To ελληνικό θέατρο στο Αμστερνταμ
Εξι παραγωγές της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση και μία του Εθνικού Θεάτρου στο φεστιβάλ Brandhaarden 2024
Διασχίζω τον δρόμο για να φτάσω στο Ιnternationaal Theater Amsterdam και βλέπω τρεις φοιτήτριες να προσπαθούν να βγάλουν σέλφι με φόντο τη φιγούρα του Γιάννη Αγγελάκα από την αφίσα της «Νέκυιας». «Ελληνίδες;» ρωτάω. Καμία απάντηση. Επαναλαμβάνω την ερώτηση στα αγγλικά. «Ο φίλος μου είναι Eλληνας», εξηγεί η Ελίνε. «Θα έρθουμε το βράδυ, δεν γίνεται να το χάσουμε».
Eχουν έρθει όλοι από το Ρότερνταμ όπου σπουδάζουν. Δεν μου κάνει καμία εντύπωση, οι Eλληνες θα ταξίδευαν και από το Βέλγιο και από τη Γερμανία για να δουν τον Αγγελάκα, όμως, δεν είμαι σίγουρη ότι οι νεαρές Ολλανδέζες έχουν καταλάβει πως αυτό που θα παρακολουθήσουν δεν είναι συναυλία αλλά η σκηνική μεταφορά ενός ομηρικού κειμένου. Ενας χορογράφος σκηνοθετεί μια ηθοποιό και έναν μουσικό της ελληνικής ροκ σκηνής στη ραψωδία λ, την πιο σκοτεινή της Οδύσσειας, τους εξηγώ. «Πολύ ενδιαφέρον αλλά και πολύ ελληνικό», μου λένε γελώντας. Λογοπαίγνιο με τη λέξη «greek», που στα αγγλικά χρησιμοποιείται για να δείξει πως κάτι είναι πολύπλοκο ή άγνωστο.
Το «σύνθετο», άγνωστο σε μεγάλο βαθμό εκτός συνόρων σύγχρονο ελληνικό θέατρο είχε λοιπόν την τιμητική του στο Αμστερνταμ (30/1 έως 10/2) μέσα από έξι παραγωγές της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση και μία του Εθνικού Θεάτρου. «Το Brandhaarden 2024: Onassis», όπως είναι ο φετινός πλήρης τίτλος ενός από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά θεατρικά φεστιβάλ, αποφάσισε να αφιερώσει τη 12η διοργάνωσή του στη σύγχρονη ελληνική δραματουργία. Προσκάλεσαν παραγωγές που εκείνοι επέλεξαν από σειρά προτάσεων που τους έκανε η Στέγη – ανάμεσα σε αυτές και το «Goodbye Lindita» του Μάριο Μπανούσι, από το Εθνικό θέατρο, καθώς ο νεαρός σκηνοθέτης είναι Οnassis Air Fellow φέτος– και προσπάθησαν να ανιχνεύσουν κοινές αναφορές με το δικό τους θέατρο, αλλά και να διευρύνουν τους ορίζοντές τους, να μάθουν τι συμβαίνει σε μια άλλη γωνιά του κόσμου, όχι πολύ μακριά από τη δική τους.
Συναντάω ξανά τα κορίτσια το βράδυ καθώς κατευθυνόμαστε στην υπέροχη ιταλική σκηνή του Stadsschouwburg, με ιστορία από το 1894. Είναι το κτίριο που στεγάζει τον θεατρικό οργανισμό ΙΤΑ (Ιnternationaal Theater Amsterdam) αλλά και φιλοξενεί όλες τις δράσεις του φεστιβάλ. Προσπαθώ να καταλάβω την «ανθρωπογεωγραφία» της πλατείας. Βλέπω πολλούς Ολλανδούς διάφορων ηλικιών, που ίσως αγαπούν το θέατρο ή τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, φοιτητές που συνεννοούνται σε διαφορετικές γλώσσες και, βέβαια, πολλούς από την ελληνική κοινότητα. Τα φώτα σβήνουν και όταν ανοίγουν ξανά το κοινό σηκώνεται όρθιο και χειροκροτεί παρατεταμένα.
Συζήτηση
Ακολουθεί aftertalk σε ένα από τα μπαρ του θεάτρου. Εδώ, το aftertalk είναι μέρος της θεατρικής εμπειρίας.
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος παίρνει τον λόγο και εξηγεί πώς σκέφτηκε να οπτικοποιήσει τον Αδη και την κάθοδο του Οδυσσέα σε αυτόν. Δεν υπάρχουν στοιχεία, ξεκίνησε γελώντας, και έτσι αποφάσισε να δουλέψει με το πιο δυνατό κλισέ: το σκοτάδι. «Οταν μικρό με έβαζαν για ύπνο, κάθε ήχος ή φως είχε άλλη σημασία. Καταλάβαινα ότι περνούσε αυτοκίνητο στον δρόμο, ακούγοντας τη μηχανή και βλέποντας το φως να περνάει μέσα από τις γρίλιες». Ατυχής περιγραφή σκέφτηκα, οι Ολλανδοί δεν έχουν παντζούρια, το κυνηγάνε το φως, ωστόσο, απολύτως ακριβής με αυτό που έφτιαξε και με αυτό που έχουμε στον νου μας για τον τρόμο. Δεν μπορείς να αποδείξεις τίποτα με τη λογική, έχεις όμως μια αίσθηση πως κάτι πέρασε πίσω σου ή δίπλα σου. Μια κοπέλα από το κοινό είπε ότι της ήταν δύσκολο να παρακολουθεί τους υπέρτιτλους και τη σκηνή ταυτόχρονα και πως τη στιγμή που κατάφερνε να συγκεντρωθεί σε όσα διαδραματίζονταν μπροστά της, χωρίς να την ενδιαφέρει η μετάφραση, ήταν σαν να έμπαινε σε στούντιο,
Eνα από τα σημαντικότερα θεατρικά φεστιβάλ της Ευρώπης αναδεικνύει τη σύγχρονη ελληνική δραματουργία.
«Είναι κρίμα που όταν ήμασταν μαθητές μάς έδιωχναν από αυτά τα κείμενα», σχολίασε ο Γ. Αγγελάκας για τη ραψωδία λ της Οδύσσειας.
σαν να απομονωνόταν ο ήχος και άκουγε τις σκέψεις της. Ο Αγγελάκας ρίχνει τον τελευταίο άσο στο τραπέζι. «Είναι τόσο κρίμα που όταν ήμασταν μαθητές μάς έδιωχναν από αυτά τα κείμενα. Υπάρχει καλύτερος τρόπος για να υμνήσεις τη ζωή; Οι νεότερες θρησκείες μάς έμαθαν να ζούμε με ενοχή, να προσδοκούμε μια άλλη ζωή καλύτερη, μετά θάνατον. Οι αρχαίοι δεν είχαν τέτοιους διαχωρισμούς, όλοι στο ίδιο μέρος πήγαιναν. Δεν έχει μετά, ό,τι ζούμε τώρα, αυτό έχει σημασία».