Kathimerini Greek

Μικρά πράγματα σαν κι αυτά

- Της ΜΑΡΊΑΣ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ

« Λες και είμαι εγώ η αγγελιοφόρ­ος όσων συμβαίνουν μέσα μου». Η φράση είναι της Κλερ Κίγκαν, από την παλαιότερη νουβέλα της «Τα τρία φώτα», που μεταφέρθηκ­ε στον κινηματογρ­άφο ως «Το ήσυχο κορίτσι» (2022). Η 55χρονη Ιρλανδέζα συγγραφέας που υπηρετεί θαυμαστά τη «μικρή φόρμα» τροφοδοτεί ασκητικά την εικόνα, εμπνέοντας τους σκηνοθέτες στην ανασύνθεση ιστοριών για την αγάπη και τη γενναιοδωρ­ία. Δεν εξηγείται διαφορετικ­ά το γεγονός ότι, σε διάστημα δύο χρόνων, δύο διηγήματά της έγιναν ταινίες. Την περασμένη Πέμπτη η 74η Μπερλινάλε άνοιξε με τα «Μικρά πράγματα σαν κι αυτά» (Small Things Like These) και πρωταγωνισ­τή τον Κίλιαν Μέρφι. Χωρίς να έχουμε δει τη δεύτερη, σε σκηνοθεσία Τιμ Μίλαντς, επιστρέφου­με στην πρώτη, «Το ήσυχο κορίτσι» του Κόλουμ Μπερέιντ, γιατί ένα πανομοιότυ­πο μοτίβο, εκκινώντας από άλλους κόσμους, μεταδίδει την ίδια ήσυχη αύρα, ελπιδοφόρα και πολύ συγκινητικ­ή.

Στα «Μικρά πράγματα» η ιστορία (1985, Χριστούγεν­να, σε μια μικρή πόλη της Ιρλανδίας, με κεντρικό ήρωα έναν προμηθευτή καυσόξυλων, πατέρα πέντε κοριτσιών, που φθάνει στο τοπικό μοναστήρι για να παραδώσει μια παραγγελία) μπορεί να είναι προϊόν μυθοπλασία­ς αλλά η πραγματικό­τητα είναι ορατή. Η συγγραφέας αφιερώνει το βιβλίο «στις γυναίκες και στα παιδιά που υπέφεραν τόσα χρόνια στα οικοτροφεί­α για μητέρες και βρέφη, και στα πλυσταριά της Μαγδαληνής της Ιρλανδίας». Το τελευταίο έκλεισε οριστικά μόλις το 1996. Δεν είναι γνωστό πόσα κορίτσια και γυναίκες φυλακίστηκ­αν και υποχρεώθηκ­αν σε αναγκαστικ­ή εργασία σε αυτά τα ιδρύματα, πόσα περιστατικ­ά συγκαλύφθη­καν. Ο βασικός χαρακτήρας, ο Μπιλ Φέρλονγκ, με την πολυμελή οικογένεια, υπήρξε κι αυτός παιδί αγνώστου πατρός. Μιλάει λίγο αλλά έχει μάτια ανοιχτά, παρατηρεί και καταγράφει, δεν εγκαταλείπ­ει τις δύσκολες μνήμες, ούτε γυρίζει την πλάτη στο κακό που αντιλαμβάν­εται εξαρχής. Αυτό που ανακαλύπτε­ι στο μοναστήρι τον φέρνει αντιμέτωπο τόσο με το παρελθόν του όσο και με τη συνένοχη σιωπή μιας πόλης που φαίνεται πως βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Εκκλησίας.

Στο «Ησυχο κορίτσι» η 12χρονη Κάιτ αφηγείται μια καλοκαιριν­ή ιστορία στην Ιρλανδία του 1981. Είναι η μικρότερη κόρη μιας φτωχής και, πάλι, πολυμελούς οικογένεια­ς, η οποία δυσκολεύετ­αι ακόμα περισσότερ­ο να τα βγάλει πέρα όταν η μητέρα μένει και πάλι έγκυος. Ο αλκοολικός και κακοποιητι­κός, στους τρόπους του, πατέρας την παραχωρεί σε ζευγάρι συγγενών για τους θερινούς μήνες.

Η έφηβη Κάιτ και ο Φέρλονγκ είναι δύο πρόσωπα λιγομίλητα. Αυτή είναι, ίσως, η αθέατη γραμμή που ενώνει τις δύο νουβέλες της Κίγκαν. Αλλά και τα μυστικά, το σιωπηλό ποτάμι των ψυχικών εντάσεων που φουσκώνει, χωρίς κανένα προειδοποι­ητικό ήχο, και υπερχειλίζ­ει.

Τι ορίζει την αληθινή οικογένεια; Ποιος δικαιούται τον τίτλο του γονιού; Αυτοί που νοιάζονται, φροντίζουν, προσφέρουν στήριξη, ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα βλέμμα στοργής,

Η θαλπωρή δεν είναι μόνο θέμα εξωτερικής θερμοκρασί­ας. Η ζέστη μπορεί να παραμένει μόνο τεχνητή.

μήπως αποτελούν και το πρόσφορο έδαφος για να χτιστεί το «σπίτι»; Δεν είναι μόνο η φτώχεια και οι οικονομικέ­ς δυσκολίες, που δίνουν την εικόνα της εγκατάλειψ­ης· τα βρώμικα ρούχα, τα αχτένιστα μαλλιά, οι στερήσεις. Η θαλπωρή δεν είναι μόνο θέμα εξωτερικής θερμοκρασί­ας. Η ζέστη μπορεί να παραμένει μόνο τεχνητή. Δεν είναι το φυσικό ψύχος που καθυστερεί την ενηλικίωση, το φαγητό που δεν πλεονάζει, τα έξοδα που γεννούν τη σκληρότητα και δεν αφήνουν περιθώρια για μια ζεστή κουβέντα. Τα «αγρίμια», όπως και τα ράκη ζωής, φτιάχνοντα­ι σε περιβάλλον­τα επιθετικά και ασυντρόφευ­τα.

Ο «μπαμπάς» τον οποίο φωνάζει η μικρή Κάιτ, ή η ξυπόλυτη πάνω στο χιόνι Σάρα με τα φθαρμένα ρούχα που συνοδεύει ο Φέρλονγκ σε ένα γιορτινό, φωτεινό σπίτι, είναι όψεις ενός κοινού διλήμματος: «Ποιο είναι το νόημα σε αυτή τη ζωή αν δεν βοηθάμε ο ένας τον άλλον;», όπως γράφει η Κίγκαν. Με μικρές κινήσεις, μικρά πράγματα, που άμα τα ενώσεις συνθέτεις έναν εαυτό τον οποίο μπορείς να κοιτάζεις χωρίς ντροπή στον καθρέφτη.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece