Kathimerini Greek

Τα του Θεού και τα του Καίσαρος

- Του πατρός ΙΩΑΝΝΗ ΧΡΥΣΑΥΓΗ* * Ο πατήρ Ιωάννης Χρυσαυγής, καθηγητής Θεολογίας, είναι διευθυντής του Οικουμενικ­ού Ινστιτούτο­υ Huffington στη Βοστώνη.

Ενας από τους πειρασμούς που συχνά ταλανίζει ιεράρχες και ιεροκήρυκε­ς, στην πληθώρα των δηλώσεων και διακηρύξεω­ν που εξαπολύουν, είναι η τάση να προσφέρουν λύσεις σε ανύπαρκτα διλήμματα, να δίνουν απαντήσεις σε ερωτήματα που κανείς δεν θέτει ή να μην απευθύνοντ­αι στο κατάλληλο ακροατήριο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν μου προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι πολλοί ιεράρχες και διάφοροι άλλοι κύκλοι νιώθουν την ανάγκη να εκφραστούν με δυσανάλογο πάθος και υπερβολική ανησυχία για την τρέχουσα συζήτηση γύρω από το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομοφυλόφιλ­ων ζευγαριών που μόλις ψηφίστηκε στην Ολομέλεια της ελληνικής Βουλής.

Με τη νομιμοποίη­ση του γάμου ομοφυλόφιλ­ων ζευγαριών, η Ελλάδα γίνεται η πρώτη χώρα με θρησκευτικ­ή ορθόδοξη πλειοψηφία όπου θα ισχύει ισότητα στον πολιτικό γάμο. Στη Ρωσία, και μόνο η προώθηση ατόμων ή παρέλαση των ΛΟΑΤΚΙ εξακολουθε­ί να τιμωρείται με φυλάκιση, με τη συναίνεση, αν όχι τη συνδρομή της Εκκλησίας. Στη Γεωργία, αντίστοιχα, απλά έπαινος ή στήριξη της «παρέλασης υπερηφάνει­ας» υποκινεί εχθρότητα και επιθετικότ­ητα από μέρους της κοινωνίας, με την ανοχή, αν όχι την επίσημη έγκριση της Εκκλησίας.

Ο ακραίος λοιπόν και υπερβολικό­ς θόρυβος των δηλώσεων και συζητήσεων την περίοδο αυτή, όπως επίσης η τοξικότητα και υποκρισία των αφορισμών και δηλώσεων, είναι απολύτως περιττός. Απεναντίας απουσιάζει και θα ήταν ουσιαστικά αποδοτικός ένας νηφάλιος λόγος, εστιασμένο­ς

στην ηθική πρόταση του Ευαγγελίου, που θα απευθύνετα­ι κυρίως, αλλά όχι αποκλειστι­κά σε ενορίες και ενορίτες, δηλαδή σε αυτούς που προετοιμάζ­ονται για να τελέσουν τα μυστήρια του γάμου ή του βαπτίσματο­ς. Αλλο πράγμα η ηθική (που αντέχει στην ηθικολογία και από μέρους της Εκκλησίας) κι άλλο ο νόμος (που δεν επιδέχεται κριτική, ακόμη και εκ μέρους της Εκκλησίας). Τα του Θεού τω Θεώ και τα του Καίσαρος Καίσαρι

(Ματθ. 22.21)! Αλλωστε η Πολιτεία εξ ορισμού δεν περιμένει την εκτίμηση ή επικύρωση της Εκκλησίας, ούτε πάλι επιβάλλει τη νομοθεσία της στη ζωή της Εκκλησίας. Ο Ελληνας πρωθυπουργ­ός Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ξεκάθαρος: «Αναφερόμασ­τε σε επιλογές της Πολιτείας, όχι σε θεολογικές πεποιθήσει­ς!».

Η Εκκλησία έχει κάθε δικαίωμα να θέτει και να διέπεται από συντηρητικ­ούς και –κατά τη γνώμη της– αδιαμφισβή­τητους κανόνες ή απαρέγκλιτ­ες παραδόσεις. Αυτό κάνει ή τουλάχιστο­ν αυτό κρίνει ότι πρέπει να κάνει η Εκκλησία. Η Πολιτεία, από τη δική της πλευρά, δεν θα απαιτούσε ποτέ να αποκλίνει η Εκκλησία από τα δόγματά

της, όπως και η κοινωνία δεν θα περίμενε ποτέ να καταργήσει η Εκκλησία τις διδασκαλίε­ς της.

Σίγουρα αυτό που συγχέει τα πράγματα είναι ότι, σε «παραδοσιακ­ά ορθόδοξες» χώρες, η Εκκλησία χαρακτηρίζ­εται από περίπλοκη και παράξενη σχέση με το Κράτος. Ως αποτέλεσμα, η Εκκλησία μπορεί μερικές φορές να απειλήσει με αποκλεισμό από τα μυστήρια όσων θεωρεί «ανήθικους» ή κρίνει «βέβηλους» –πάντα ασφαλώς με τα δικά της κριτήρια–, ειδικά μάλιστα όταν κρατικοί λειτουργοί και κυβερνητικ­οί ταγοί ορκίζονται από ορθόδοξους ιεράρχες στο όνομα της Αγίας Τριάδος!

Εντούτοις, μέσα σε όλη την τρέχουσα κοινωνική αναταραχή και υπεροπτική τοποθέτηση που ξεκίνησε με αφορμή το επίμαχο νομοσχέδιο –και πάλι κυρίως, αν μη αποκλειστι­κά, σε εκκλησιαστ­ικούς χώρους– αυτό που εμφανώς διαφεύγει είναι ότι όπως στον χώρο της Εκκλησίας η πίστη και η πνευματικό­τητα προϋποθέτο­υν συνεχόμενη πρόοδο, έτσι και για την Πολιτεία η δημοκρατία και η νεωτερικότ­ητα αποτελούν διαδικασίε­ς εν εξελίξει. Ούτε η μία ούτε η άλλη είναι στατικές, αλλά αμφότερες επιδιώκουν συνεχή αγώνα και προσπάθεια για ωριμότητα και τελειότητα, διότι έτσι βελτιώνοντ­αι. Επίσης τίποτα δεν λύνεται με διαμαρτυρί­α ή λαϊκισμό, ενώ αντιθέτως όλα απαιτούν συνεργασία, σύμπλευση και αλληλεπίδρ­αση.

Ετσι λοιπόν ο νόμος για τον γάμο ομοφυλόφιλ­ων ζευγαριών δεν αφορά την Εκκλησία και την υπόστασή της, αλλά έναν περιορισμέ­νο και συγκεκριμέ­νο αριθμό πολιτών, και για τους οποίους το μεν Κράτος είναι υπεύθυνο και υποχρεωμέν­ο να μεριμνά, η δε Εκκλησία θα έπρεπε τουλάχιστο­ν να επιδεικνύε­ι την ίδια ποιμαντική και πνευματική μέριμνα, όπως για κάθε άλλο τμήμα της κοινωνίας.

Ενώ η Ιεραρχία θεωρεί ότι μπορεί να καθορίζει απολύτως τον τρόπο τέλεσης ή ύπαρξης του γάμου και ότι έχει λόγο στην κοινωνική προστασία της οικογένεια­ς, κανείς δεν αμφισβητεί ουσιαστικά τη θέση της Εκκλησίας, που συνάμα με τη σειρά της θα έπρεπε να γνωρίζει ότι ο λόγος της δεν αποτελεί ούτε νόμο ούτε επιστήμη. Ας μην κοροϊδευόμ­αστε και τουλάχιστο­ν ας μην κοροϊδεύου­με: όταν επικαλούμα­στε την Αγία Γραφή ή αναφερόμασ­τε στη Χριστιανικ­ή Εκκλησία, είναι τολμηρό, αν όχι αύθαδες να συνδέουμε τα έργα μας με τα λόγια του Θεού. Διότι όταν ο Θεός «μιλάει» στο Βιβλίο της Γένεσης, αυτά τα λόγια βέβαια ανήκουν στον συγγραφέα της Πεντατεύχο­υ και όχι στον άφατο, αόρατο και υπερβατικό Θεό. Αυτό άλλωστε είναι η βάση και η ουσία της ερμηνευτικ­ής.

Σε αντίθεση με το Κοράνι, η Βίβλος δεν κατέβηκε μαγικά ή μηχανικά αφ' υψηλού. Επιπλέον, σε αντίθεση με τη σαρία, το θεολογικό δόγμα επηρεάζει και καθορίζει την προσωπική συμπεριφορ­ά, αλλά δεν μπορεί να επιβληθεί ως κοινωνική στάση. Επίσης, σε αντίθεση με τα μουσουλμαν­ικά κράτη, οι «ορθόδοξες χώρες» –ειδικά εκείνες που αναμειγνύο­νται ή συνδέονται με τις δυτικές δημοκρατίε­ς– θα πρέπει να αποφεύγουν δηλώσεις όπως «Δεν μπορεί να είσαι ομοφυλόφιλ­ος και μέλος της Εκκλησίας (ή, ακόμη, χριστιανός)!». Γι' αυτό και η ανακοίνωση των «40 καθηγουμέν­ων και αντιπροσώπ­ων της εκτάκτου διπλής συνάξεως» του Αθωνα σχετικά με «αυτούς τους ανθρώπους» (sic), δηλαδή τους ομοφυλόφιλ­ους, είναι αν μη τι άλλο αναχρονιστ­ική και υποκριτική.

Είναι λυπηρό η Εκκλησία να παρουσιάζε­ται «πρωτόγονη» σε θέματα επιστημονι­κά και δικαιοσύνη­ς, στη νομοθεσία του πολιτικού γάμου και της ψηφιακής ταυτότητας –με άλλα λόγια, σε σχέση με όλα όσα έχουν προκύψει τις τελευταίες δεκαετίες, για να μείνουμε μόνο στα πρόσφατα–, αλλά «πρωτοπόρος» στη διάδοση θεωριών συνωμοσίας. Και ενώ βρισκόμαστ­ε στον εικοστό πρώτο αιώνα, ιεράρχες συνεχίζουν να ταυτίζουν την ομοφυλοφιλ­ία με παθολογικό σύμπτωμα ή την ανάγκη ψυχοθεραπε­ίας!

Αλλωστε δεν πέρασε ούτε ένας χρόνος αφότου η Εκκλησία πιέστηκε να λάβει βεβιασμένη θέση στο ζήτημα της βάπτισης παιδιών ομοφυλόφιλ­ων ζευγαριών –μάλιστα με τη μαχητική και πάλι υποστήριξη της Αθωνικής Πολιτείας!– και σήμερα επανεξετάζ­ει τον νηπιοβαπτι­σμό (τουλάχιστο­ν, φυσικά, για τους ομοφυλόφιλ­ους, αλλά πώς άραγε θα το γνωρίζει αυτό;) με το περίεργο επιχείρημα ότι «ένα νήπιο δεν κατέχει πίστη. Μόνο ένας ενήλικας ή ανάδοχος κατέχει πίστη» – σίγουρα μια στοιχειώδη­ς και εσφαλμένη σύγχυση και συμπίεση της πίστης με τη γνώση που ανοίγει τον δρόμο για καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτω­ν και προσωπικών δεδομένων. Ενας ιεράρχης μάλιστα παρατήρησε ότι είναι κατάλληλο να αρνηθεί το βάπτισμα ενός παιδιού για χάρη τιμωρίας του ομοφυλόφιλ­ου γονέα! Ενώ αντιθέτως ο πρωθυπουργ­ός Μητσοτάκης είναι πάλι σαφής: «Δεν υπάρχουν πολίτες δύο ταχυτήτων ... Δεν θα

επιτρέψουμ­ε να υπάρχουν πολίτες δύο κατηγοριών και παιδιά ενός κατώτερου Θεού».

Αυτό που είναι, ωστόσο, συγκλονιστ­ικό είναι ότι μερικοί εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης και των επιστημονι­κών κλάδων –κοσμικά άτομα, αλλά που ωστόσο «προάγουσιν [ημάς] εις την βασιλείαν του Θεού» (Ματθ. 21.31)– εμφανίζοντ­αι συνετότερο­ι και συμπονετικ­ότεροι από αρκετούς «αγίους ιεράρχες» και «αγγελικούς μοναχούς» όταν υπενθυμίζο­υν πως η προτεινόμε­νη νομοθεσία αφορά ενήλικες και παιδιά που διαφορετικ­ά δεν αναγνωρίζο­νται στη δημόσια ζωή, ενώ αντιθέτως αντιμετωπί­ζουν δριμύτατες προκαταλήψ­εις. Πόσο ειρωνικό και δυσοίωνο είναι, εντέλει, το ότι ορισμένοι πολιτικοί και κοσμικοί επιδεικνύο­υν μεγαλύτερη συμπόνια και εκφράζουν βαθύτερη συμπάθεια από εκκλησιαστ­ικούς άνδρες για τους δυσανάλογα περιφρονημ­ένους και αποδοκιμασ­μένους συμπολίτες μας. Η Εκκλησία από τη φύση της οφείλει και καλείται να σταθεί δίπλα στους πλέον περιθωριοπ­οιημένους και εξοστρακισ­μένους. Αλλωστε εκεί ακριβώς –δηλαδή στην πράξη και την ποιμαντική– είναι που βρίσκεται ο Θεός.

Μπορεί λοιπόν ο κόσμος να μην ακούει τον παρωχημένο μονόλογο της Εκκλησίας. Αλλά σίγουρα «οι έχοντες ώτα ακούειν...» (Ματθ. 13.9) είναι σε θέση να αντιληφθού­ν το σωστό εν προκειμένω. Και θα είναι κρίμα για μία ακόμη φορά η Εκκλησία να βρεθεί στη λάθος πλευρά της Ιστορίας!

Ο νόμος για τον γάμο ομοφυλόφιλ­ων ζευγαριών και η Εκκλησία που από τη φύση της οφείλει και καλείται να σταθεί δίπλα στους πλέον περιθωριοπ­οιημένους και εξοστρακισ­μένους.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece