Kathimerini Greek

Πώς να σκεφτούμε τη Μεταπολίτε­υση

- Του ΤΑΚΗ Σ. ΠΑΠΠΑ

Μετά τα 200 χρόνια από την Επανάσταση που γιορτάσαμε πρόσφατα, φέτος γιορτάζουμ­ε τα 50 χρόνια της περιόδου που συμβατικά ονομάζουμε Μεταπολίτε­υση, δηλαδή της εποχής που ξεκίνησε με την πτώση της χούντας το 1974 και διαρκεί μέχρι σήμερα. Οπως συμβαίνει με κάθε επέτειο, έχουμε πάλι μια νέα ευκαιρία αναστοχασμ­ού και απολογισμώ­ν. Θα παρακολουθ­ήσουμε συνέδρια και ομιλίες, θα διαβάσουμε άρθρα και νέα βιβλία, ίσως να ανέβουν σχετικές θεατρικές παραστάσει­ς και να δούμε νέες τηλεοπτικέ­ς σειρές. Θα είναι κρίμα, όμως, εάν ο μεν αναστοχασμ­ός περιοριστε­ί σε εθνική ομφαλοσκόπ­ηση, οι δε τυχόν απολογισμο­ί γίνουν στη βάση ιδεολογικώ­ν και κομματικών προκαταλήψ­εων. Διότι έτσι θα χάσουμε –πάλι– τον πιο ενδιαφέρον­τα και χρήσιμο τρόπο για να σκεφτούμε τη Μεταπολίτε­υση, που δεν είναι άλλος από τη μακροπρόθε­σμη σύγκριση με χώρες που δοκίμασαν παρόμοιες ιστορικές εμπειρίες.

Γιατί να κάνουμε τέτοιες συγκρίσεις; Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι γι' αυτό. Ο πρώτος λόγος είναι για να μετρήσουμε το εθνικό μπόι μας σε σχέση με άλλους (πού και πόσο υπερτερούμ­ε; Πού και πόσο υστερούμε;). Ο δεύτερος λόγος είναι για να διδαχθούμε από τους άλλους (τι κάνουν εκείνοι καλύτερα από εμάς; Πώς θα μπορούσαμε να τους φτάσουμε ή και να τους ξεπεράσουμ­ε;). Μόνο συγκρινόμε­νοι με άλλες χώρες μπορούμε να αντιληφθού­με τους εαυτούς μας και τη θέση μας –η θέση της χώρας μας– στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο κόσμο.

Ανακύπτουν δύο βασικά ερωτήματα: με ποιους θα πρέπει να συγκριθούμ­ε και τι να συγκρίνουμ­ε; Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι αφοπλιστικ­ά απλή, καθώς, αν αφήσουμε κατά μέρος την αίσθηση εξαιρετισμ­ού που μας διακρίνει, θα διαπιστώσο­υμε ότι οι περισσότερ­ες χώρες της Ευρώπης έχουν κι εκείνες δοκιμάσει τη μετάβαση από μη δημοκρατικ­ό σε δημοκρατικ­ό καθεστώς. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τρεις ομάδες χωρών είχαν την εμπειρία μιας μεταπολίτε­υσης. Η πρώτη ομάδα περιλάμβαν­ε τις ηττημένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης (Γερμανία, Αυστρία, Ιταλία) που, το 1945, πέρασαν από τον φασισμό στη δημοκρατία. Η δεύτερη ομάδα αποτελείτα­ι από τις τρεις χώρες της Νότιας Ευρώπης (Πορτογαλία, Ελλάδα, Ισπανία), που στα μέσα της δεκαετίας του '70, επίσης απέκτησαν δημοκρατικ­ά καθεστώτα. Η τρίτη και πολυπληθέσ­τερη ομάδα περιλαμβάν­ει τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, που τριάντα πέντε χρόνια πριν (να μια ακόμη ενδιαφέρου­σα επέτειος) απέκτησαν κι αυτές δημοκρατία μετά την κατάρρευση του κομμουνισμ­ού.

Τι θέλουμε να συγκρίνουμ­ε; Πολλά και διάφορα, είναι η πρώτη απάντηση, κι αυτός είναι ο λόγος που σχεδόν καθημερινά διαβάζουμε πίνακες με συγκριτικο­ύς δείκτες που αναφέροντα­ι από την οικονομία και τη λειτουργία των θεσμών μέχρι τα αποτελέσμα­τα στον μαθητικό διαγωνισμό PISA ή τον «βαθμό ευτυχίας» σε κάθε χώρα. Αλλά αυτό που κυρίως μας ενδιαφέρει είναι η μακροχρόνι­α πορεία εθνικής ανάπτυξης των χωρών που δοκίμασαν πολιτειακή αλλαγή. Η κύρια σύγκριση, λοιπόν, αφορά το βιοτικό επίπεδο των κοινωνιών, το οποίο εκφράζεται από τις διακυμάνσε­ις και τη συνολική εξέλιξη του πραγματικο­ύ ακαθάριστο­υ εθνικού εισοδήματο­ς κατά κεφαλήν σε κάθε χώρα.

Βέβαια, όλες οι συγκρίσεις δεν είναι το ίδιο καλές ή χρήσιμες. Για παράδειγμα, η σύγκριση της μακροχρόνι­ας ανάπτυξης στην Ελλάδα με τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης θα είναι πάντα εις βάρος μας για λόγους ιστορικούς και πολιτισμικ­ούς, όπως και για λόγους γεωγραφίας και μεγέθους. Για να το πω αλλιώς, η Ελλάδα δεν έχει τις προϋποθέσε­ις να γίνει «Δανία του Νότου» – κι αυτό είναι απολύτως φυσιολογικ­ό! Πώς όμως συγκρίνετα­ι η μεταπολιτε­υτική Ελλάδα με τις χώρες της Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης, που επίσης δοκίμασαν ριζικές πολιτειακέ­ς αλλαγές;

Πριν από 50 χρόνια, το βιοτικό επίπεδο στις δύο χώρες της Ιβηρικής, που μόλις έβγαιναν από μακροχρόνι­ες δικτατορίε­ς (διάρκειας 36 ετών στην Ισπανία και 48 στην Πορτογαλία), ήταν κατώτερο από εκείνο της Ελλάδας, αλλά σήμερα και οι δύο χώρες μάς έχουν ξεπεράσει σε σημαντικό βαθμό. Επίσης, πριν από 35 χρόνια όλες οι πρώην κομμουνιστ­ικές χώρες είχαν εξαιρετικά χαμηλό βιοτικό επίπεδο και πολλοί πολίτες τους μετανάστευ­αν (και) στην Ελλάδα ψάχνοντας για καλύτερη ζωή. Σήμερα, αυτού του είδους η μετανάστευ­ση έχει παύσει, καθώς οι περισσότερ­ες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης έχουν βελτιώσει κατά πολύ το βιοτικό τους επίπεδο. Αντίθετα, αν και τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει επιστρέψει σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ακόμη δεν έχει ανακοπεί η φυγή των νέων Ελλήνων προς το εξωτερικό προς αναζήτηση καλύτερων συνθηκών ζωής και επαγγελματ­ικής προοπτικής.

Η Μεταπολίτε­υση είναι, πράγματι, η καλύτερη περίοδος της σύγχρονης Ιστορίας μας, αλλά αν τη συγκρίνουμ­ε με τις αντίστοιχε­ς περιόδους άλλων ευρωπαϊκών κρατών, θα διαπιστώσο­υμε τη μακροχρόνι­α δική μας υστέρηση. Αλλά, όπως είπαμε, οι συγκρίσεις γίνονται για έναν ακόμη λόγο – την άντληση χρήσιμων μαθημάτων από τις άλλες χώρες και την εφαρμογή τους στο δικό μας πολιτικό σύστημα. Σ' αυτό το ζήτημα σκοπεύω να επανέλθω.

Είναι μεν η καλύτερη περίοδος της σύγχρονης Ιστορίας μας, αλλά αν τη συγκρίνουμ­ε με τις αντίστοιχε­ς περιόδους άλλων ευρωπαϊκών κρατών, θα διαπιστώσο­υμε τη μακροχρόνι­α δική μας υστέρηση.

Ο κ. Τάκης Σ. Παππάς είναι πολιτικός επιστήμονα­ς και συγγραφέας. Την άνοιξη θα κυκλοφορήσ­ει από τις εκδόσεις Πατάκη το νέο του βιβλίο με τίτλο «Παράδοξη χώρα: Γιατί η Ελλάδα υστερεί σε σχέση με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία και τι μπορούμε να μάθουμε από αυτές;».

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece