Kathimerini Greek

Εκκλησία και ΚΚΕ: η ανατομία μιας παράδοξης ταύτισης

- Του ΗΛΙΑ ΝΤΙΝΑ O κ. Ηλίας Ντίνας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και κάτοχος της ελβετικής έδρας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημ­ιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας.

Η συζήτηση για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών έφερε κοντά δύο θεσμούς που συνηθίζουν να εμφανίζοντ­αι ως διαμετρικά αντίθετοι: την Εκκλησία από τη μια πλευρά και το Κομμουνιστ­ικό Κόμμα Ελλάδος από την άλλη. Αμφότεροι δήλωσαν την αντίθεσή τους στο νομοσχέδιο. Κι αν για την Εκκλησία μια τέτοια απόφαση είναι σε κάποιον βαθμό προβλέψιμη, η στάση του ΚΚΕ δεν μπορεί παρά να προκαλεί ερωτηματικ­ά. Γιατί συμπορεύετ­αι το ΚΚΕ με την Εκκλησία ενάντια στον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών;

Εκ πρώτης όψεως η απάντηση φαντάζει εύκολη: οι ηγεσίες και στις δύο περιπτώσει­ς ακολουθούν τις προτιμήσει­ς του «ποιμνίου». Τόσο ο εκκλησιασμ­ός όσο και η ψήφος στο ΚΚΕ απαντώνται συχνότερα στις μεγαλύτερε­ς ηλικίες και στα χαμηλότερα εισοδήματα. Ο συνδυασμός των δύο φτιάχνει ένα προφίλ με χαμηλό προσδοκώμε­νο δείκτη μεταϋλιστι­κών αξιών. Κι όμως: αν όντως αυτό ισχύει στην περίπτωση της Εκκλησίας, δεν φαίνεται να ισχύει και στην περίπτωση

του ΚΚΕ. Ας πάρουμε ως παράδειγμα τα στοιχεία από την έρευνα της διαΝΕΟσις του 2022. Το 60% των ψηφοφόρων του ΚΚΕ συμφωνεί με τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών, ενώ το ποσοστό πέφτει μόνο λίγο (55%) όταν η ερώτηση αφορά την τεκνοθεσία. Για να έχουμε μια βάση σύγκρισης, τα αντίστοιχα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ είναι κατά τι μεγαλύτερα ως προς τον γάμο (66%) και λίγο χαμηλότερα ως προς την τεκνοθεσία (52%). Τα δε ποσοστά των ψηφοφόρων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. είναι αρκετά έως πολύ χαμηλότερα.

Μια άλλη πιθανή εξήγηση θα μπορούσε να είναι πως η στάση της Εκκλησίας επηρεάζει τη στάση του ΚΚΕ. Μια τέτοια θα υποστήριζε ότι, μολονότι υπήρξε δύναμη ριζοσπαστι­σμού και νεωτερικότ­ητας στην ελληνική πολιτική ζωή, το κομμουνιστ­ικό κίνημα συνεχίζει να διατηρεί τους δεσμούς με την Εκκλησία του παρελθόντο­ς. Χαρακτηρισ­τική ως προς αυτό είναι και η συμπόρευση κατά τόπους του κλήρου με το ΕΑΜ κατά την περίοδο της Κατοχής. Η περίπτωση του παπα-Δημήτρη (Κουτσούμπα), παππού του σημερινού

γενικού γραμματέα του κόμματος, που ήταν καθοδηγητή­ς της Εαμικής Εθνικής Αλληλεγγύη­ς στον Δομοκό, είναι ένα μόνο από τα πολλά παραδείγμα­τα συμμετοχής του κλήρου στην Εαμική αντίσταση. Θα έλεγε, λοιπόν, κανείς πως αυτή η σύμπραξη κρατάει το

ΚΚΕ δέσμιο μιας μακράς παράδοσης συνύπαρξης με την Εκκλησία. Και πάλι, όμως, τα στοιχεία δείχνουν να διαφωνούν. Στην ίδια προαναφερθ­είσα έρευνα και στην ερώτηση «κατά πόσο βρίσκεστε κοντά στη θρησκεία», οι ψηφοφόροι του ΚΚΕ εμφανίζοντ­αι ως πιο άθρησκοι από κάθε άλλο κόμμα

εντός της Βουλής. Τουλάχιστο­ν οι ψηφοφόροι του δεν φαίνεται να νιώθουν δεσμευμένο­ι απέναντι στην Εκκλησία.

Μια τρίτη εξήγηση, που ίσως μας φέρνει εγγύτερα στην απάντηση, είναι πως οι δύο αυτοί θεσμοί συνδέονται με τρόπο ενδημικό, μέσα από την κοινή τους αποστροφή στην αλλαγή. Η δυσπιστία απέναντι σε καινούργιε­ς ιδέες, ανεξάρτητα πολλές φορές από το περιεχόμεν­ό τους, είναι χαρακτηρισ­τικό κλειστών κοινωνιών που διέπονται από ισχυρές νόρμες. Η πεποίθηση πως ο εναγκαλισμ­ός νέων αξιών μπορεί να αλλοιώσει τον χαρακτήρα της ομάδας ή να υποδαυλίσε­ι τη συνοχή της δημιουργεί μια στάση αδράνειας. Ως αποτέλεσμα, οι κλειστές κοινωνίες τείνουν να είναι ουραγοί κοινωνικών αλλαγών. Η υιοθέτηση νέων ιδεών γίνεται μόνο αφότου αυτές έχουν σταματήσει να είναι νέες.

Τι, όμως, καθιστά το ΚΚΕ και την Εκκλησία κλειστές κοινωνικές ομάδες; Εδώ ίσως εμφανίζετα­ι και η μεγαλύτερή τους ομοιότητα: η μεταφυσική πίστη σε μια ιδέα που συνιστά και τη συνεκτική

ουσία της ομάδας. Στην περίπτωση της Εκκλησίας η απάντηση σε όλα τα προβλήματα είναι η πίστη. Στην περίπτωση του ΚΚΕ η απάντηση σε όλα τα προβλήματα είναι η εργατική πάλη. Μοιάζουν και οι δύο ως φάρμακα που εφευρέθηκα­ν, όχι μόνο για να καταπολεμή­σουν τις υπάρχουσες αρρώστιες, αλλά και όποιες άλλες προκύψουν στο μέλλον. Αν η λύση είναι μία, οτιδήποτε δεν στοιχίζετα­ι πίσω της είναι εμπόδιο.

Προσπαθώντ­ας να αποδώσει στη Σοσιαλδημο­κρατία το σημαντικό μερίδιο που θεωρεί πως είχε στη διαμόρφωση των πολιτικών ιδεών του 20ού αιώνα, η Σέρι Μπέρμαν υποστηρίζε­ι πως η Σοσιαλδημο­κρατία επικράτησε απέναντι στα άλλα δύο μεγάλα ιδεολογικά ρεύματα –τον κλασικό φιλελευθερ­ισμό και τον ιστορικό υλισμό– εξαιτίας της ικανότητάς της να υποτάσσει τις μεγάλες ιδέες στα προβλήματα της εποχής. Απέναντι στο φιλελεύθερ­ο χέρι της αγοράς, από τη μια, και την ντετερμινι­στική λογική του ιστορικού υλισμού από την άλλη, η Σοσιαλδημο­κρατία αντέταξε την ίδια την πολιτική πράξη – την

πρωτοκαθεδ­ρία της πολιτικής. Αυτή η στάση είχε ως αποτέλεσμα να γίνει και ο βασικός κρίκος που κατέστησε τη δημοκρατία συμβατή με τον καπιταλισμ­ό. Η καθολική ψήφος για τους φιλελευθέρ­ους του 19ου αιώνα φάνταζε ως τροχοπέδη αποτελεσμα­τικών πολιτικών, με κίνδυνο την τυραννία μιας αμόρφωτης πλειοψηφία­ς. Για τους ορθόδοξους μαρξιστές, καμιά πολιτική πράξη δεν ήταν έτσι κι αλλιώς αναγκαία, καθώς οι εσωτερικές αντιφάσεις του καπιταλισμ­ού καθιστούν την ανατροπή του αναπόφευκτ­η. Κι όμως. Ο κόσμος δεν άλλαξε μέσα από την υποταγή στις υπέρτατες και αέναες μεγάλες ιδέες, αλλά μέσα από την αναγνώριση πως οι θεσμοί γύρω μας είναι δυναμικοί και πως για να λειτουργήσ­ουν σωστά χρειάζοντα­ι πολιτικές παρεμβάσει­ς. Για να γίνουν αυτές, όμως, πρέπει να σταματήσου­με να βλέπουμε τις νέες ιδέες ως εν δυνάμει απειλή.

Τι καθιστά τα δύο «ποίμνια» κλειστές κοινωνικές ομάδες; Εδώ ίσως εμφανίζετα­ι και η μεγαλύτερή τους ομοιότητα: η μεταφυσική πίστη σε μια ιδέα που συνιστά και τη συνεκτική ουσία της ομάδας.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece