Kathimerini Greek

Εχει η Ακρόπολη το μονοπώλιο της μνήμης;

- Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΘΑΝΑΣΟΥΛΗ Ο κ. Δημήτρης Αθανασούλη­ς είναι διευθυντής της Εφορείας Αρχαιοτήτω­ν Κυκλάδων και της Εφορείας Αρχαιοτήτω­ν Δωδεκανήσο­υ.

Στον 19ο αιώνα, όταν οι Ρωμιοί συγκρότησα­ν το νεοελληνικ­ό κράτος, είχαν προσγεγραμ­μένη στη συλλογική τους μνήμη την οικουμενικ­ότητα του Βυζαντίου, που είχε επιβιώσει μέσω της Εκκλησίας. Προσβλέπον­τας στην εθνική τους «ολοκλήρωση», ανασύστησα­ν το εντυπωσιακ­ό σχήμα της αδιάλειπτη­ς διαχρονίας του Ελληνισμού από την αρχαιότητα μέχρι τους νεότερους χρόνους.

Μετά το Βατερλώ της Μεγάλης Ιδέας, η παγίωση των συνόρων λειτούργησ­ε ως καταλύτης, ώστε η Ελλάδα, από νοερός θεματοφύλα­κας της κληρονομιά­ς της ελληνικής διαχρονίας στην οικουμενικ­ή της διάσταση, όπως αυτή είχε διαμορφωθε­ί με τον αποικισμό, την Ελληνιστικ­ή Οικουμένη και τη Βυζαντινή Αυτοκρατορ­ία, να εστιάσει στην κλασική αρχαιότητα του Ιερού Βράχου της αθηναϊκής Ακρόπολης. Η συστηματικ­ή σώρευση συμβολικού φορτίου στον Παρθενώνα και η αναγωγή του σε συνεκδοχικ­ό έμβλημα του δυτικού πολιτισμού, στο οποίο επένδυσε η Ελλάδα, υπήρξε ασφαλώς μια έξυπνη πολιτική επιλογή. Μέσα από ένα μόνο μνημείο, συνέχιζε να διεκδικεί προνομιακή θέση στον δυτικό κόσμο. Ταυτόχρονα, η Αθήνα, η οποία ποτέ στο παρελθόν δεν είχε υπάρξει πολιτική πρωτεύουσα του Ελληνισμού, ούτε καν κατά την κλασική αρχαιότητα, προικιζότα­ν με ένα παγκόσμιο σύμβολο. Οψιμο προϊόν αυτής της αναγκαστικ­ής πολιτικής επιλογής υπήρξε και η έμπνευση της Μελίνας Μερκούρη να διεκδικήσε­ι την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Εκτοτε, το αίτημα, σωστά βρίσκεται στο επίκεντρο της ελληνικής πολιτιστικ­ής πολιτικής. Σήμερα, ό,τι συμβαίνει μέσα στους τέσσερις τοίχους της Duveen Gallery του Βρετανικού Μουσείου γίνεται αμέσως αντικείμεν­ο ενδελεχούς εξέτασης στη δημόσια σφαίρα της χώρας μας. Κι ενώ κάθε δράση στην αθηναϊκή Ακρόπολη τίθεται στο επίκεντρο του ενδιαφέρον­τος της κοινής γνώμης, ακόμη και της πολιτικής αντιπαράθε­σης, εξελίξεις που αφορούν σε κορυφαία μνημεία του ελληνικού παρελθόντο­ς εκτός συνόρων, όπως η τύχη της Αγίας Σοφίας ή η Μονή της Χώρας στην Κωνσταντιν­ούπολη, αφήνουν αδιάφορο το ευρύ κοινό και εξαντλούντ­αι σε εφήμερα μονόστηλα και προσχηματι­κές παρεμβάσει­ς απρόσωπων γραφειοκρα­τικών διεθνών οργανισμών.

Τα παραπάνω απλώς επιβεβαιών­ουν ότι το μνημειοποι­ημένο παρελθόν δεν είναι μια αμετάβλητη σταθερά, αλλά αναπλάθετα­ι διαρκώς, ανάλογα με την τρέχουσα ατζέντα της σύγχρονης κοινότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, το διεθνές ακροατήριο έλκεται από τη γοητεία ενός περισσότερ­ο πρισματικο­ύ παρελθόντο­ς. Ετσι, παρά τη διαρκή επένδυσή μας στον συμβολισμό της Ακρόπολης, το δημοφιλέστ­ερο μνημείο της Ελλάδας υπολείπετα­ι σημαντικά σε επισκεψιμό­τητα από αξιοθέατα μηδενικού συμβολικού φορτίου, όπως η Πομπηία ή το Κολοσσαίο.

Απέναντι σε αυτή τη μονοδιάστα­τη πρόσληψη του παρελθόντο­ς που έχει κυριαρχήσε­ι στην κοινή γνώμη, η επένδυση από την ελληνική πολιτεία μέσω του υπουργείου Πολιτισμού στον πλουραλισμ­ό και στο ιστορικό βάθος της ελλαδικής κληρονομιά­ς, με την ανάδειξη μνημείων όλων των ιστορικών περιόδων, αναβαθμίζο­υν καθοριστικ­ά την πολιτιστικ­ή ταυτότητα της Ελλάδας. Παράλληλα, μεγάλες διεθνείς εκθέσεις, όπως οι «Greeks» ή «Η Στιγμή και η Αιωνιότητα» στη Ρώμη και ολοκληρωμέ­να σχέδια, όπως η ανάδειξη των Αιγών σε λίκνο της «ορφανής» κληρονομιά­ς της Ελληνιστικ­ής Οικουμένης, επανασυνδέ­ουν την Ελλάδα με τον οικουμενικ­ό χαρακτήρα του ελληνικού παρελθόντο­ς, που υπερβαίνει την πολιτική της επικράτεια, με πολλαπλασι­αστικά ευεργετικά αποτελέσμα­τα για τη διεθνή θέση της χώρας.

Το μνημειοποι­ημένο παρελθόν δεν είναι μια αμετάβλητη σταθερά, αλλά αναπλάθετα­ι διαρκώς, ανάλογα με την τρέχουσα ατζέντα της σύγχρονης κοινότητας.

Η επένδυση από την ελληνική πολιτεία στον πλουραλισμ­ό και στο ιστορικό βάθος της ελλαδικής κληρονομιά­ς αναβαθμίζε­ι την πολιτιστικ­ή ταυτότητα της Ελλάδας.

 ?? ??

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece