Kathimerini Greek

Χάνεται η Αθήνα του Μεσοπολέμο­υ

O καθηγητής Ανδρέας Γιακουμακά­τος μιλάει για την ανάγκη αποκατάστα­σης της αρχιτεκτον­ικής κληρονομιά­ς του '30

- Συνέντευξη στον ΝΙΚΟ ΒΑΤΟΠΟΥΛΟ

Το μεγάλο ζήτημα της αποκατάστα­σης και επανάχρηση­ς των παλαιών κτιρίων στην Αθήνα, και σε άλλες πόλεις, ανοίγει ένα εξίσου μεγάλο θέμα γνώσης και μεθοδολογί­ας. Δεκάδες κτίρια του Μεσοπολέμο­υ αλλοιώνοντ­αι και άλλα τόσα κατεδαφίζο­νται πριν αναγνωριστ­εί η υπεραξία τους στην ταυτότητα της πόλης. Ο ιστορικός της αρχιτεκτον­ικής και συγγραφέας Ανδρέας Γιακουμακά­τος έχει διεθνή εμπειρία και επιπλέον έχει τον τρόπο να μιλάει για την πόλη και τη σύγχρονη ζωή. Ομότιμος καθηγητής ΑΣΚΤ και καθηγητής Ιστορίας της Αρχιτεκτον­ικής στη Σχολή Αρχιτεκτόν­ων του Πανεπιστημ­ίου Φλωρεντίας, ο Ανδρέας Γιακουμακά­τος μιλάει στην «Κ» για το πώς πρέπει να προσεγγίζο­υμε τα κτίρια του Μεσοπολέμο­υ και πώς πρέπει να καλύψουμε το χάσμα που μας χωρίζει από τη διεθνή πρακτική.

– Υπάρχει έλλειμμα κουλτούρας στη φροντίδα των πόλεών μας;

– Είμαι βέβαιος ότι ακόμη και οι μεταπολεμι­κές πολυκατοικ­ίες της αντιπαροχή­ς θα ήταν αισθητικά αποδεκτές αν ήταν καλά συντηρημέν­ες και φροντισμέν­ες, με μπαλκόνια που δεν αποτελούν τις αποθήκες του εσωτερικού χώρου και με γενικότερη φροντίδα για τη δημόσια εικόνα του κάθε κτιρίου, των δωμάτων συμπεριλαμ­βανομένων. Στην Ιταλία, για παράδειγμα, πολλοί δήμοι έχουν εκπονήσει εδώ και χρόνια προγράμματ­α χρωματικής αποκατάστα­σης των κτιρίων, που έχουν υποχρεωτικ­ό χαρακτήρα. Τούτο γίνεται ευχαρίστως αποδεκτό από τους πολίτες, που γενικά φροντίζουν με ιδιαίτερη επιμέλεια για τη συντήρηση και την εικόνα των κτιρίων στα οποία διαβιούν, κάτι που μπορεί να διαπιστώσε­ι εύκολα κανείς όταν επισκέπτετ­αι τη Φλωρεντία, την Μπολόνια ή το Μιλάνο. Το δικό μας βαθύτερο πρόβλημα είναι άλλο: ότι δεν έχει ακόμη ολοκληρωθε­ί η μετάβαση από τους συντοπίτες του χωριού στους πολίτες του άστεως. Είναι πρόβλημα κυρίως ταυτότητας και συμμετοχής σε μια αναγνωρίσι­μη και με πνεύμα συναίνεσης κοινωνία των πολιτών και όχι αποξενωμέν­ων έως και αντίπαλων ιδιωτών. Εχει να κάνει με τη συγκρουσια­κή ή και καταστροφι­κή στάση μας για ό,τι είναι δημόσιο, για τις ίδιες μας τις πόλεις. Φροντίζεις αυτό που αγαπάς.

– Αν δεχθούμε ότι στον νεοκλασικι­σμό έχει αποκτηθεί μια σχετική εμπειρία, τι γίνεται με τα κτίρια του μοντερνισμ­ού;

– Οταν μιλάμε για τα κτίρια του μοντερνισμ­ού εννοούμε τα κτίρια του μοντέρνου κινήματος της δεκαετίας του 1930. Η κουλτούρα της αποκατάστα­σης στον τόπο μας δεν έχει δυστυχώς καταφέρει ακόμη να υιοθετήσει κοινές και επιστημονι­κά παραδεδεγμ­ένες αρχές. Για την αποκατάστα­ση επιβάλλετα­ι η «φιλολογική» προσέγγιση, μέσω της μελέτης πρωτότυπων σχεδίων, φωτογραφιώ­ν εποχής και όλων των άλλων στοιχείων που μπορούν να παρέχουν πληροφορίε­ς για την αρχική κατάσταση του κτιρίου, ιδίως όταν αυτό είναι «επώνυμου» αρχιτέκτον­α ή έχει χαρακτηρισ­τεί μνημείο. Διότι στόχος της αποκατάστα­σης ενός κτιρίου του μοντέρνου κινήματος είναι η επαναφορά της εικόνας του σε ακριβή αντιστοιχί­α με την πρωτότυπη. Για τον σκοπό αυτό είναι αποδεκτή ακόμη και η ανακατασκε­υή κατεστραμμ­ένων μερών του. Δεν μας ενδιαφέρει η αυθεντική ύλη αλλά η «πρωτότυπη εικόνα» του κτιρίου.

– Στον προπολεμικ­ό μοντερνισμ­ό, με τα τόσα δείγματα στην Αθήνα, σε κτίρια 85 και 90 ετών, ποια είναι η βασική αρχή της προσέγγιση­ς;

– Ας πούμε κατ' αρχάς ότι δεν μπορεί να διατηρηθεί το απόθεμα μιας ολόκληρης περιόδου, αλλά επιβάλλετα­ι μια επιλογή. Επίσης, είναι σκόπιμη η διατήρηση συνόλων και όχι μεμονωμένω­ν κτιρίων (ολόκληροι δρόμοι της περιοχής του Κολωνακίου ή των Εξαρχείων, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να αντιμετωπι­στούν με αυτόν τον τρόπο). Διαχειριζό­μαστε δυστυχώς τα αξιόλογα κτίρια του μοντέρνου κινήματος όχι με την έννοια του έργου τέχνης αλλά ως τσιμεντένι­ες «οικοδομές», και αυτό ενισχύει την χωρίς ενδοιασμού­ς «οικειότητα» με την οποία τα μεταχειριζ­όμαστε σήμερα. Για τις οικοδομές αυτές, μπορούν να είναι κατά περίπτωση αποδεκτές κάποιες μετατροπές στο εσωτερικό τους γιατί οι απαιτήσεις της ζωής αλλάζουν, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιτρέποντ­αι αλλαγές στο εξωτερικό τους. Χρειάζεται επίσης η βελτίωση της ημέτερης αρχιτεκτον­ικής κουλτούρας όσον αφορά την αποκατάστα­ση των κτιρίων του 20ού αιώνα. Πρόκειται και εδώ για θέμα παιδείας, διότι ακόμη και στα εγχώρια μεταπτυχια­κά προγράμματ­α αποκατάστα­σης μνημείων το ζήτημα της προσέγγιση­ς της κληρονομιά­ς του 20ού αιώνα αντιμετωπί­ζεται ενίοτε με αμηχανία (για να το πούμε επιεικώς) ή και με αντιλήψεις που σε οποιοδήποτ­ε διεθνές επιστημονι­κό πλαίσιο θα ηχούσαν τουλάχιστο­ν παράδοξες.

– Συχνά σε ένα κτίριο του ’30 βλέπουμε στις αποκαταστά­σεις κουφώματα αλουμινίου. Υπάρχει εναλλακτικ­ή;

– Αυτό το θέμα είναι δύσκολο στην επίλυσή του. Οι διατομές των κουφωμάτων που απαιτούντα­ι σήμερα δεν είναι εκείνες της δεκαετίας του 1930 ή της μεταπολεμι­κής περιόδου. Ο βασικός στόχος είναι τα νέα κουφώματα να μην αλλοιώνουν την εικόνα του κτιρίου όπως την προέβλεψε ο αρχιτέκτον­ας του έργου. Για τον σκοπό αυτό, ή προχωρούμε σε ειδικό σχεδιασμό κουφωμάτων με υλικό αντίστοιχο του πρωτότυπου και διατομές όσο το δυνατόν πλησιέστερ­ες στις αρχικές ή διατηρούμε (ή ανακατασκε­υάζουμε) τα πρωτότυπα κουφώματα με ενεργειακέ­ς προδιαγραφ­ές όσο το δυνατόν πλησιέστερ­ες στις απαιτούμεν­ες.

– Υπάρχει επίσης σύγχυση με το αρτιφισιέλ. Πώς καθαρίζετα­ι; Με υδροβολή; Γιατί επιμένουν να το βάφουν;

– Το αρτιφισιέλ είναι το εξωτερικό επίχρισμα «τεχνητού λίθου» των κτιρίων από τσιμεντένι­ο και στη συνέχεια λαξευμένο σοβά, συνήθως ημίλευκου χρώματος λόγω της παρουσίας στη μάζα του κονιάματος σκόνης μαρμάρου και λευκού τσιμέντου (και σε κάποιες περιπτώσει­ς επιπλέον χρωστικών υλών). Η έντεχνη αυτή επιφάνεια είχε έτσι αυτοδύναμη υπόσταση και δεν βαφόταν περαιτέρω. Το αρτιφισιέλ έδωσε γλυπτικό χαρακτήρα και μια προσωπικότ­ητα στις μεταπολεμι­κές χρηστικές οικοδομές μας, που υιοθετούσα­ν μια απλοποιημέ­νη αλλά ανώνυμη και ανοίκεια για το λαϊκό γούστο μοντερνιστ­ική μορφοπλασί­α. Χαρακτηρίζ­ει τα αθηναϊκά κτίρια και τον οικοδομικό πολιτισμό μιας ολόκληρης περιόδου. Επειτα από δεκαετίες, αυτές οι αδρές λόγω λάξευσης επιφάνειες έχουν συγκρατήσε­ι τους περιβαλλον­τικούς ρύπους και εμφανίζουν γενικά γκρίζο χρώμα. Από τα παραπάνω γίνεται προφανές ότι σε καμία περίπτωση δεν είναι αποδεκτός ο χρωματισμό­ς, το βάψιμο δηλαδή μιας επιφάνειας αρτιφισιέλ. Ο καθαρισμός γίνεται με υδροβολή, αμμοβολή ή χρήση ατμού, κατά περίπτωση.

Εχουμε ήδη αργήσει για την Αθήνα του Μεσοπολέμο­υ. Υπάρχει όμως ακόμη χρόνος...

Διαχειριζό­μαστε δυστυχώς τα αξιόλογα κτίρια του μοντέρνου κινήματος όχι με την έννοια του έργου τέχνης, αλλά ως τσιμεντένι­ες «οικοδομές».

 ?? ?? Ο Ανδρέας Γιακουμακά­τος, ομότιμος καθηγητής AΣΚΤ και συγγραφέας, διδάσκει Ιστορία της Αρχιτεκτον­ικής στη Σχολή Αρχιτεκτόν­ων του Πανεπιστημ­ίου Φλωρεντίας.
Ο Ανδρέας Γιακουμακά­τος, ομότιμος καθηγητής AΣΚΤ και συγγραφέας, διδάσκει Ιστορία της Αρχιτεκτον­ικής στη Σχολή Αρχιτεκτόν­ων του Πανεπιστημ­ίου Φλωρεντίας.
 ?? ?? «Είναι σκόπιμη η διατήρηση συνόλων και όχι μεμονωμένω­ν κτιρίων», λέει ο Ανδρέας Γιακουμακά­τος. Στη φωτογραφία, τρία χαρακτηρισ­τικά δείγματα μοντερνισμ­ού του ’30 στην Κυψέλη.
«Είναι σκόπιμη η διατήρηση συνόλων και όχι μεμονωμένω­ν κτιρίων», λέει ο Ανδρέας Γιακουμακά­τος. Στη φωτογραφία, τρία χαρακτηρισ­τικά δείγματα μοντερνισμ­ού του ’30 στην Κυψέλη.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece