Στοίχημα η υλοποίηση συμβάσεων χωρίς καθυστερήσεις από τις κατασκευαστικές
Οι κατασκευαστικές εταιρείες ναι μεν δηλώνουν ότι από την πλευρά τους δεν πρόκειται να προκύψουν καθυστερήσεις στην εκτέλεση των έργων, αλλά ταυτόχρονα παραδέχονται ότι αν δεν εισρεύσει εργατικό προσωπικό από τρίτες χώρες για να στελεχώσει τα εργοτάξια, κάποια έργα δεν θα ολοκληρωθούν στην ώρα τους. «Δεν έχουμε τους ανθρώπους ως χώρα για να φέρουμε εις πέρας το πρόγραμμα των έργων», αναφέρουν χαρακτηριστικά στελέχη του κλάδου, που αναμένουν τη σύναψη διακρατικών συμφωνιών, αλλά και την επίλυση ζητημάτων που σχετίζονται με τη διαδικασία εισαγωγής εργατών και χειριστών μηχανημάτων, τη στέγαση και την εν γένει φιλοξενία τους.
Πρόσφατα έγινε γνωστό ότι έως το τέλος Μαρτίου προβλέπεται να υπογραφούν οι πρώτες συμφωνίες με τη Γεωργία, τη Μολδαβία και την Ινδία, ενώ ήδη υφίσταται συμφωνία με την Αίγυπτο.
Θα ακολουθήσουν τρεις ακόμη συμφωνίες, με το Βιετνάμ, την Αρμενία και τις Φιλιππίνες. Χωρίς την εισαγωγή «χεριών», αυτό που θα συνέβαινε είναι ένας άτυπος πλειστηριασμός μεταξύ των εταιρειών για τη στελέχωση των εργοταξίων τους, επιλέγοντας προφανώς να καλύψουν τις πιο επείγουσες ανάγκες, π.χ. έργα με πιο σφιχτό χρονοδιάγραμμα.
Παράλληλα, οι μικρότερες εταιρείες του κλάδου δεν φαίνονται διατεθειμένες να συνεργαστούν με τις μεγαλύτερες, ως υπεργολάβους, προκειμένου να επιταχυνθεί η εκτέλεση των έργων. Ενας λόγος είναι ότι και οι ίδιες έχουν πλέον συσσωρεύσει σημαντικό ανεκτέλεστο υπόλοιπο που θα πρέπει να υλοποιήσουν. Ενας δεύτερος λόγος είναι ότι πολλές εταιρείες έχουν αρνητική εμπειρία από ανάλογες συνεργασίες καθ' όλη τη διάρκεια των προηγούμενων ετών, με σωρεία χρεών των «μεγάλων» προς τους «μικρούς» του κλάδου. Η οικονομική ένδεια που έπληξε το σύνολο των κατασκευών, ιδίως την περίοδο 2012-2021, λόγω της απουσίας έργων και της συσσώρευσης υποχρεώσεων, έχει αφήσει τα σημάδια της σε πολλές εταιρείες, με αποτέλεσμα να αποφεύγουν πλέον ανάλογες συμμαχίες.
Εν τω μεταξύ, είναι ήδη προφανές ότι κάποιες συμβάσεις δεν θα εκτελεστούν εντός χρονοδιαγράμματος, όπως άλλωστε συμβαίνει κατά κόρον στην Ελλάδα, όχι εξαιτίας των αναδόχων, αλλά λόγω των γνωστών παθογενειών του κλάδου, που άπτονται του τρόπου με τον οποίο σχεδιάζονται και δημοπρατούνται δημόσια έργα. Οι ελλιπείς μελέτες είναι ένας βασικός λόγος, μαζί βέβαια με το γεγονός ότι έχουν δημοπρατηθεί έργα χωρίς εξασφαλισμένη χρηματοδότηση. Ενα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το έργο της επέκτασης της Λ. Κύμης, ύψους 350 εκατ. ευρώ, με ανάδοχο την κοινοπραξία ΤΕΡΝΑ - Ακτωρ - Intrakat. Το έργο προκηρύχθηκε ως αμιγώς δημόσιο πριν από δύο χρόνια, χωρίς όμως να έχει εξασφαλίσει ακόμη χρηματοδότηση, κάτι που σημαίνει ότι δεν έχει υπογραφεί η σχετική σύμβαση. Παράλληλα, εκκρεμεί και προσφυγή στο ΣτΕ από τον Δήμο Ηρακλείου, που ζητάει να γίνουν αλλαγές σε τμήμα του έργου. Σημαντικό λόγο καθυστερήσεων σε εκατοντάδες έργα ανά την επικράτεια αποτελούν οι απαλλοτριώσεις, που κατά κανόνα γίνονται αφού ανατεθεί μια σύμβαση και όχι πριν συμβεί αυτό. Επίσης, για την ορθή εκτέλεση των έργων, οι κατασκευαστικές εταιρείες συνεχίζουν να ζητούν τη δημιουργία παρατηρητηρίου τιμών, ώστε να ανανεώνονται τα τιμολόγια των υλικών και να προκηρύσσονται έργα με σωστούς προϋπολογισμούς. Παρότι έχει θεσμοθετηθεί ήδη από το 2021 και η σύστασή του επικυρώθηκε με ΦΕΚ τον Απρίλιο του 2022, μέχρι σήμερα δεν έχει λειτουργήσει ο σχετικός φορέας, με αποτέλεσμα να συνεχίζει η «αλλοίωση» του κόστους των δημοσίων έργων που προκηρύσσονται, ιδίως μετά τις ανατιμήσεις των τελευταίων ετών. Αυτό δεν συμβαίνει π.χ. στα έργα ΣΔΙΤ, όπου προηγείται ανταγωνιστικός διάλογος και καθορίζονται κόστη και τεχνικές προδιαγραφές, με αποτέλεσμα, όπως αναφέρουν στελέχη του κλάδου, να μην προκύπτουν και καθυστερήσεις στην υλοποίησή τους.
Εµπόδια, η έλλειψη εργατικού δυναµικού και οι παθογένειες σχεδιασµού και δηµοπράτησης.