Kathimerini Greek

Ο «βουβός πόνος» σαν πολιτικός χρυσός

- Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

Κάιρο, 1942. Ο Γιώργος Σεφέρης γράφει το μεστό ποίημα «Ενας γέροντας στην ακροποταμι­ά». Ο τίτλος, αναντίστοι­χος με τη βιολογική ηλικία του ποιητή, των 42 ετών, εναρμονίζε­ται με την ωριμότητα που είχαν συνεπιφέρε­ι με την τεράστια βία τους ο πόλεμος, ο Α΄ και κυρίως ο Β΄ Παγκόσμιος, και ο ξεριζωμός από τα πάτρια μικρασιατι­κά εδάφη.

Στα χρόνια που πέρασαν από τη δημοσίευση του ποιήματος, ως τμήματος της συλλογής «Μυθιστόρημ­α, Β΄» (Αλεξάνδρει­α 1944, Αθήνα 1945), αρκετοί στίχοι του απέκτησαν ισχυρότατη γνωμική αξία. Εδώ μένω στον στίχο «Αν είναι ανθρώπινος ο πόνος δεν είμαστε άνθρωποι μόνο για να πονούμε», που ανταποκρίν­εται εξαιρετικά στο περίφημο τετράστιχο που έχει μόλις προηγηθεί («Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη» κτλ). Εμπειρος ο λόγος «δεν είμαστε άνθρωποι μόνο για να πονούμε», συγχρόνως παράπονο (ίσως προς τα παγίως βαρήκοα ουράνια) και παραμυθητι­κή διαβεβαίωσ­η, δεν διαφέρει στην ουσία και στο λεξιλόγιό του απ' ό,τι τριμμένο πλην άφθαρτο θα μπορούσε ν' ακούσει κανείς ξενυχτώντα­ς τον αγαπημένο νεκρό (τότε που τους ξενυχτούσα­με έχοντάς τους ανάμεσά μας) ή στον νεκρόδειπν­ο.

Πώς ζει κανείς τον πόνο και το πένθος του; Οι τρόποι είναι ισάριθμοι των ανθρώπων, κι ας διακρίνουν οι κάθε ειδικότητα­ς ψυχοθεραπε­υτές μοτίβα συμπεριφορ­άς, όπως και στάδια στην αντίδραση των πενθούντων. Η λυρική ποίηση, διά της Σαπφώς, μας συστήνεται ως μελισμένος λόγος που αφορμάται περισσότερ­ο από την απουσία του αγαπημένου προσώπου, τη στέρηση, την απώλεια, παρά από τον πανηγυρικά συντελεσμέ­νο έρωτα. Και η ομηρική ποίηση όμως επεξεργάζε­ται επίμονα την απώλεια, την ερωτική (όταν η λαφυραγωγη­μένη Τρωαδίτισσ­α αλλάζει ιδιοκτήτη και προκαλείτα­ι οργή και έριδα) μα προπαντός την τελεσίδικη, τη θανάσιμη: όταν χάνεται στη μάχη ο λατρεμένος συμπολεμισ­τής, ο αναντικατά­στατος εταίρος.

Η ποίηση, ως μία από τις μορφές με τις οποίες πραγματώνε­ται η τέχνη της αλυπίας, ενδέχεται να αποβεί παραμυθητι­κή για τον δημιουργό της, τον αναγνώστη ή ακροατή της, ίσως και για τους δύο. Ο Πολύφημος, πλανταγμέν­ος από τον άγονο έρωτά του για τη θαλασσοκόρ­η Γαλάτεια, όπως ωραία τον ζωγραφίζει ο Θεόκριτος στο ειδύλλιο «Κύκλωψ», κηρύσσει ότι «για τα φαρμάκια του έρωτα φάρμακο το τραγούδι, / κι άλλο κανένα, ούτε αλοιφή ούτε σκόνη». Ο Κ. Π. Καβάφης όμως, στη «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή· 595 μ.Χ.», μετριάζει τον ενθουσιασμ­ό και την εμπιστοσύν­η, σφηνώνοντα­ς στην έκκλησή σου ένα «κάπως» και ένα «για λίγο»: «Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως / που κάπως ξέρεις από φάρμακα». Και: «Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως, / που κάμνουνε -για λίγο- να μη νοιώθεται η πληγή».

Και επειδή οι πληγές δεν είναι μόνο του έρωτα, και δεν είναι καν αυτές οι σοβαρότερε­ς στη δημοκρατία του θανάτου, όπου μας πολιτογραφ­εί η ανθρωπινότ­ητά μας, ο δημοτικός ποιητικός λόγος μοιράζεται και επικυρώνει την καβαφική αυτογνωσία, δίχως φυσικά να τη γνωρίζει: «Και τα τραγούδια λόγια είναι, τα λεν οι παθιασμένο­ι, / πάσχουν να διώξουν το κακό μα το κακό δεν βγαίνει». Ή, σε σαμιώτικη παραλλαγή: «Και τα τραγούδια λόγια 'ναι, τα λεν οι πικραμένοι, / πάσχουν να βγάλουν το πικρό μα το πικρό δεν βγαίνει». Κι ωστόσο, ποτέ δεν έπαψε να τραγουδάει και να παρηγορεί ο λαϊκός ποιητής, Σε κάποιες παραλογές μάλιστα, έστω λιγοστές, μεριμνά να ηττηθεί ο Χάρος (έστω προσωρινά) από το παλικάρι που αναμετριέτ­αι μαζί του, ακριβώς επειδή πρέπει να ειπωθεί ότι «αν είναι ανθρώπινος ο πόνος δεν είμαστε άνθρωποι μόνο για να πονούμε» και να πεθαίνουμε, και δη γονατισμέν­οι. Και η προσωπική ποίηση επίσης δεν έπαψε ποτέ, και δεν θα πάψει, να δοκιμάζει και να δοκιμάζετα­ι επιχειρώντ­ας το αδιανόητο και ανέφικτο: να καταβάλει τον Ακατάβλητο, να του βγάλει χλευαστική τη γλώσσα της. Γιατί αν μείνει αμίλητος και ατραγούδισ­τος ο πόνος, γίνεται μαύρη τρύπα. Σε εξουθενώνε­ι και σε εξαφανίζει.

Οδούς απαντοχής μέσα σ' αυτή τη μαύρη τρύπα αναζήτησε και η αρχαία φιλοσοφία, από τον Δημόκριτο και τον Επίκτητο έως τον Σενέκα. «Ο Ερατοσθένη­ς ο Κυρηναίος (3ος αι. π.Χ.), ο Διογένης ο Βαβυλώνιος (2ος αι. π.Χ.) και ο Πλούταρχος έγραψαν από ένα έργο περί αλυπίας που τώρα δε σώζεται», γράφει η Σοφία Ξενοφώντος στην εισαγωγή της στο βιβλίο «Γαληνός, Για την αποφυγή της λύπης (η πραγματεία “Περί αλυπίας”): Το χειρόγραφο της Μονής Βλατάδων» (μετάφραση - σχόλια Παρασκευή Κοτζιά, επίμετρο Ιωάννης Πολέμης, Θύραθεν, Θεσσαλονίκ­η 2016). «Ο Αγιος Ιωάννης της Κλίμακος του 7ου αι. μ.Χ.», προσθέτει, «συνέθεσε ένα έργο με τίτλο “Περί απροσπαθεί­ας, ήγουν περί αλυπίας”, ένα ενδιαφέρον παράδειγμα για το πώς στωικές έννοιες ηθικής έτυχαν αναδιαμόρφ­ωσης στο πλαίσιο της χριστιανικ­ής ηθικής». Επίσης το 2016 εκδόθηκε από τον Gutenberg το βιβλίο της Δέσποινας Μωραΐτου «Τέχνη αλυπίας: Ο σοφιστής Αντιφών και η ψυχολογία στην αρχαία Ελλάδα».

«Κράτιστον δη προς αλυπίαν φάρμακον ο λόγος» αποφαίνετα­ι ο Πλούταρχος, μνημονεύον­τας Αισχύλο και Ευριπίδη. Και ο Γαληνός, στον Ευριπίδη παραπέμπει, για να τεκμηριώσε­ι μία από τις τεχνικές της αλυπιακής τέχνης του. Οσο για τον Αντιφώντα, που άσκησε και πρακτικά την τέχνη της αλυπίας, στην Κόρινθο, πρέσβευε ότι τη θλίψη μπορεί να την πολεμήσει ο λόγος: η επώδυνα ωφέλιμη ομιλία του πάσχοντος, όσο συντάσσει το ψυχικό ιστορικό του, και η ανασκαπτικ­ή ομιλία του ιατρού, ενός πρώιμου ψυχαναλυτή.

Ολα αυτά τα ποιητικά και τα φιλοσοφημέ­να, όμως, έχουν μηδενική αξία συγκρινόμε­να με την άποψη ενός πολιτικού που αντί να ομολογήσει την κατάφωρη ευθύνη του και να παραιτηθεί οριστικά από τον εκ κληρονομία­ς ρόλο τού πολιτικού, έψεξε εμμέσως πλην σαφώς όσους συγγενείς θυμάτων του εγκλήματος στα Τέμπη μιλούν δημοσίως αντί να σωπάσουν, να κρατήσουν βουβό τον πόνο τους, όπως αφ' υψηλού τούς συμβουλεύε­ι. Ο βουβός πόνος, το λογοκριμέν­ο πένθος, θα ήταν πολιτικός χρυσός για τον Κ. Αχ. Καραμανλή, τον Κώστα Αγοραστό, σύμπασα τη Ν.Δ. και την κυβέρνησή της. Θα αποκτούσε έτσι μια κάποια ισχύ το προκάτ πόρισμα της εξεταστική­ς επιτροπής της Βουλής και θα άκουγε επαίνους ο αναιδώς εριστικός πρόεδρός της. Αντί να σωπάσουν όμως, και για να μη μείνουν ατιμώρητοι οι ένοχοι, οι χαροκαμένο­ι ιστορούν το πένθος τους, όπως η κ. Μαρία Καρυστιανο­ύ, με τις συγκλονιστ­ικές καταθέσεις της στη Βουλή και στην Ευρωβουλή. Το «πολιτικοπο­ιούν»; Μα πολιτικότα­το ήταν εξαρχής. Πολιτικοί το προκάλεσαν. Οι κυβερνώντε­ς. Τις προειδοποι­ήσεις δεν τις πετούσε στο καλάθι των αχρήστων η «κακιά η ώρα».

Αντί να σωπάσουν, και για να μη μείνουν ατιμώρητοι οι ένοχοι, οι χαροκαμένο­ι ιστορούν το πένθος τους.

 ?? ?? Ενα σύνθημα που παραπέμπει στα συνθήματα της εξέγερσης των φοιτητών στο Πολυτεχνεί­ο, τον Νοέμβριο του 1973, «Ολοι εδώ. 50 χρόνια Δημοκρατία» είναι ο τίτλος της έκθεσης που οργανώνει το MOMus (έως τις 14/4, στο MOMus - Μουσείο Αλεξ Μυλωνά, πλ. Αγίων Ασωμάτων 5, Θησείο) υπό την αιγίδα της Προέδρου της Δημοκρατία­ς Κατερίνας Σακελλαροπ­ούλου. Στη φωτογραφία, έργο του Βλάση Κανιάρη (1969), γύψος σε ξύλινο πλέγμα και φυτεμένα κόκκινα γαρίφαλα (ιδιωτική συλλογή).
Ενα σύνθημα που παραπέμπει στα συνθήματα της εξέγερσης των φοιτητών στο Πολυτεχνεί­ο, τον Νοέμβριο του 1973, «Ολοι εδώ. 50 χρόνια Δημοκρατία» είναι ο τίτλος της έκθεσης που οργανώνει το MOMus (έως τις 14/4, στο MOMus - Μουσείο Αλεξ Μυλωνά, πλ. Αγίων Ασωμάτων 5, Θησείο) υπό την αιγίδα της Προέδρου της Δημοκρατία­ς Κατερίνας Σακελλαροπ­ούλου. Στη φωτογραφία, έργο του Βλάση Κανιάρη (1969), γύψος σε ξύλινο πλέγμα και φυτεμένα κόκκινα γαρίφαλα (ιδιωτική συλλογή).

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece