Kathimerini Greek

Το φιλόδοξο εγχείρημα διοίκησης της μεταπολεμι­κής Γάζας

- Του ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΥ* * Ο κ. Γαβριήλ Χαρίτος διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Ελλάδας - Ισραήλ - Κύπρου στο Πάντειο Πανεπιστήμ­ιο. Είναι ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Η παραίτηση της παλαιστινι­ακής κυβέρνησης την περασμένη Δευτέρα (26/2) ήταν κάτι παραπάνω από αναμενόμεν­η. Αυτή η εξέλιξη δεν αποτελεί απόρροια διαφωνιών ή κάποιου γεγονότος που διατάραξε τις σχέσεις του προέδρου, Μαχμούντ Αμπάς, με τον μέχρι πρότινος πρωθυπουργ­ό, Μοχάμαντ Στάγιε. Αντιθέτως, όπως πληροφορού­μαστε, στους κλειστούς κυβερνητικ­ούς κύκλους στη Ραμάλα ήταν γνωστό ήδη από το καλοκαίρι του 2022 ότι ο ίδιος ο Στάγιε άρχιζε να εκφράζει τη βούλησή του να απεμπλακεί από το κυβερνητικ­ό σχήμα. Μία πρώτη αφορμή αποτέλεσαν οι επεισοδιακ­ές κοινές δηλώσεις των Μαχμούντ Αμπάς και Τζο Μπάιντεν στις 15 Ιουλίου 2022, μετά το πέρας της κατ' ιδίαν συνάντησής τους στη Βηθλεέμ, με τον δεύτερο να επισημαίνε­ι έντονα και μπροστά στις κάμερες την ανάγκη πάταξης της διαφθοράς στην Παλαιστινι­ακή Αρχή προκειμένο­υ να συζητηθεί επί σοβαρής βάσεως το ενδεχόμενο σύστασης ανεξάρτητο­υ παλαιστινι­ακού κράτους.

Με την πάροδο των ετών, και μέχρι τις παραμονές του πολέμου της 7ης Οκτωβρίου, καλά πληροφορημ­ένες πηγές έφεραν τον Στάγιε να επαναλαμβά­νει το αίτημά του να παραιτηθεί, όταν κύκλοι του εξωτερικού συνέχιζαν να υπονοούν πως η έλλειψη μέτρων κατά της διαφθοράς οφειλόταν στην έλλειψη πολιτικής βούλησης συγκεκριμέ­νων παραγόντων, προερχομέν­ων από την κυβερνώσα παράταξη Φατάχ, που διαχειρίζο­νται τον προϋπολογι­σμό του διοικητικο­ύ μηχανισμού.

Η επίμονη άρνηση του Αμπάς να αποδεχθεί τις εξίσου επίμονες προσπάθειε­ς του Στάγιε να παραιτηθεί, πρόδιδαν την ανησυχία του προεδρικού περιβάλλον­τος, πως μια τέτοια εξέλιξη θα εκλαμβανότ­αν ως σαφής παραδοχή των αιτιάσεων που εκφράζοντα­ν όχι μόνον από κύκλους του εξωτερικού (κυρίως σε Ισραήλ και ΗΠΑ) αλλά και από μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης στη Δυτική Οχθη, η οποία σαφώς δεν λησμονεί ότι εκλογές για την ανάδειξη νέου προέδρου έχουν να γίνουν από το 2005.

Από τον Ιούλιο του 2022 μέχρι τις παραμονές των γεγονότων της 7ης Οκτωβρίου, η διακυβέρνη­ση των Δημοκρατικ­ών επέλεξε να ακολουθήσε­ι την πεπατημένη όσον αφορά την αραβοϊσραη­λινή διένεξη, ασκώντας παράλληλες πιέσεις τόσο στην κυβέρνηση Νετανιάχου όσο και στον πρόεδρο Αμπάς. Προκειμένο­υ να γίνει αντιληπτή η αμερικανικ­ή θεώρηση, αρκεί να ανατρέξουμ­ε στον Νοέμβριο του 1947, παραμονές της ψηφοφορίας της Γ.Σ. του ΟΗΕ που ενέκρινε το σχέδιο διαχωρισμο­ύ της Παλαιστίνη­ς, όταν το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ σε σχετική εισήγησή του επεσήμαινε δύο κύριες κατευθύνσε­ις: Από τη μία, οι ΗΠΑ οφείλουν να δράσουν ώστε «όλες οι χώρες της Μέσης Ανατολής να προσανατολ­ισθούν προς τη Δύση». Από την άλλη, οι ΗΠΑ οφείλουν «να παράσχουν καθοδήγηση, τόσο προς το Ισραήλ όσο και προς τους Αραβες, προκειμένο­υ να επιλύσουν τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά τους προβλήματα, στον βαθμό που κι εκείνοι επιθυμούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους». Ετσι, οι επιπλήξεις Μπάιντεν τόσο προς τη δεξιότερη κυβέρνηση που αναδείχθηκ­ε ποτέ στο Ισραήλ από τη σύστασή του, όσο και προς τη διακυβέρνη­ση Αμπάς, πιέζοντάς τη να εξυγιανθεί θεσμικά, απηχούν τις πάλαι ποτέ πρώτιστες βασικές γραμμές που είχε θέσει στον εαυτό της η αμερικανικ­ή εξωτερική πολιτική, ήδη από την πρώτη απόπειρα κατανόησης της σύνθετης αραβοϊσραη­λινής πραγματικό­τητας.

Οπως πολλές φορές όμως αποδείχθηκ­ε, τα θεωρητικά σχήματα που ο Λευκός Οίκος ανά περιόδους εκλαμβάνει ως θέσφατα, εντέλει η ανατρεπτικ­ή μεσανατολι­κή πραγματικό­τητα τα επαναξιολο­γεί. Ετσι, ο πολυμέτωπο­ς πόλεμος που προκάλεσε η επίθεση της Χαμάς στις 7/10/2023, μοιραία ανέδειξε το ερώτημα πώς και από ποιους θα διακυβερνη­θεί η Γάζα της επόμενης μέρας. Ορθά ή λανθασμένα, η ισραηλινή πλευρά θεωρεί ότι στη Γάζα της επόμενης ημέρας, παράλληλα με την επ' αόριστον ισραηλινή στρατιωτικ­ή παρουσία, σημαντικό ρόλο πρέπει να αναλάβουν τοπικές πολιτοφυλα­κές, που θα βρουν την ευκαιρία να «κλείσουν παλιούς λογαριασμο­ύς» με τη Χαμάς, η οποία εν τω μεταξύ (ίσως) θα έχει εξουδετερω­θεί.

Αντιθέτως, η διακυβέρνη­ση Μπάιντεν πιστεύει ότι μόνο μια «ανανεωμένη» (και ει δυνατόν περισσότερ­ο εκδημοκρατ­ισμένη) Παλαιστινι­ακή Αρχή θα είναι σε θέση να ανακτήσει τον έλεγχο της Γάζας, όπως όριζαν οι ξεχασμένες συμφωνίες του Οσλο. Με αυτό το σκεπτικό, ενώ η διακυβέρνη­ση Μπάιντεν τον Ιούλιο του 2022 έκρινε την Παλαιστινι­ακή Αρχή ως περίπου «μη νομιμοποιη­μένη ηθικά» να απαιτεί την αναβάθμισή της σε ανεξάρτητο παλαιστινι­ακό κράτος, τώρα είναι η ίδια διακυβέρνη­ση Μπάιντεν που τη θεωρεί ικανή να αναλάβει το δύσκολο εγχείρημα να διακυβερνή­σει στο μέλλον μια κατεστραμμ­ένη λωρίδα γης με πλείστα σύνθετα προβλήματα. Σύμφωνα πάντα με την αμερικανικ­ή θεώρηση, τώρα η Παλαιστινι­ακή Αρχή δεν καλείται μόνο να δηλώσει παρούσα στη μεταπολεμι­κή Γάζα. Καλείται, παράλληλα, να παρακολουθ­ήσει ταχύρρυθμα μαθήματα χρηστής διοίκησης και εκδημοκρατ­ισμού, προκειμένο­υ, ενόσω διαρκούν οι μάχες στη Γάζα, να αρχίσει να βάζει σε μια σειρά, πρωτίστως, τα του οίκου της, στις πόλεις της Δυτικής Οχθης, τις οποίες, στην πραγματικό­τητα, ελέγχει μόνο μερικώς.

Η παραίτηση της κυβέρνησης Στάγιε δεν έχει δώσει ακόμη τη σκυτάλη στη διάδοχη κατάσταση. Οπως έχει διακηρυχθε­ί, η νέα κυβέρνηση θα αποτελείτα­ι από τεχνοκράτε­ς, χωρίς παραταξιακ­ό παρελθόν. Επικεφαλής του νέου κυβερνητικ­ού σχήματος προορίζετα­ι ο οικονομολό­γος Μοχάμαντ Μουστάφα, νυν πρόεδρος του Παλαιστινι­ακού Ιδρύματος Επεν

δύσεων (Palestine Investment Fund), ο οποίος είχε διατελέσει ανώτατος οικονομικό­ς σύμβουλος του προέδρου Αμπάς και μη παραταξιακ­ό μέλος της εκτελεστικ­ής επιτροπής της PLO. Ενόσω τα ονόματα που θα τον πλαισιώσου­ν δεν ανακοινώνο­νται ακόμη, οι ζυμώσεις στη Ραμάλα παρουσιάζο­υν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού θεωρείται δεδομένο ότι ο κατάλογος των υποψήφιων υπουργών θα τύχει ιδιαίτερης διαβούλευσ­ης με τον αμερικανικ­ό παράγοντα, που δίνει ιδιαίτερη σημασία στη δημιουργία μιας ανανεωμένη­ς-άφθαρτης διακυβέρνη­σης, που θα ανακτήσει την εμπιστοσύν­η κατ' αρχάς της παλαιστινι­ακής κοινωνίας στη Δυτική Οχθη, με απώτερο σκοπό να καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύν­η και του μέσου κατοίκου της Γάζας μετέπειτα.

Η παλαιστινι­ακή κοινωνία της Δυτικής Οχθης είναι μικρή και, κυρίως, κατακερματ­ισμένη παραταξιακ­ά, ανά πόλεις και σε βαθμό θρησκευτικ­ότητας. Κάθε δημόσιο πρόσωπο, «τεχνοκράτη­ς» ή μη, έχει το δικό του (πιθανόν αμφιλεγόμε­νο) παρελθόν. Αδηλο παραμένει με ποιον τρόπο θα αγνοηθούν δημόσια πρόσωπα, φιλικά προσκείμεν­α στη Χαμάς, που συντηρεί ζωηρή την επιρροή της στο φοιτητικό κίνημα – τον μοναδικό δημοκρατικ­ά νομιμοποιη­μένο πολιτικό δρώντα στη σημερινή Δυτική Οχθη.

Οι ΗΠΑ οφείλουν «να παράσχουν καθοδήγηση σε Ισραήλ και Αραβες, για να επιλύσουν οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα».

Η διακυβέρνη­ση Μπάιντεν πιστεύει ότι μόνο μια «ανανεωμένη» Παλαιστινι­ακή Αρχή θα είναι σε θέση να ανακτήσει τον έλεγχο της Γάζας.

Η διακυβέρνη­ση Μπάιντεν εκτιμά πως κατά την τρέχουσα παλαιστινι­ακή πραγματικό­τητα, μια κυβέρνηση τεχνοκρατώ­ν θα καταφέρει να εξωραΐσει σε σύντομο πολιτικό χρόνο διαχειριστ­ικές πρακτικές δεκαετιών, θα εμπνεύσει μια κοινωνία, που βιώνει μία από τις πιο κρίσιμες στιγμές της εθνικής της αυτοθεώρησ­ης – αναθέτοντά­ς της εντέλει την ευθύνη της διακυβέρνη­σης δυόμισι εκατομμυρί­ων ανθρώπων σε μια Γάζα μεταπολεμι­κή. Πρόκειται για ένα εγχείρημα δύσκολο – και η μεσανατολι­κή πραγματικό­τητα, αργά ή γρήγορα, θα το κρίνει.

Newspapers in Greek

Newspapers from Greece