Οι καταθέσεις των στελεχών του ΟΣΕ
Ολοι δήλωσαν αναρμόδιοι για την καθυστέρηση εκτέλεσης της σύμβασης «717» και επέρριψαν τις ευθύνες στην ΕΡΓΟΣΕ.
Στα τέλη Αυγούστου ο εφέτης ανακριτής Λάρισας που διερευνά την υπόθεση του σιδηροδρομικού δυστυχήματος άσκησε δίωξη εις βάρος πρώην στελεχών και μελών του Δ.Σ. του ΟΣΕ. Μεταξύ αυτών και ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Οργανισμού την περίοδο του δυστυχήματος, Σπύρος Πατέρας. Οι κατηγορίες αφορούν το κακούργημα της διατάραξης ασφαλείας συγκοινωνιών και τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας, της βαριάς και ελαφράς σωματικής βλάβης από αμέλεια. Οι απολογίες τους ολοκληρώθηκαν στα τέλη Οκτωβρίου, με τα πρώην στελέχη του ΟΣΕ να αρνούνται τις κατηγορίες, δηλώνοντας εν πολλοίς αναρμόδια. Ολοι τους αφέθηκαν ελεύθεροι, ορισμένοι με μεγάλες χρηματικές εγγυήσεις. Ο Σπύρος Πατέρας, που παραιτήθηκε την επομένη του σιδηροδρομικού δυστυχήματος, κατηγορείται από τον εφέτη ανακριτή Σωτήρη Μπακαΐμη ότι ως το ανώτατο εκτελεστικό όργανο του ΟΣΕ δεν μερίμνησε για την αποκατάσταση των βλαβών, ούτως ώστε να είναι λειτουργικά τα συστήματα ασφαλείας, επικοινωνίας και διαχείρισης της κυκλοφορίας στο δίκτυο του ΟΣΕ. Στο κατηγορητήριο αναφέρεται ενδεικτικά ότι ενώ ο κ. Πατέρας γνώριζε ότι το σύστημα σηματοδότησης μεταξύ Λάρισας και Νέων Πόρων, όπως επίσης και η Ενιαία Τηλεδιοίκηση Λάρισας τελούσαν ήδη από το 2019 εκτός λειτουργίας, «δεν ανέταξε - επισκεύασε τη βλάβη στα εν λόγω ουσιώδη συστήματα ασφαλείας - ελέγχου της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας». Ο ανακριτής τον κατηγορεί ακόμη για τη μετάταξη του σταθμάρχη Λάρισας Βασίλη Σ. (εκτελούσε βάρδια τη νύχτα του δυστυχήματος) από τη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Λάρισας στον ΟΣΕ, σε θέση σταθμάρχη, παρότι δεν πληρούσε –υπερέβαινε– το όριο ηλικίας. Στις 18 Οκτωβρίου ο Σπύρος Πατέρας βρέθηκε ενώπιον του κ. Μπακαΐμη απαντώντας στις ερωτήσεις του. «Σας ετέθη από την ανάληψη των καθηκόντων σας και εντεύθεν το ζήτημα της μη λειτουργίας της φωτεινής σηματοδότησης στο τμήμα της γραμμής Λάρισα - Ν. Πόροι και της απώλειας του ΚΕΚ (τηλεδιοίκησης) Λάρισας;», ρωτήθηκε ο πρώην πρόεδρος του ΟΣΕ. «Το σύνολο της σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης του άξονα Αθηνών - Προμαχώνα βρισκόταν υπό ανάταξη στα πλαίσια μιας εν εξελίξει σύμβασης, της 717/2014. Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων μου ζήτησα από τον κ. Βίνη, διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΡΓΟΣΕ, έγγραφη ενημέρωση για την εξέλιξη του έργου», κατέθεσε απολογούμενος. «Θέσατε το πρόβλημα της καθυστέρησης της υλοποίησης της σύμβασης “717” στη διοίκηση της ΕΡΓΟΣΕ και τις αρμόδιες διευθύνσεις του υπουργείου Μεταφορών;», συνέχισε ο ανακριτής. «Η πίεση ήταν δεδομένη απ' όλους τους φορείς συμπεριλαμβανομένου του ΟΣΕ», ήταν η απάντηση του Σπύρου Πατέρα. Στο απολογητικό του υπόμνημα ο ίδιος έθεσε κι ένα νομικά ουσιώδες ζήτημα: αυτό της διοικητικής αυτονομίας της ΕΡΓΟΣΕ, που ήταν αρμόδια για την υλοποίηση της «717». «Ο ΟΣΕ ουδεμία διοικητική αρμοδιότητα κατείχε ώστε να προβεί στην εκτέλεση των σχετικών εργασιών, δεδομένου ότι το έργο δεν είχε ολοκληρωθεί και δεν είχε παραδοθεί σ' αυτόν από την ΕΡΓΟΣΕ. Η πραγματοποίηση εκ μέρους του ΟΣΕ εργασιών θα οδηγούσε σε αλληλοκάλυψη εργασιών και δαπανών, πράγμα που δεν είναι επιτρεπτό». Το ίδιο επιχείρημα επανέλαβαν και τα υπόλοιπα πρώην στελέχη του οργανισμού απολογούμενα ενώπιον του κ. Μπακαΐμη. Ο Πέτρος Πανόπουλος, που διετέλεσε γενικός διευθυντής του ΟΣΕ για διάστημα έξι μηνών (από τα τέλη του 2019 έως το καλοκαίρι του 2020) επισημαίνει στο απολογητικό του υπόμνημα ότι «τα στελέχη του ΟΣΕ δεν είχαμε καμία αρμοδιότητα ή δυνατότητα παρεμβάσεως και επισκευής οιουδήποτε τμήματος που ενέπιπτε στο αντικείμενο της σύμβασης – δεν είχαμε καν την τεχνική δυνατότητα», επιρρίπτοντας εμμέσως την ευθύνη στην ΕΡΓΟΣΕ. Την 20ή Οκτωβρίου, ενώπιον του κ. Μπακαΐμη βρέθηκε και ο Κωνσταντίνος Σπηλιόπουλος, ο οποίος το 2014 διετέλεσε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΕΡΓΟΣΕ και το α΄ εξάμηνο του 2020 βρέθηκε στο τιμόνι της ΟΣΕ Α.Ε. «Κατά τη θητεία σας θέσατε το πρόβλημα της καθυστέρησης υλοποίησης της σύμβασης “717” στη διοίκηση της ΕΡΓΟΣΕ;», ρωτήθηκε από τον εφέτη ανακριτή. «Είχα ζητήσει από τη διοίκηση της ΕΡΓΟΣΕ την επιτάχυνση της εκτέλεσης της σύμβασης. Επιπλέον, είχα τακτική επικοινωνία με τον γενικό γραμματέα Μεταφορών Νίκο Σταθόπουλο και συνεχώς πίεζα για την ολοκλήρωση της σύμβασης. Σημειώνω δε ότι ζητούσα συνεχώς συνάντηση με τον αρμόδιο υπουργό Μεταφορών, η οποία δεν έγινε ποτέ με πρωτοβουλία του υπουργού», είπε απολογούμενος, βάζοντας στο κάδρο των ευθυνών τον πρώην υπουργό Κώστα Καραμανλή. «Κατά τη διάρκεια της θητείας μου το υπουργείο δεν άσκησε καμία εποπτεία σχετικά με τη συντήρηση του δικτύου», πρόσθεσε.
Ο γενικός κανονισμός
Αντικρούοντας το εις βάρος τους κατηγορητήριο, τα διωκόμενα πρώην στελέχη του ΟΣΕ έθεσαν ακόμη δύο σημαντικά για την ανάκριση ζητήματα. Το πρώτο είναι αυτό της σωστής εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού Κίνησης (ΓΚΚ), ενός είδους εγχειριδίου που ρυθμίζει όλα τα θέματα της σιδηροδρομικής κυκλοφορίας, ανεξάρτητα από τη λειτουργία ή μη συστημάτων σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης. «Η κυκλοφορία των συρμών πραγματοποιείται με απόλυτη ασφάλεια βάσει των προβλέψεων και δικλίδων ασφαλείας που περιλαμβάνονται στον Γενικό Κανονισμό Κίνησης, ακόμη και στην περίπτωση που δεν υφίστανται συστήματα σηματοδότησης και τηλεδιοίκησης», αναφέρεται στο υπόμνημα του Σπύρου Πατέρα, που βρίσκεται στην ογκώδη δικογραφία. «Το μοιραίο βράδυ του δυστυχήματος», συμπλήρωσε, «οι διατάξεις τού ως άνω γενικού κανονισμού παραβιάστηκαν πολλαπλώς». Για την κατηγορία της μη λειτουργίας του συστήματος ραδιοεπικοινωνίας μεταξύ συρμών και σταθμαρχών, ο παραιτηθείς τον Σεπτέμβριο του 2019 διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ, Παναγιώτης Θεοχάρης, επισήμανε ότι αυτό ουδόλως συνέτεινε στο δυστύχημα, καθώς την ημέρα του δυστυχήματος λειτουργούσε το φωνητικό σύστημα VHF. «Η πλήρης λειτουργία του φωνητικού συστήματος GSMR τίποτα παραπάνω δεν θα προσέθετε ή αφαιρούσε από το τραγικό αποτέλεσμα που επήλθε από αδιανόητες πράξεις και παραλείψεις των εμπλεκομένων στην κυκλοφορία προσώπων», επισημαίνει στο υπόμνημά του ο κ. Θεοχάρης.