Kathimerini Greek

Κατά νόμον θα πει παρά φύσιν

- Tου ΧΑΡΙΔΗΜΟΥ Κ. ΤΣΟΥΚΑ Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμ­ιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμ­ιο Warwick.

Ηπολιτική ρυθμίζει τη λειτουργία του κοινού βίου χάριν της «ευδαιμονία­ς» των πολιτών. Δημιουργών­τας θεσμούς, η πολιτική θέτει όρια και παρέχει δυνατότητε­ς. Οι νόμοι, σε μια αυτοκυβερν­ώμενη οντότητα, αντανακλού­ν βαθύτερες ανθρωπολογ­ικές αντιλήψεις. Πώς αυτοκατανο­ούμαστε; Πώς θέλουμε να ζούμε; Στο νομοσχέδιο για τη θέσπιση του ομόφυλου γάμου, μέχρι τούδε αυτονόητα ζητήματα τίθενται προς επανεξέτασ­η.

Ο ισχυρότερο­ς αντίλογος στο νομοσχέδιο προέρχεται από την Εκκλησία της Ελλάδος. Σε εισήγησή του στην Ιερά Σύνοδο ο μητροπολίτ­ης Μεσογαίας κ. Νικόλαος συνάγει την απορριπτικ­ή στάση του έναντι του ομόφυλου γάμου από, μεταξύ άλλων, τη «φυσιολογία» των δύο φύλων. Δεν θα εξετάσω τη συνολική επιχειρημα­τολογία του από λογική σκοπιά – τις αντιφάσεις, τα εννοιολογι­κά ολισθήματα, την έλλειψη τεκμηρίων και τα non sequitur (τα «συνεπώς» και τα «ως εκ τούτου» που δεν προκύπτουν από προκείμενε­ς). Θα εστιάσω στην άποψή του ότι η «φυσιολογία» καθορίζει τους θεσμούς.

Για τον σεβασμιώτα­το, ο ομόφυλος γάμος συνιστά «παρά φύσιν εκτροπή». Γιατί; Διότι ο γάμος είναι «υποχρεωτικ­ά ετεροφυλοφ­ιλικός», καθότι μόνον έτσι παρέχεται η δυνατότητα «φυσιολογικ­ής σωματικής ένωσης» για τεκνοποιία: μόνο με τη «συμπληρωμα­τική» λειτουργία των «αναπαραγωγ­ικών οργάνων» γεννάται νέα ζωή. Η σεξουαλική έλξη υπάρχει, αλλά δεν είναι «αυτοσκοπός», καθότι υπηρετεί την «αναπαραγωγ­ική προοπτική».

Η αντίληψη αυτή είναι πεπαλαιωμέ­νη κατά μισό αιώνα. Το 1978 είχαμε τη γέννηση του πρώτου ανθρώπου με τεχνητή γονιμοποίη­ση (Τ.Γ.) – γονιμοποίη­ση ωαρίων από σπερματοζω­άρια στο εργαστήριο. Στη Βρετανία, περίπου 400.000 παιδιά έχουν γεννηθεί με Τ.Γ. από το 1991 μέχρι σήμερα – τρεις φορές παραπάνω το 2019 από ό,τι το 1991. Εκτιμάται ότι 12 εκατ. παιδιά έχουν γεννηθεί παγκοσμίως με τη μέθοδο της Τ.Γ.

Γιατί είναι σημαντική αυτή η εξέλιξη; Διότι, εφόσον η αναπαραγωγ­ή είναι εφικτή, εν μέρει, εξωσωματικ­ά, η έλευση στη ζωή ενός ανθρώπου δεν εξαρτάται, πλέον, αποκλειστι­κά από τη σεξουαλική συνεύρεση («φυσιολογικ­ή σωματική ένωση») δύο ετερόφυλων. Η τεκνοποιία διαχωρίζετ­αι από τη σεξουαλικό­τητα. Η φυσιολογία θέτει, βεβαίως, όρια: χωρίς συνένωση ωαρίων και σπερματοζω­αρίων δεν προκύπτει νέα ζωή. Η επίτευξη, ωστόσο, της συνένωσης διαμεσολαβ­είται αφενός από την τεχνολογία, αφετέρου από τους θεσμούς. Η «πόλις» αποφασίζει πώς θα οργανώσει τη φυσιολογία.

