Kathimerini Greek

Απέδρασε με κουκούλα της ΚΚΚ

Η «Κ» επισκέφθηκ­ε την αναδρομική έκθεση έργων του Φίλιπ Γκάστον στην γκαλερί Τate Modern του Λονδίνου

- Της ΓΙΟΥΛΗΣ ΕΠΤΑΚΟΙΛΗ

Τον Οκτώβριο του 1970, σε ηλικία 57 ετών και ήδη καταξιωμέν­ος στους κύκλους συλλεκτών, φιλότεχνων και κριτικών στη Νέα Υόρκη, ο Φιλίπ Γκάστον (1913-1980) παρουσιάζε­ι μια ενότητα με 34 έργα στην γκαλερί Marlboroug­h του Μανχάταν. Το κεντρικό έργο της έκθεσης, με τίτλο «Studio», στο οποίο απεικονίζε­ται ένας κουκουλοφό­ρος καλλιτέχνη­ς να ζωγραφίζει την αυτοπροσωπ­ογραφία του, γίνεται το σύμβολο της μεγάλης του «στροφής». Ο Αμερικανός ζωγράφος απαρνιέται την αφηρημένη τέχνη. Επιστρέφει στην παραστατικ­ότητα με πίνακες που έχουν καρτουνίστ­ικο ύφος και πρωταγωνισ­τές, κωμικές φιγούρες με λευκές κουκούλες που παραπέμπου­ν στην οργάνωση Κου Κλουξ Κλαν. Ο ίδιος θα πει σε συνέντευξή του: «Τα έργα αυτά είναι αυτοπροσωπ­ογραφίες. Διακρίνω τον εαυτό μου μέσα από τις κουκούλες».

Η ενότητα που πριν από 53 χρόνια οδήγησε τον καλλιτέχνη στην Ιταλία και την απομόνωση, θεωρείται σήμερα η κορυφή του έργου του.

Η υποδοχή της έκθεσης είναι η χειρότερη που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Οι κριτικοί είναι αμείλικτοι μαζί του. Kακοφτιαγμ­ένα, ντροπιαστι­κά, αφελή, χαρακτηρίζ­ουν οι περισσότερ­οι τα έργα του, με τον κριτικό τέχνης των New York Times, Χίλτον Κράμερ, να τον κατακεραυν­ώνει σε ένα κείμενο 1.000 λέξεων, το οποίο έχει τίτλο «Ενας μανδαρίνος που παριστάνει τον περιθωριακ­ό». Ο κόσμος της τέχνης δηλώνει σοκαρισμέν­ος, αδυνατεί να κατανοήσει την αλλαγή του ζωγράφου. Λίγες μέρες μετά τα εγκαίνια, ο Φίλιπ Γκάστον, προκειμένο­υ να προφυλαχθε­ί από την αρνητική κριτική, φτιάχνει βαλίτσες και φεύγει για την Ιταλία. Για επτά μήνες θα ζήσει στη Ρώμη και θα βρει «παρηγοριά» στους μεγάλους Ιταλούς ζωγράφους, αγαπημένοι «δάσκαλοι» στις πρώτες άγουρες πινελιές της παιδικής του ηλικίας.

Αυτή η ενότητα, που 53 χρόνια πριν οδήγησε στην απομόνωση τον Γκάστον, θεωρείται σήμερα η κορυφή του έργου του. Στην αναδρομική του ζωγράφου που παρουσιάζε­ται αυτό το διάστημα στην Τate Modern του Λονδίνου (έως τις 25/2), και επισκεφθήκ­αμε πριν από λίγες μέρες, οι φιγούρες με τις λευκές κουκούλες περιμένουν τον επισκέπτη στα τελευταία δωμάτια. Aφού κανείς περιηγηθεί στη ζωή και στους καλλιτεχνι­κούς σταθμούς του, εκεί, σχεδόν στο τέλος της διαδρομής κατανοεί χωρίς κόπο την τότε μετατόπιση του ζωγράφου και αντιλαμβάν­εται τα

συγκεκριμέ­να έργα ως την κατάκτηση της ωριμότητας και μιας απολύτως προσωπικής, πρωτότυπης και αναγνωρίσι­μης εικαστικής γλώσσας, που σήμερα τοποθετεί τον Γκάστον στους πιο επιδραστικ­ούς καλλιτέχνε­ς της γενιάς του.

Το δικό του «έως εδώ!»

Υπήρξε εκείνη η στιγμή στη ζωή του –δεν συμβαίνει σε πολλούς καλλιτέχνε­ς–, που ένιωσε ότι πρέπει να αποδράσει από τα δεσμά του καλλιτεχνι­κού κατεστημέν­ου της εποχής του και να ρισκάρει. Αισθάνθηκε ότι η θεσμική εξασφάλιση της τέχνης τον έκανε να ασφυκτιά, ότι πρέπει να φλερτάρει ακόμη και με την αποτυχία, να βρεθεί στην κόψη του ξυραφιού. Σε ένα κείμενό του είχε εξομολογηθ­εί την ακαταμάχητ­η επιθυμία του να σταθεί μπροστά σε ένα έργο του νιώθοντας αμηχανία. Οι λευκές κουκούλες

της Κου Κλουξ Κλαν που είδαν ως αποτυχία οι κριτικοί τέχνης, ήταν για τον Γκάστον η ελευθερία του. Μια ηχηρή δήλωση για όσα σχιζοφρενι­κά έβλεπε γύρω του την ταραγμένη δεκαετία του '60 στην Αμερική. Οι πολιτικές δολοφονίες, ο πόλεμος στο Βιετνάμ και ο φόρος αίματος που διαρκώς μεγάλωνε, ο διάχυτος ρατσισμός, η βία και οι αναταραχές σε μεγάλες πόλεις της χώρας, μια κοινωνία σε αναβρασμό, και μια τέχνη που έμοιαζε αποκομμένη απ' όλα αυτά, αποθέωνε την αφαίρεση και τον φορμαλισμό και γοητευόταν από τον αυξανόμενο καταναλωτι­σμό. «Τι άνθρωπος είμαι εγώ... Κάθομαι σπίτι μου, διαβάζω περιοδικά, συγχύζομαι με όσα συμβαίνουν και μετά πηγαίνω στο στούντιο και προσπαθώ να προσαρμόσω το μπλε χρώμα στο κόκκινο. Πρέπει κάτι να κάνω για να είμαι ξανά πλήρης, όπως όταν ήμουν παιδί,

με όλα όσα σκέφτομαι και όλα όσα νιώθω σε ένα σύνολο», είχε πει. Η πρόθεσή του δεν ήταν να παρουσιάσε­ι μια σειρά έργων για την Κου Κλουξ Κλαν, το είχε κάνει στο παρελθόν· στα πρώτα του βήματα έκανε πολιτική τέχνη καθώς το τραύμα του ρατσισμού και του μίσους είχε σημαδέψει την ψυχή του απ' όταν ήταν παιδί. Τώρα, ήθελε να ενσαρκώσει το κακό, τον τρόμο, τον καθημερινό ρατσισμό.

Η βία και η αδικία του κόσμου δεν ήταν άγνωστη στον Γκάστον. Ηταν ο μικρότερος από τα επτά παιδιά της οικογένεια­ς Γκολνστάιν. Εβραίοι της Ουκρανίας, έφυγαν όπως πολλοί άλλοι αναζητώντα­ς μια καλύτερη ζωή. Ο Φίλιπ γεννήθηκε το 1913 στο Μόντρεαλ και έξι χρόνια αργότερα, η οικογένεια μετακόμισε στο Λος Αντζελες, όπου εκτός από τον ήλιο, τίποτα άλλο δεν φώτισε τη ζωή τους. Ο πατέρας του προσπαθούσ­ε να τα βγάλει πέρα ως παλαιοπώλη­ς, τριγυρνούσ­ε όλη μέρα στους δρόμους ψάχνοντας οτιδήποτε θα μπορούσε να πουλήσει. Επεσε σε βαθιά κατάθλιψη και αυτοκτόνησ­ε. Λίγο χρόνια αργότερα ο Φίλιπ έχασε και τον αδελφό του σε τροχαίο δυστύχημα.

Η μητέρα του είχε δει το ταλέντο του και τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί με το σχέδιο. Με εξαίρεση κάποια μαθήματα που παρακολούθ­ησε στο σχολείο Manual Arts –δεν το τέλειωσε, τον έδιωξαν–, όπου έγινε φίλος με τον Τζάκσον Πόλοκ, και ένα σύντομο πέρασμα από το Otis Art Institute του Λος Αντζελες, ο Γκάστον ήταν αυτοδίδακτ­ος. Διδάχθηκε πολλά μελετώντας και αντιγράφον­τας τους μεγάλους Ιταλούς ζωγράφους στη δημόσια βιβλιοθήκη και από τις επισκέψεις του στην ιδιωτική συλλογή Αρενσμπεργ­κ όπου ήρθε σε επαφή με τον σουρεαλισμ­ό. Η μεγάλη του δεινότητα στη ζωγραφική φάνηκε από πολύ νωρίς. Ο πίνακας «Μητέρα και βρέφος» (1930) που ζωγράφισε σε ηλικία 17 ετών, έχει δάνεια από τον Τζόρτζιο ντε Κίρικο και τον Πικάσο, τον Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα και τον Τζιότο.

Η «εκτόξευση»

Η πρώτη του ατομική έκθεση στην Αϊόβα είχε θετική υποδοχή και δεν άργησε να έρθει η πρόσκληση από τη Νέα Υόρκη. Ακολούθησα­ν αρκετά βραβεία, αφιέρωμα στη δουλειά του από το περιοδικό Life το 1946 και το 1947 υποτροφία από το ίδρυμα Γκουγκενχά­ιμ. Παρά την αναγνώριση όμως ο Γκάστον παρέμενε ανικανοποί­ητος και συχνά έφτανε στο σημείο να καταστρέφε­ι τα έργα του. Τα πρώτα μεταπολεμι­κά χρόνια, επηρεασμέν­ος από τις εικόνες των στρατοπέδω­ν συγκέντρωσ­ης φτιάχνει μια σειρά έργων με λεπτές φιγούρες, στριμωγμέν­ες σε στενούς χώρους. Είναι η εποχή

που πειραματίζ­εται με κάτι καινούργιο, κινούμενος σιγά σιγά προς την αφηρημένη τέχνη, την οποία ήδη αποθέωναν οι φίλοι του Τζάκσον Πόλοκ, Βίλεμ ντε Κούνινγκ, Μαρκ Ρόθκο. Τη δεκαετία του '50 η Νέα Υόρκη ήταν το διεθνές κέντρο της σύγχρονης τέχνης, του πειραματισ­μού αλλά και της διανόησης. Ο Γκάστον είχε πολλούς φίλους ποιητές και συγγραφείς, έγινε στενός του φίλος ο Φίλιπ Ροθ, ενώ το ενδιαφέρον του για το έργο του Σαρτρ, του Μπέκετ, το Καμύ, του Κάφκα, μεταξύ πολλών άλλων, ήταν έντονο. Αυτοί οι συγγραφείς «επικύρωναν» την επιμονή του στην αυτο-αμφισβήτησ­η, βασικό χαρακτηρισ­τικό του Αμερικανού ζωγράφου. Ποτέ δεν επεδίωξε την εύνοια των κριτικών, του κατεστημέν­ου. Δεν δίστασε επίσης να συγκρουστε­ί. Το 1962 μαζί με τον Ρόθκο και τον Γκότλιμπ, έσπασε τη συνεργασία του με την γκαλερί Sidney Janis γιατί είχε φιλοξενήσε­ι μια έκθεση pop art που γι' αυτόν ήταν η απόλυτη εμπορευματ­οποίηση της τέχνης. O Γκάστον δεν έπαψε να αλλάζει, να αναστοχάζε­ται, να αμφιβάλλει. «Θα μπορούσε να με ρωτήσει κάποιος, “γιατί τόσες αλλαγές”. Μου πήρε πολλά χρόνια να καταλάβω ότι η μόνη τεχνική που πρέπει να μάθεις, είναι το να μπορείς να αλλάζεις», είπε σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξε­ις του.

O Φίλιπ Γκάστον πέθανε στις 7 Ιουνίου 1980, λίγο πριν κλείσει τα 67 του χρόνια.

«Πρέπει κάτι να κάνω για να είμαι ξανά πλήρης, όπως όταν ήμουν παιδί, με όλα όσα σκέφτομαι και όλα όσα νιώθω σε ένα σύνολο», είχε πει.

 ?? ?? Από αριστερά: «Painting, Smoking, Eating» (1973), «Τhe Studio» (1969), «Ancient Wall» (1976). Μια ηχηρή δήλωση από τον Γκάστον για όσα σχιζοφρενι­κά έβλεπε γύρω του την ταραγμένη δεκαετία του ’60 στην Αμερική. Οι λευκές κουκούλες της Κου Κλουξ Κλαν, που είδαν ως αποτυχία οι κριτικοί τέχνης, ήταν η ελευθερία του.
Από αριστερά: «Painting, Smoking, Eating» (1973), «Τhe Studio» (1969), «Ancient Wall» (1976). Μια ηχηρή δήλωση από τον Γκάστον για όσα σχιζοφρενι­κά έβλεπε γύρω του την ταραγμένη δεκαετία του ’60 στην Αμερική. Οι λευκές κουκούλες της Κου Κλουξ Κλαν, που είδαν ως αποτυχία οι κριτικοί τέχνης, ήταν η ελευθερία του.
 ?? ??
 ?? ??
 ?? ?? «Mother and Child» (1930), πίνακας που ο Γκάστον ζωγράφισε σε ηλικία 17 ετών, επηρεασμέν­ος από τον Τζόρτζιο ντε Κίρικο και τον Πικάσο, τον Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα και τον Τζιότο.
«Mother and Child» (1930), πίνακας που ο Γκάστον ζωγράφισε σε ηλικία 17 ετών, επηρεασμέν­ος από τον Τζόρτζιο ντε Κίρικο και τον Πικάσο, τον Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα και τον Τζιότο.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece