψηφοφόροι μεγαλύτερης ηλικίας οι οποίοι είναι και περισσότερο παρόντες στην εκλογική διαδικασία.
Κάπως έτσι διαμορφώθηκε ένας νέος όρος, από τον καθηγητή Τιμ Βλαντάς της Οξφόρδης, η γεροντομία, από τον συνδυασμό των ελληνικών λέξεων «γέρος» και «οικονομία». Είναι η οικονομική πολιτική που επικροτούν οι μεγαλύτερης ηλικίας ψηφοφόροι και πολλές φορές είναι αυτοί που εκλέγουν την κυβέρνηση. Το φαινόμενο φαίνεται να ισχύει σε πολλές χώρες, χωρίς να εξαιρείται και η Ελλάδα, όπου πράγματι η εκλογική συμπεριφορά των «πάνω από 65» είναι ουσιωδώς διαφορετική από τη ηλικιακή ομάδα «17-34».
Στις μικρές ηλικίες έχουν πολύ υψηλότερα ποσοστά κυρίως τα ακροδεξιά κόμματα και λιγότερο τα αριστερά σε σχέση με τις επιλογές των μεγαλύτερων σε ηλικία ψηφοφόρων.
Τι θέλουν οι μεγαλύτεροι, οι οποίοι κυρίως είναι συνταξιούχοι; Προφανώς υψηλότερες συντάξεις, χαμηλότερο πληθωρισμό, περισσότερες δαπάνες για το σύστημα υγείας. Συχνά μέρος του εισοδήματός τους είναι από ενοίκια, οπότε η αύξηση των ενοικίων και η έλλειψη νέων ακινήτων είναι καλοδεχούμενες, ενώ δεν επηρεάζονται ιδιαίτερα από την άνοδο της ανεργίας και την ύφεση στην αγορά, πολύ περισσότερο εφόσον αυτή μειώνει τον πληθωρισμό.
Αντιθέτως, οι νεότεροι ψηφοφόροι ή και όσοι χαρακτηρίζονται μεσήλικες ωφελούνται περισσότερο από την άνοδο μισθών, τις συνθήκες εργασίας, την ασφάλεια της απασχόλησης, τη βελτίωση της εκπαίδευσης. Τα έσοδα από εργασία είναι πιο σημαντικός παράγοντας για τους νέους από την απόδοση των καταθέσεων και την αξία των ακινήτων.
Είναι προφανές πως η σύνδεση των συμφερόντων των νέων με ό,τι αφορά την απασχόληση και τις θέσεις εργασίας ταιριάζει περισσότερο με αναπτυξιακή οικονομική πολιτική, ενώ στην άλλη πλευρά η πολιτική που απαιτείται είναι περισσότερες κρατικές δαπάνες ενδεχομένως εις βάρος της ανάπτυξης. Ακόμη και η νομισματική πολιτική υψηλών επιτοκίων για να περιοριστούν οι πληθωριστικές πιέσεις, που δυσκολεύουν την ανάπτυξη, εντάσσεται στη γεροντομία.
Η συμβατική σκέψη, που αποτελεί συνηθισμένη κοινοτοπία, αναφέρει ότι οι ψηφοφόροι τιμωρούν καταψηφίζοντας την κυβέρνηση που δεν εμφανίζει σοβαρές οικονομικές επιδόσεις. Ενδεχομένως, όμως, δεν ισχύει όταν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ψηφοφόροι δεν πλήττονται από οικονομική πολιτική χαμηλής ανάπτυξης εφόσον συμβάλλει στη διατήρηση των συνταξιοδοτικών δαπανών σε υψηλά επίπεδα και περιορίζει την άνοδο του τιμαρίθμου. Και αυτό παρότι η γήρανση του πληθυσμού περιορίζει και τη φορολογική βάση από την οποία αντλούνται νέα κρατικά έσοδα. Βέβαια, η υποβίβαση της μελλοντικής ανάπτυξης με ενίσχυση των κοινωνικών δαπανών και τη διατήρηση χαμηλού πληθωρισμού δεν είναι βιώσιμη μακροχρόνια. Χωρίς αναπτυξιακή δυναμική, ακόμη και οι ψηφοφόροι μεγαλύτερης ηλικίας αρχίζουν να αμφισβητούν τις δυνατότητες συνέχισης της πολιτικής «ελεγχόμενης ύφεσης». Αντιλαμβάνονται ότι αργότερα δεν θα υπάρχει δυνατότητα εξυπηρέτησης των υψηλών συνταξιοδοτικών αναγκών.
Η γήρανση του πληθυσμού επιβάλλει συγκεκριμένες προτεραιότητες, αλλά η οικονομική πολιτική πρέπει να είναι προσανατολισμένη στο μέλλον. Το ουσιαστικό ερώτημα είναι πόσο ρίσκο αντέχει μια κυβέρνηση για να «αγνοήσει» τις εκλογικές ανάγκες χάριν της προοπτικής μιας ανάπτυξης που μπορεί να στηρίζει τις ανάγκες των μεγαλύτερων αλλά και την εμπιστοσύνη στη δημοκρατία.
Η γήρανση του πληθυσμού επιβάλλει συγκεκριμένες προτεραιότητες, αλλά η οικονομική πολιτική πρέπει να είναι προσανατολισμένη στο μέλλον.