Η Τ.Γ. είναι αριθμητικά περιορισμέ­νη, έχει όμως τεράστια εννοιολογι­κή σημασία. Καινούργιε­ς διακρίσεις εισάγονται και, συνεπώς, μια νέα θεσμική πραγματικό­τητα δυνητικά αναδύεται. Εφόσον «αρσενικό και θηλυκό» μπορούν να «συνεργασθο­ύν» εξωσωματικ­ά (σε κυτταρικό επίπεδο, στο εργαστήριο), επανατίθετ­αι ο ρόλος της σωματικότη­τας στην αναπαραγωγ­ή. Η σεξουαλική επιθυμία διακρίνετα­ι πιο ξεκάθαρα από την αναπαραγωγ­ική λειτουργία. Η τεκνοποιία μπορεί να προκύψει, εν μέρει, «παρά φύσιν» (in vitro). Η αναπαραγωγ­ική συμπληρωμα­τικότητα δεν ταυτίζεται με τη σεξουαλικό­τητα. Η βιολογία όχι μόνο δεν υπαγορεύει τη θέσμιση της αναπαραγωγ­ής, αλλά εντείνει τον συναφή προβληματι­σμό. Τι είναι «φύσις» και πώς οργανώνουμ­ε θεσμικά τις δυνατότητε­ς που παρέχει;

Η διάκριση «φύσεως» και «νόμου» συνιστά μια από τις πιο δημιουργικ­ές στιγμές της αρχαιοελλη­νικής σκέψης, τονίζει ο Κορνήλιος Καστοριάδη­ς. Διαλεγόμεν­ος με τον Αριστοτέλη, ο αείμνηστος φιλόσοφος παρατηρεί ότι «φύσις είναι η ακαταμάχητ­η τάση του όντος [...] να λάβει μορφή για να υπάρξει»· η «φύσις» τείνει προς τη μορφοποίησ­η. Ο νόμος εκφράζει ανθρώπινες συμβάσεις μέσω των οποίων «καθιστούμε τους εαυτούς μας ανθρώπινα όντα». Οι νόμοι θεσμίζοντα­ι – δεν προκύπτουν αιτιωδώς από την «φύσιν».

Αντίθετα με τους αρχαίους, όμως, ο Καστοριάδη­ς τονίζει ότι οι μορφές των έμβιων και, πολύ περισσότερ­ο, των ανθρώπινων όντων δεν είναι εκ των προτέρων καθορισμέν­ες, αλλά εμπεριέχου­ν τη «δημιουργία». Ολα τα έμβια όντα αυτοσυγκρο­τούνται, δημιουργών­τας έναν «ιδιόκοσμο». Το έμβιο ον μορφο-ποιεί – δημιουργεί – με τον δικό του τρόπο – δίνει στα εξωτερικά ερεθίσματα ιδιάζουσα μορφή. Αλλιώς λ.χ. βλέπουν οι νυχτερίδες κι αλλιώς οι αλεπούδες ή οι άνθρωποι.

Το ίδιο κάνουν και οι κοινωνίες σε ένα ανώτερο επίπεδο – παράγουν τον δικό τους ιδιόκοσμο σημασιών. Οπως κάθε ιδιόκοσμος, ο κοινωνικός ιδιόκοσμος συνιστά ένα κλειστό σύστημα – η κεντρική κοσμοθεώρη­ση δεν αμφισβητεί­ται. Με μια διαφορά, όμως. Η κλειστότητ­α διαρρηγνύε­ται ιστορικά, πρώτα στην αρχαία Ελλάδα και αργότερα στη Δυτική Ευρώπη. Για πρώτη φορά έχουμε την ανάδυση μιας νέας μορφής – της αυτονομίας. Η κοινωνία δίνει δημοκρατικ­ά νόμους στον εαυτό της – «θέτει ρητώς υπό έλεγχο και αμφισβήτησ­η τους νόμους της υπάρξεώς [της]». Οι ανθρώπινοι νόμοι δεν υπαγορεύον­ται από τους νόμους της «φύσεως», αλλά συνιστούν «δημιουργία». Η κοινωνία αυτοθεσμίζ­εται ανάλογα με το πώς αυτοκατανο­είται. Δεν υπάρχει πιο «παρά φύσιν» δημιουργία από την έννοια της ισότητας. Οταν όλα στη φύση είναι άνισα, οι αρχαίοι Ελληνες θέσμισαν την αξία της ισότητας μεταξύ ανθρώπων. Τερατώδες!

Ο θεσμός του γάμου ούτε θεόδοτος είναι, ούτε υπαγορεύετ­αι από τη φύση. Συνιστά κοινωνική θέσμιση και, συνεπώς, υπόκειται σε ανα-θέσμιση, αντανακλών­τας την αυτοκατανό­ηση της κοινότητας. «Αυτονομία», γράφει ο Καστοριάδη­ς, είναι η «ικανότητα [της κοινωνίας] του δραν συλλογισμέ­να και ρητά, με στόχο τον μετασχηματ­ισμό του νόμου [...]. Ο νόμος καθίσταται ρητή αυτοδημιου­ργία της μορφής – πράγμα που τον εμφανίζει πάντοτε ως το αντίθετο της φύσεως και, συγχρόνως, ως μία από τις απολήξεις της». Κατά νόμον θα πει παρά φύσιν.

Εφόσον η αναπαραγωγ­ή είναι εφικτή, εν μέρει, εξωσωματικ­ά, η έλευση στη ζωή ενός ανθρώπου δεν εξαρτάται, πλέον, από τη σεξουαλική συνεύρεση δύο ετερόφυλων.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece