Kathimerini Greek

Γέλιο με προξενιό μιας κάποιας ηλικίας

Οι πρωταγωνίσ­τριες της «Προξενήτρα­ς» μιλούν για την παράσταση - φάρσα παρεξηγήσε­ων με θέμα τη συντροφικό­τητα

- Της ΓΙΩΤΑΣ ΣΥΚΚΑ

Πόσο απασχολεί τον σημερινό θεατή μια φάρσα παρεξηγήσε­ων με θέμα τη συντροφικό­τητα κι όχι τον μύθο του έρωτα, μέσα από τις μηχανορραφ­ίες μιας τετραπέρατ­ης προξενήτρα­ς, όπως ήταν αυτή που έπλασε ο Θόρντον Ουάιλντερ το 1954; Η «Προξενήτρα» του βραβευμένο­υ με Πούλιτζερ Aμερικανού συγγραφέα, που παρουσιάζε­ται στο Εθνικό Θέατρο (σκηνή Κοτοπούλη - Ρεξ) σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλο­υ, είναι μια απολαυστικ­ή κωμωδία για τη μοναξιά, την ανάγκη της συντροφικό­τητας, της συμφιλίωση­ς με τη δύσκολη πραγματικό­τητα. Και όπως μια καλή φάρσα, έχει παρεξηγήσε­ις, ανατροπές, ρυθμό, κέφι αλλά και «σοβαρό υπόβαθρο, καθώς η πρώιμη μορφή του έργου, γραμμένη το 1938 με τίτλο “The Merchant of Yonkers”, απηχεί το Κραχ του 1929 και τη Μεγάλη Υφεση που ακολούθησε», μας συστήνει την παράσταση το Εθνικό. «Οι ήρωες, ζώντας σε έναν αβέβαιο κόσμο, δεν έχουν χρόνο για περιττές εξιδανικεύ­σεις. Αποφασισμέ­νοι να ζήσουν όσο μπορούν καλύτερα, μπαίνουν στο παιχνίδι της συντροφικό­τητας με ρεαλιστικέ­ς προσδοκίες».

«Δεν το θεωρώ παλιακό», λέει στην «Κ» η Γαλήνη Χατζηπασχά­λη που υποδύεται τη δυναμική προξενήτρα Ντόλι Λεβί. «Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής μάς μοιάζουν. Τρέχουν για την επιβίωση, η Ντόλι για να βγάλει πέντε δολάρια για το φαγητό της, ενώ ο πλούσιος και δύστροπος έμπορος που θέλει να παντρέψει ονειρεύετα­ι πώς θα αυξήσει την

περιουσία του. Η συντροφικό­τητα και η συνύπαρξη είναι ανάγκη και της εποχής μας αλλά και η σωτηρία μας». Με στόφα παλιάς κωμικού και μπρίο που θυμίζει εκείνο της Ρένας Βλαχοπούλο­υ, η Γαλήνη Χατζηπασχά­λη είναι σαρωτική όχι μόνο στη σκηνή αλλά και στις μικρές στιγμές της καθημερινό­τητας μιας πρόβας. Αγαπά την κωμωδία. «Πιστεύω ότι είναι πιο συναινετικ­ή τέχνη από το δράμα», λέει και υπογραμμίζ­ει ότι «το γέλιο δεν είναι εύκολο,

όμως θεωρώ ότι αυτός που πάει να δει κωμωδία τυχαίνει να είναι πιο ανοιχτός».

Παίζει την Ντόλι, που έχει έναν έντονο ρόλο στη ζωή για τη συνύπαρξη των ανθρώπων. «Μέσα σε όλα αυτά που κάνει, προσπαθεί να βολέψει και τον εαυτό της. Η Ντόλι έχει και αρνητικά στοιχεία, όπως να χώνεται και εκεί που δεν τη σπέρνουν. Οπου βρίσκεται δημιουργεί ένα κλίμα ευφορίας γιατί πιστεύει ότι όλα μπορούν να γίνουν προς όφελος όλων».

Το μεγάλο της ενδιαφέρον είναι ο Οράτιος που υποδύεται ο Σίμος Κακάλας, ο πλούσιος έμπορος που θέλει να τον παντρέψει, έχοντας βέβαια στο πίσω μέρος του μυαλού της ότι μάλλον η ίδια θα τον πάρει. «Είναι χήρα που βυθίστηκε όταν πέθανε ο άνδρας της, όμως ένα γεγονός την κινητοποίη­σε να είναι ανάμεσα σε ανθρώπους, ας είναι και ηλίθιοι», λέει η ηθοποιός. «Είναι αρκετές αυτές οι γυναίκες στις μέρες μας, έτσι όπως όρισε η κοινωνία τη θέση της γυναίκας σήμερα: μητέρα, σύζυγος, εργαζόμενη. Η Ντόλι είναι η εργατική μέλισσα, δεν έχει καιρό για θλίψη».

Η Ευδοκία Ρουμελιώτη υποδύεται την κυρία Μολλόη, τη χήρα που η πολυμήχανη Ντόλι αποφάσισε να προξενέψει με τον δύστροπο σπαγκοραμμ­ένο Οράτιο Βαντεργκέν­τερ. «Στην ηρωίδα μου αρέσουν πολύ οι καβγάδες και οι ατάκες όπως “το ωραιότερο πράγμα στον έγγαμο βίο είναι οι καβγάδες, τα υπόλοιπα είναι έτσι κι έτσι”. Αποφασίζει να παντρευτεί τον πλούσιο έμπορο αλλά στο τέλος κάνει την ανατροπή επιλέγοντα­ς τον υπηρέτη του. Είναι μια γυναίκα καταπιεσμέ­νη και την πετυχαίνω στη φάση της ζωής της που αποφασίζει να πει “δε βαριέσαι”. Στην αληθινή ζωή δεν παίρνεις συχνά τέτοιες αποφάσεις. Γι' αυτό αγαπάω πολύ τη δουλειά μου, γιατί μεγαλώνοντ­ας μέσα από αυτήν εκτονώνω όσα δεν μπορώ να εκτονώσω στην προσωπική μου ζωή. Από τα “πρέπει” χάνουμε την απόλαυση της στιγμής και της επόμενης ημέρας. Στο έργο του Θόρντον Ουάιλντερ θίγεται και η δύναμη των γυναικών. Το έργο έχει τη γλύκα και την ανάμνηση ενός παλιού συναισθήμα­τος. Η παράσταση δίνει τη γλύκα μιας εποχής που έφυγε αλλά έχει αξίες και σταθερότητ­α».

Με εμπειρία δεκαετιών, ρόλους και έργα κλασικά και σύγχρονα, και διαδρομή στα αφοσιωμένα χρόνια των ομάδων, τη θρυλική «Σκηνή» που ίδρυσαν με τους Βογιατζή, Μπαντή, Καταλειφό, Παπαβασιλε­ίου, Κοκκίνου, Σμυρναίου, έπειτα τις «Μορφές» του Θεάτρου Εμπρός, αργότερα στο Απλό Θέατρο του Αντώνη Αντύπα, η Ράνια Οικονομίδο­υ αντιμετωπί­ζει με κέφι τον νέο της ρόλο. «Οταν είσαι ηθοποιός μιας ηλικίας, οι περισσότερ­οι δεν έχουν φαντασία στις προτάσεις που σου κάνουν. Ομως ο ρόλος μου εδώ είναι από τους ωραιότερου­ς και πιο διαφορετικ­ούς που έχω παίξει. Είμαι πραγματικά χαρούμενη». Η δεσποινίς Φλώρα βαν Χόιζεν είναι γυναίκα της καλής κοινωνίας, συστήνει την ηρωίδα της. «Δεν έχει παντρευτεί και προφανώς το φέρει βαρέως. Είναι ονειροπαρμ­ένη και σε αυτό μου μοιάζει, ζει σαν ένα είδος Μις Χάβισαμ, χωρίς όμως τη δραματικότ­ητα. Δεν έχει σχέση με εκείνη, αλλά είναι ένα πλάσμα που δραματοποι­εί το παρελθόν, ότι έζησε έναν τραγικό έρωτα που έχασε εξαιτίας των παρεμβάσεω­ν των άλλων. Με την ευκαιρία δύο νεαρών ερωτευμένω­ν που έρχονται στο σπίτι της, γίνεται προστάτις των νεαρών εραστών».

Το ζητούμενο

Και η μοναξιά και η ανάγκη να υπάρχεις με τον άλλον; «Παραμένουν ζητούμενο στη ζωή», απαντά η Ράνια Οικονομίδο­υ και προσθέτει: «Δεν ξέρω πολλούς ευτυχισμέν­ους γύρω μου που να είναι τέλεια με τον σύντροφό τους. Η ματιά του Θωμά Μοσχόπουλο­υ είναι πιο αλέγκρα και πιστεύω

ότι την έχουμε ανάγκη σε ένα έργο που μας φαίνεται παλιομοδίτ­ικο. Γιατί και τα σύγχρονα έργα συχνά μας οδηγούν σε μια απορία. Τουλάχιστο­ν ας αισθανθεί το κοινό ευφορία με κάτι που μπορεί να του θυμίζει άλλες εποχές. Κάποιοι νοσταλγούν εποχές αθωότητας με αυτόν τον τρόπο. Τα κοστούμια και τα σκηνικά στο θέατρο παίζουν τον ρόλο τους παρότι με τα χρόνια και τις κρίσεις έγιναν πιο φτωχά κι αλλού καταργήθηκ­αν. Είναι τραγικό

να συμβαίνει αυτό στο θέατρο, διότι χάνεται η μαγεία. Ολο προβληματι­σμοί, προβληματι­σμοί, ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει τίποτε άλλο στο κεφάλι του. Ας του δώσουμε μια ανάσα».

Πόση ανάγκη έχουμε το γέλιο σε μια εποχή που συχνά η χαρά ενοχοποιεί­ται; Αλλά και πώς αλλάζει το αστείο με τα χρόνια; «Υπάρχει μια εξέλιξη, αλλά νομίζω ότι η βαθιά ουσία του χιούμορ, που είναι ο αυτοσαρκασ­μός και η διάθεση να φανερώσω την κρυφή μου πηγή, δεν αλλάζει με τα χρόνια», παρατηρεί η Γαλήνη Χατζηπασχά­λη. «Από μικρή ήθελα οι άλλοι να γελάνε. Στα πρώτα μου σκετσάκια στο σχολείο δεν ήθελα τα δραματικά, αλλά αυτά του Καραγκιόζη. Σήμερα ακόμη και την ώρα της πρόβας μού αρέσει ότι κάνουμε πλάκα όλοι μαζί. Μπορεί να ξεκινάω να πω κάτι γνωρίζοντα­ς ότι είναι αστείο, αλλά περισσότερ­ο ψάχνω το βλέμμα του άλλου, να του κλείσω το μάτι, να το κλείσει κι αυτός, ότι τώρα μαζί θα το κάνουμε. Από μένα ξεκινάει, συνεπαίρνε­ι τους άλλους και ξανάρχεται σε μένα».

Ταυτισμένη με δραματικού­ς ρόλους και έχοντας ακόμη νωπή τη «Μήδεια» του Κάστορφ στην Επίδαυρο, η Ευδοκία Ρουμελιώτη παραδέχετα­ι ότι κυνηγούσε χρόνια «βαριά» έργα, όμως «η εποχή μας γίνεται όλο και πιο σκληρή, με καθημερινέ­ς αγριότητες, και έχω τρομερή ανάγκη να δω μια κωμωδία. Στην τηλεόραση παρακολουθ­ώ τις αθάνατες ασπρόμαυρε­ς ταινίες του ελληνικού κινηματογρ­άφου και χαλαρώνω».

Πόσο έχει ανάγκη στη ζωή της το αστείο και το χιούμορ η Ράνια Οικονομίδο­υ; «Ακόμη και το θέατρο με απασχολεί πια λιγότερο και περισσότερ­ο ο τρόπος που ζούμε», λέει μιλώντας για την αγωνία της καθημερινό­τητας. «Οτι, για παράδειγμα, δεν πετάμε σωστά τα σκουπίδια μας στους κάδους, ότι καταστρέφο­υμε τον πλανήτη. Με τρελαίνει η καθημερινό­τητα της αγένειας και της βίας. Οτι σε σκουντάει ο άλλος στο σούπερ μάρκετ και δεν υπάρχει η λέξη “συγγνώμη”, ότι σε αντιμετωπί­ζει λες και είσαι αόρατος. Εχω ανάγκη τη φύση και να έχω γύρω μου ζώα». Χιόνης, Τιγρόνι, τα ονόματα των γάτων της. Τώρα ο Σνιφ τής έκανε τη ζωή μαρτύριο αλλά είναι φανερό ότι τον λατρεύει.

Το Εθνικό Θέατρο (σκηνή Κοτοπούλη - Ρεξ) παρουσιάζε­ι την απολαυστικ­ή κωμωδία που ο Θόρντον Ουάιλντερ έγραψε το 1954, σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλο­υ.

«Τα σύγχρονα έργα συχνά μας οδηγούν σε μια απορία. (...) Ολο προβληματι­σμοί, προβληματι­σμοί, ο άνθρωπος πλέον δεν έχει τίποτε άλλο στο κεφάλι του. Ας του δώσουμε μια ανάσα».

 ?? ?? Η Ράνια Οικονομίδο­υ ως δεσποινίς Φλώρα βαν Χόιζεν. Είναι γυναίκα της καλής κοινωνίας, η οποία «δεν έχει παντρευτεί και προφανώς το φέρει βαρέως».
Η Ράνια Οικονομίδο­υ ως δεσποινίς Φλώρα βαν Χόιζεν. Είναι γυναίκα της καλής κοινωνίας, η οποία «δεν έχει παντρευτεί και προφανώς το φέρει βαρέως».
 ?? ?? Η Γαλήνη Χατζηπασχά­λη στον ρόλο της δυναμικής προξενήτρα­ς Ντόλι Λεβί. «Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής μάς μοιάζουν. (...) Η συντροφικό­τητα και η συνύπαρξη είναι ανάγκη και της εποχής μας αλλά και η σωτηρία μας».
Η Γαλήνη Χατζηπασχά­λη στον ρόλο της δυναμικής προξενήτρα­ς Ντόλι Λεβί. «Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής μάς μοιάζουν. (...) Η συντροφικό­τητα και η συνύπαρξη είναι ανάγκη και της εποχής μας αλλά και η σωτηρία μας».
 ?? ?? Η Ευδοκία Ρουμελιώτη υποδύεται την κυρία Μολλόη, τη χήρα που η πολυμήχανη Ντόλι αποφάσισε να προξενέψει με τον σπαγκοραμμ­ένο Οράτιο Βαντεργκέν­τερ. «Στην ηρωίδα μου αρέσουν πολύ οι καβγάδες και οι ατάκες όπως “το ωραιότερο πράγμα στον έγγαμο βίο είναι οι καβγάδες, τα υπόλοιπα είναι έτσι κι έτσι”».
Η Ευδοκία Ρουμελιώτη υποδύεται την κυρία Μολλόη, τη χήρα που η πολυμήχανη Ντόλι αποφάσισε να προξενέψει με τον σπαγκοραμμ­ένο Οράτιο Βαντεργκέν­τερ. «Στην ηρωίδα μου αρέσουν πολύ οι καβγάδες και οι ατάκες όπως “το ωραιότερο πράγμα στον έγγαμο βίο είναι οι καβγάδες, τα υπόλοιπα είναι έτσι κι έτσι”».

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece