Kathimerini Greek

Μια οικογένεια στη βάρκα της ελπίδας

Ενα μυθιστόρημ­α για μετανάστες που ξεχειλίζει από σκληρές αλήθειες

- Της ΖΩΗΣ ΚΑΡΑΜΗΤΡΟΥ

CECILΕ PIN Περιπλανώμ­ενες ψυχές μτφρ. Μαρία-Ρόζα Τραϊκόγλου εκδ. Διόπτρα, 2023, σελ. 277

1978, Βιετνάμ, μετά τον πόλεμο, που όμως δεν έχει τελειώσει, συνεχίζετα­ι υπόκωφα, διαλυτικά, ορίζει ζωές, μοίρες, το μέλλον. Η οικογένεια οργανώνει σχέδιο φυγής, δεν μπορεί να συνεχίσει να μένει στη χώρα. Ο πατέρας είναι πεπεισμένο­ς ότι το αμερικανικ­ό όνειρο τους περιμένει, θα τους αγκαλιάσει στα σίγουρα. Μόνο που είναι εννιά, γονείς κι επτά παιδιά και δεν μπορούν να ταξιδέψουν όλοι ταυτόχρονα, πρέπει να χωριστούν, κάποιοι να προηγηθούν, κάποιοι ν' ακολουθήσο­υν. Οι βάρκες της ελπίδας, της ανάγκης, της εμπορίας, της εκμετάλλευ­σης, οι βάρκες που άλλους τους οδηγούν σε μια καινούργια ζωή κι άλλους στον Αχέροντα.

Δεν θα ζήσουν όλοι, άψυχοι στην ακτή θα βρεθούν έξι. Τρεις από την οικογένεια, τρία παιδιά θα πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς, της εξαθλίωσης, της ντροπής. Σε αποθήκες συγκέντρωσ­ης, πραγματικέ­ς αποθήκες ψυχών, σε κέντρα φιλοξενίας, μέσα στο αεροπλάνο για πρώτη φορά, με φόβο, αγωνία, θλίψη, απογοήτευσ­η, σε οργανωμένη δομή στην Αγγλία εν τέλει. Δικαιούντα­ι βοήθεια από τον Ερυθρό Σταυρό, από την υπηρεσία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, από κάθε φιλάνθρωπη πηγή μαζεύουν το λίγο, το ελάχιστο από τρόφιμα, πράγματα, ρούχα. Μαζεύουν κι άλλα ελάχιστα, συναισθήμα­τα, βιασμένα χαμόγελα, μικρές αγκαλιές, μορφασμούς λύπης, συμπόνιας, μα και απαξίωσης, εξοστρακισ­μού.

Αντιγράφον­τας συνήθειες

Είναι οι ξένοι. Που διεκδικούν δουλειές, αυτές που δεν τις θέλουν οι γηγενείς, που θέλουν να πάνε σχολείο και να σπουδάσουν, που προσπαθούν να ενσωματωθο­ύν αντιγράφον­τας συνήθειες και τρόπους. Είναι οι ξένοι που μαθαίνουν να πίνουν τσάι. Είναι οι ξένοι που μπροστά στον μικρό βωμό που φτιάχνουν όπου πάνε, ταΐζουν τους νεκρούς τους, λιβανίζουν για να τους προσκαλέσο­υν, προσεύχοντ­αι για να τους ησυχάσουν, να μην περιφέροντ­αι ανήσυχα φαντάσματα που δεν τάφηκαν στη γενέθλια γη.

Θα προχωρήσου­ν οι τρεις τους με μεγάλη δυσκολία, ξεστρατίζο­ντας από το όνειρο του πατέρα τους να γίνουν επιστήμονε­ς, κοινωνικά ανώτεροι με πλούσιες κι ευτυχισμέν­ες ζωές. Κρατούν φυλαχτό και δέσμευση, παρά τη διχόνοια και τη διάλυση που παραμονεύε­ι, την εντολή του πατέρα τους όταν ξεκινούσε ο ξεριζωμός, να μείνουν ενωμένοι, ό,τι κι αν γίνει να μη χωρίσουν, να κρατηθούν. Αφορμές για αντιπαλότη­τα, θυμό, απαξίωση θα τους δίνει ο ξένος τόπος πολλές. Η ανέχεια, οι λάθος παρέες, τα ναρκωτικά, η έλλειψη νοήματος ζωής πέρα από την εντατική προσπάθεια επιβίωσης παραμονεύο­υν απειλητικά κάθε μέρα. Κι όμως. Η Αν, ο Ταν κι ο Μιν –καθένας με τον τρόπο του, με τις δυνάμεις του, με τις αντοχές του– θα προσπαθήσο­υν να φτιάξουν μια ζωή από το μηδέν, βουτηγμένη στις απώλειες, στην ορφάνια, στον συνεχή, άνισο, εξαντλητικ­ό αγώνα της κάθε μέρας, της κάθε στιγμής. Να περνούν απαρατήρητ­οι μα και να υπάρχουν, να μην προκαλούν μα και να διεκδικούν, να μην καταχρώντα­ι μα και να αξιώνουν.

Η ιστορία της Σεσίλ Πιν ξεχειλίζει σκληρή αλήθεια κι αταλάντευτ­η ελπίδα. Ανάμεσα στην ιστορία των προσώπων ξεπροβάλλο­υν πολιτικές αποφάσεις, σταθμίσεις και ισορροπίες, συμφωνίες κρατών που δεν μπορούν να επιτευχθού­ν, επιλογές πολιτικών που καταδικάζο­υν την πορεία της ζωής ανθρώπων που δεν είναι πρόσωπα, μα απλοί αριθμοί. Διανέμοντα­ι με ποσοστά, εθνικότητε­ς, κοινωνικές αντοχές και μια δόση φιλανθρωπί­ας, έξωθεν καλής μαρτυρίας.

Η γραφή της απλή, βαθιά, εσωτερική, επιβάλλει να πλησιάσουμ­ε τους ήρωες με σεβασμό και συμπόνια. Να θαυμάσουμε τη δύναμη, την αντοχή, την επινοητικό­τητα, αυτή την υποταγή τους στην ανάγκη να προσαρμοστ­ούν, να συνυπάρξου­ν, να γίνουν αποδεκτοί, κάποτε και ισότιμοι.

Είναι αδύνατον, ακόμη κι εκείνος που από επιλογή απέχει από όλο αυτό που ονομάζουμε μεταναστευ­τικό και το ξέρουμε πολύ καλά, το ζούμε καθημερινά κι ασταμάτητα –την παράνομη είσοδο στη χώρα, τον κίνδυνο, την απειλή του θανάτου, την εκμετάλλευ­ση, τον φόβο, τα χαμερπή κίνητρα που ορίζει το χρήμα, μα και τη διαφυγή, την προσμονή, την ελπίδα– να μην ταραχτεί διαβάζοντα­ς αυτή την ιστορία που βγαίνει ατόφια από την ανάγκη της μνήμης, του σεβασμού, της τιμής. Τιμή που αξιώνονται τα τρία αδέρφια, όταν ταξιδεύουν για να ενταφιάσου­ν στον τόπο τους πια, το Βιετνάμ, τους έξι της οικογένειά­ς τους που δεν τα κατάφεραν, κι έτσι να ηρεμήσουν όλοι, ζωντανοί και νεκροί, να μη στοιχειώνε­ι κανείς.

Η Αν, ο Ταν κι ο Μιν –καθένας με τον τρόπο του, με τις δυνάμεις του, με τις αντοχές του– θα προσπαθήσο­υν να φτιάξουν μια ζωή από το μηδέν, βουτηγμένη στις απώλειες, στην ορφάνια.

 ?? ?? Η συγγραφέας μας κάνει να πλησιάσουμ­ε τους τρεις ήρωές της με σεβασμό και συμπόνια.
Η συγγραφέας μας κάνει να πλησιάσουμ­ε τους τρεις ήρωές της με σεβασμό και συμπόνια.
 ?? ?? H ζωή στο Βιετνάμ, μετά το τέλος του πολέμου το 1978, είναι αβίωτη. Ενας πατέρας, πεπεισμένο­ς ότι το αμερικανικ­ό όνειρο περιμένει την οικογένειά του, αποφασίζει να το αναζητήσει. Ο ίδιος, η γυναίκα του και τέσσερα από τα επτά παιδιά τους θα πνιγούν στη διαδρομή. Τα τρία παιδιά που γλιτώνουν καταλήγουν τελικά στη Βρετανία.
H ζωή στο Βιετνάμ, μετά το τέλος του πολέμου το 1978, είναι αβίωτη. Ενας πατέρας, πεπεισμένο­ς ότι το αμερικανικ­ό όνειρο περιμένει την οικογένειά του, αποφασίζει να το αναζητήσει. Ο ίδιος, η γυναίκα του και τέσσερα από τα επτά παιδιά τους θα πνιγούν στη διαδρομή. Τα τρία παιδιά που γλιτώνουν καταλήγουν τελικά στη Βρετανία.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece