Το μορατόριουμ για τις προκλήσεις στο Αιγαίο βυθίστηκε γρήγορα
Παρά την κλιμάκωση σε ρητορικό επίπεδο, μεγάλο μέρος της σχετικής βιβλιογραφίας υποστηρίζει ότι η πολιτική της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ πρέπει να θεωρηθεί ως συνέχεια της πολιτικής των προκατόχων της, καθώς στο επίπεδο της πρακτικής πολιτικής έδειξε πραγματισμό χωρίς να απομακρύνεται τελικά από το consensus που είχε δημιουργηθεί στην Ελλάδα μετά το 1974 για την αντιμετώπιση της τουρκικής απειλής. Ετσι, ήδη από τον Μάρτιο του 1982, η κυβέρνηση Παπανδρέου αξιοποίησε τα κανάλια επικοινωνίας που είχαν απομείνει με την Τουρκία και πρότεινε την έναρξη μη δεσμευτικού διαλόγου. Ως βασική προϋπόθεση για την έναρξη του διαλόγου η ελληνική πλευρά έθετε τη σύναψη μιας άτυπης συμφωνίας αποφυγής προκλήσεων που στόχο είχε να μειώσει την ένταση και να δημιουργήσει ευνοϊκό κλίμα για τις μελλοντικές διαπραγματεύσεις. Η συμφωνία αυτή που συνήφθη τον Μάρτιο του 1982 ονομάστηκε «μορατόριουμ» (που στα λατινικά σημαίνει αναστολή) από τον Παπανδρέου και «συμφωνία κυρίων» από τους Τούρκους. Στην πράξη, οι δύο πλευρές διατηρούσαν ανέπαφες τις θέσεις τους στα διάφορα διμερή θέματα και δεσμεύονταν να αποφύγουν προκλήσεις που θα μπορούσαν να δυναμιτίσουν τον διάλογο. Γρήγορα φάνηκε ότι η κάθε πλευρά ερμήνευε διαφορετικά το μορατόριουμ και το τι σήμαινε πρόκληση. Η Αγκυρα είχε στον νου της την αποφυγή οποιασδήποτε δραστηριότητας σχετικής με την εξερεύνηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, ενώ η Αθήνα αναφερόταν κυρίως στην αναστολή των τουρκικών παραβιάσεων στο Αιγαίο.
Ηδη από τη στιγμή της εφαρμογής του το μορατόριουμ είχε αρχίσει να καταστρατηγείται από την Αγκυρα. Τον Μάρτιο και τον Μάιο του 1982 η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε για παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Σάμου,
της Λήμνου και της Θάσου, ενώ και η Τουρκία κατήγγειλε την παραβίαση του εναέριου χώρου της Ιμβρου. Παρά το γεγονός ότι οι δύο πλευρές συμφώνησαν στη συνέχιση του μορατόριουμ, νέες τουρκικές παραβιάσεις οδήγησαν στην εξασθένισή του. Παρ' όλα αυτά φαινόταν ότι οι δύο κυβερνήσεις δεν επιθυμούσαν την περαιτέρω όξυνση της κατάστασης και έπειτα από δύσκολες διαπραγματεύσεις τον Ιούλιο του 1982 συμφώνησαν στη
δημοσιοποίηση του περιεχομένου του μορατόριουμ με κοινό ανακοινωθέν. Θα ακολουθούσε συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών στην Οττάβα τον Οκτώβριο
της ίδιας χρονιάς, όπου θα ετίθεντο οι νέες βάσεις του ελληνοτουρκικού διαλόγου. Πράγματι, η συνάντηση του Οκτωβρίου υπήρξε ελπιδοφόρα, αφού οι
δύο υπουργοί, Γιάννης Χαραλαμπόπουλος και Ιλτέρ Τουρκμέν, συμφώνησαν να συνεχίσουν τις επαφές τους τον Δεκέμβριο. Μέχρι τότε όμως το μορατόριουμ είχε παύσει να ισχύει. Οι Τούρκοι προχώρησαν σε μαζικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου (23 φορές σε ένα διήμερο) αντιδρώντας στις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης για τη συμπερίληψη της Λήμνου στον νατοϊκό σχεδιασμό. Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, η Αθήνα ανακοίνωσε ότι για την επανάληψη των επαφών θα έπρεπε να προηγηθεί ένα νέο μορατόριουμ, αφού η Ελλάδα δεν μπορούσε να συζητάει τα ευαίσθητα διμερή θέματα υπό την πίεση των τουρκικών προκλήσεων και παραβιάσεων.
Παρά τον τερματισμό του μορατόριουμ, στις αρχές του 1983 έγιναν νέες προσπάθειες ώστε να επαναληφθεί ο ελληνοτουρκικός διάλογος, τουλάχιστον για ζητήματα ήσσονος πολιτικής σημασίας. Τον Νοέμβριο του 1983 όμως ήρθε η ανακήρυξη του ψευδοκράτους από τους Τουρκοκυπρίους –οι οποίοι ελέγχονταν σε μεγάλο βαθμό από την Αγκυρα– θέτοντας τέρμα σε οποιαδήποτε προσπάθεια διαλόγου και «παγώνοντας» ουσιαστικά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Θα ακολουθούσε έως και την κρίση του 1987 μια περίοδος ενός άτυπου «ψυχρού πολέμου» μεταξύ των δύο χωρών, που έκανε το ενδεχόμενο μιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης στο Αιγαίο να μη φαίνεται απίθανο. Ηδη πριν από την ανακήρυξη του ψευδοκράτους, απόρρητη αναφορά της CIA για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις τόνιζε ότι το ενδεχόμενο ενός ελληνοτουρκικού πολέμου θα έπρεπε «να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη» από την Ουάσιγκτον και τις χώρες του ΝΑΤΟ.
Οι Τούρκοι προχώρησαν σε μαζικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου (23 φορές σε ένα διήμερο).