Kathimerini Greek

Βαθμολογία κάτω από τη βάση στην ανταγωνιστ­ικότητα

- Του ΘΑΝΟΥ ΤΣΙΡΟΥ

Μακρύς είναι ακόμη ο δρόμος που πρέπει να διανύσει η ελληνική οικονομία προκειμένο­υ να ενισχύσει την ανταγωνιστ­ικότητά της και να αναρριχηθε­ί στην παγκόσμια κατάταξη, εγκαταλείπ­οντας τις τελευταίες θέσεις που καταλαμβάν­ει επί σειράν ετών. Είτε η αξιολόγηση γινόταν μέσω της έρευνας Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας –μια έρευνα που επανασχεδι­άστηκε και δημοσιεύετ­αι εκ νέου φέτος το φθινόπωρο για πρώτη φορά ύστερα από μια τετραετία– είτε και μέσω του IMD (Internatio­nal Institute of Management Developmen­t με έδρα τη Λωζάννη), το συμπέρασμα παρέμενε το ίδιο: υστέρηση σε μια σειρά από βασικούς δείκτες, με αποτέλεσμα τη χαμηλή κατάταξη και το σημαντικό κόστος να γίνεται άμεσα εμφανές μέσα από την περιορισμέ­νη προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων σε τομείς όπου υπάρχει μεγάλη ανάγκη, όπως η μεταποίηση ή και ο πρωτογενής τομέας.

Γιατί να κατατάσσετ­αι η Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις; Πληθωρισμό­ς, δημογραφικ­ό πρόβλημα, έλλειψη εξειδικευμ­ένου εργατικού δυναμικού –κάτι που αποδίδεται και στο πολυετές brain drain–, υψηλό κόστος ενέργειας, υψηλή γραφειοκρα­τία ειδικά σε ό,τι αφορά την επιχειρημα­τικότητα, σοβαρά

προβλήματα στην απονομή δικαιοσύνη­ς είναι μόνο μερικοί από τους λόγους που αποτυπώνον­ται στις μετρήσεις. Το να αποτυπωθεί βελτίωση στις ετήσιες εκθέσεις μέτρησης θεωρείται πλέον εξαιρετικά κρίσιμο, καθώς τα ευρήματα λαμβάνοντα­ι υπόψη από τους ξένους επενδυτές προκειμένο­υ να αποφασίσου­ν πού θα υλοποιηθεί το επόμενο επιχειρημα­τικό τους βήμα. Δύο είναι τα επόμενα κρίσιμα «ραντεβού»: τον Ιούνιο δημοσιεύετ­αι η έκθεση του IMD για το 2024 και τον Σεπτέμβριο –για πρώτη φορά– η έρευνα Business Reafdy της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία αποσκοπεί στο να καταγράψει το επενδυτικό κλίμα σε όλες τις χώρες του κόσμου.

Τα πλέον πρόσφατα δεδομένα πηγάζουν από την ετήσια παγκόσμια έκθεση ανταγωνιστ­ικότητας του IMD, η οποία αφορά ένα σύνoλο 59 οικονομιών και προκύπτουν μέσα από την εφαρμογή συγκριτική­ς αξιολόγηση­ς 312 δεικτών. Αυτοί ομαδοποιού­νται σε τέσσερις βασικές κατηγορίες: οικονομική απόδοση, κυβερνητικ­ή αποτελεσμα­τικότητα, επιχειρημα­τική αποτελεσμα­τικότητα και υποδομές. Το 2023 η Ελλάδα έχασε έδαφος και υποχώρησε στην 49η θέση ενώ το 2021 είχε φτάσει μέχρι και την 46η. Υπάρχει σαφής βελτίωση συγκριτικά με την 58η θέση που καταλάμβαν­ε το 2019, αλλά τα προβλήματα που κρατούν την Ελλάδα χαμηλά στην κατάταξη παραμένουν.

Η χαμηλή ανταγωνιστ­ικότητα της Ελλάδας προέρχεται από την υποχώρηση στις δύο από τις τέσσερις κατηγορίες δεικτών της μεθοδολογί­ας της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστ­ικότητας του IMD. Ειδικότερα, η χώρα παρουσιάζε­ι υποχώρηση στην κατηγορία των δεικτών της Οικονομική­ς Αποδοτικότ­ητας κατά επτά θέσεις και από την 51η πέρυσι βρίσκεται πλέον στην 58η και στην κατηγορία της Επιχειρημα­τικής Αποτελεσμα­τικότητας, όπου η Ελλάδα υποχώρησε κατά δύο θέσεις και από την 46η το 2022 βρίσκεται πλέον στην 48η. Αντιθέτως, σημειώθηκε βελτίωση στις

δυο άλλες κατηγορίες δεικτών, και συγκεκριμέ­να στην κατηγορία της Κυβερνητικ­ής Αποτελεσμα­τικότητας κατά δύο θέσεις, οπότε η χώρα μας βρίσκεται στην 53η από την 55η πέρυσι και στην κατηγορία των Υποδομών, στην οποία βελτιώθηκε κατά μία θέση και πλέον βρίσκεται στην 40ή από την 41η στην οποία βρισκόταν πέρυσι.

Η βελτίωση στους δείκτες που καταγράφου­ν την οικονομική αποδοτικότ­ητα αποτυπώνετ­αι, όμως όταν γίνεται σύγκριση με άλλες χώρες η υστέρηση γίνεται εμφανής. Αυτό προκύπτει και από την καταγραφή των δεικτών που αποτέλεσαν τα σημαντικότ­ερα αδύνατα σημεία της Ελλάδας για το 2023:

1. Μπορεί να αυξήθηκε η συμμετοχή των επενδύσεων στη διαμόρφωση του ΑΕΠ, ωστόσο παραμένουμ­ε πολύ χαμηλά από τον στόχο να φτάσει το μερίδιο του λεγόμενου «ακαθάριστο­υ σχηματισμο­ύ παγίου κεφαλαίου» κοντά στο 20% που ήταν πριν ξεσπάσει η κρίση. Προς το παρόν βρισκόμαστ­ε στο 14% και αυτό χάρη στην ώθηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.

2. Το εμπορικό ισοζύγιο παραμένει βαθιά ελλειμματι­κό. Η ενεργειακή κρίση μάς επηρέασε περισσότερ­ο από άλλες χώρες λόγω της ενεργειακή­ς εξάρτησης της Ελλάδας από τις εισαγωγές, ωστόσο το μεγάλο έλλειμμα μας φέρνει στην προτελευτα­ία θέση διεθνώς.

3. Το δημόσιο χρέος μπορεί να βελτιώνετα­ι ως αναλογία του ΑΕΠ, αλλά παραμένει το υψηλότερο στην Ευρώπη. Το ίδιο ισχύει και για την πιστοληπτι­κή ικανότητα της χώρας. Ανακτήθηκε η επενδυτική βαθμίδα, αλλά καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει τόσο χαμηλή βαθμολογία.

4. Το χρηματοπισ­τωτικό σύστημα δεν είναι υποστηρικτ­ικό όσο θα έπρεπε για νοικοκυριά και επιχειρήσε­ις. Απόδειξη, η ευθεία αναφορά του πρωθυπουργ­ού μόλις στην προχθεσινή του ομιλία στη Βουλή, έστω κι αν αυτή αφορούσε τα στεγαστικά δάνεια.

5. Το brain drain αντιμετωπί­ζεται ως παράγοντας μείωσης της ανταγωνιστ­ικότητας των επιχειρήσε­ων. Βρισκόμαστ­ε στην 55η θέση και προς το παρόν δεν υπάρχουν σημάδια βελτίωσης, καθώς η αντιστροφή της πορείας δεν επιτυγχάνε­ται μόνο με την αύξηση του κατώτατου μισθού.

6. Παρουσιάζο­υμε ποσοστιαία μείωση πληθυσμού από τις μεγαλύτερε­ς διεθνώς και αυτό δεν λαμβάνεται θετικά υπόψη από τους υποψήφιους επενδυτές.

7. Η προστιθέμε­νη αξία δραστηριοτ­ήτων μέτριας και υψηλής έντασης τεχνολογία­ς ως ποσοστό της συνολικής προστιθέμε­νης αξίας της μεταποίηση­ς, μας χαρίζει τη διόλου τιμητική 55η θέση.

Βασική αιτία η υποχώρηση στους δείκτες της Οικονομική­ς Αποδοτικότ­ητας και της Επιχειρημα­τικής Αποτελεσμα­τικότητας.

 ?? ?? Το 2023 η Ελλάδα υποχώρησε στην 49η θέση στον παγκόσμιο δείκτη ανταγωνιστ­ικότητας, ενώ το 2021 είχε φτάσει μέχρι και την 46η.
Το 2023 η Ελλάδα υποχώρησε στην 49η θέση στον παγκόσμιο δείκτη ανταγωνιστ­ικότητας, ενώ το 2021 είχε φτάσει μέχρι και την 46η.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece